Η γέννηση του δυισμού σώματος-πνεύματος: Φαινομενολογία, παραγωγικές σχέσεις και έμφυλοι ρόλοι

Η ιστορία της δυτικής σκέψης χαρακτηρίζεται από μια μακρά παράδοση διάκρισης ανάμεσα σε σώμα και πνεύμα.Συνοπτικά,στον ιστορικό άξονα:αρχαιότητα-χριστιανισμός-μοντερνισμός μπορούμε να εντοπίσουμε τους εξής κύριος κόμβους σε αυτή τη γενεαλογία.Αρχικά,στον Πλάτωνα εμφανίζεται ίσως για πρώτη φορά μια πιο επεξεργασμένη και ολοκληρωμένη οντολογία περί ψυχής και σώματος.,θέτοντας τα θεμέλια για την μετέπειτα χριστιανική οικειοποίηση κάποιων βασικών μοτίβων στην διαδικασία κατασκευής του θρησκευτικού κοσμοειδώλου.Η νεωτερικότητα στην αυγή της πατά πάνω σε αυτές τις κωδικοποιήσεις και τις επεξεργάζεται με ένα πιο μηχανιστικό τρόπο με κύριο σημείο αναφοράς αυτής της πορείας,το έργο του Descartes και την διχοτόμηση νου-σώματος

Στο κείμενο γίνεται μια προσπάθεια να εξηγηθεί η γέννηση αυτού του  φαινομένου.Να χαρτογραφηθούν δηλαδή περιληπτικά,οι συνθήκες δυνατότητας που απαιτούνται για να εμφανισθεί στην σκέψη και στην κοινωνική πραγματικότητα κάτι όπως ο δυισμός πνεύματος-σώματος.Η πρώτη εξήγηση αντλώντας από τις φαινομενολογικές αναλύσεις των χούσερλ-μερλώ ποντύ,ζαχάβι προσπαθεί να αναδείξει τον τρόπο με τον οποίο ο δυισμός αυτός τείνει να αναδύεται συχνά εμμενώς στην συνείδηση κατά τη διάρκεια της εμπλοκής ας με τον κόσμο.Το δεύτερο σκέλος μετατοπίζει κάπως την προβληματική σε ένα πιο ‘’κοινωνιολογικό επίπεδο’’ αναδεικνύοντας τον τρόπο με τον οποίο η διχοτόμηση αυτή πηγάζει από τον τρόπο με τον οποίο οργανώνονται οι κοινωνικές σχέσεις σε διάφορα επίπεδα:οικονομία,κράτος,φύλο

Α) Φαινομενολογία

Όταν αφοσιωνόμαστε σε κάποια δράση,project κλπ το σώμα τείνει να ‘’αποσύρεται’’ στο υπόβαθρο,δεν δίνεται άμεσα στη συνείδηση.Με τον ίδιο τρόπο που τα γυαλιά που φοράω αν και δίπλα στα μάτια μου καθίστανται σχεδόν μη-ορατά σε σχέση με το αντικείμενο στο οποίο εστιάζω και βρίσκεται μακριά μου,έτσι και το σώμα όταν εμπλεκόμαστε σε κάποια δουλειά τείνει να διαγράφει τα ίχνη του ώστε να μπορέσουμε να αφοσιωθούμε πραγματιστικά σε αυτό που αποβλέπουμε εκείνη τη στιγμή.

πχ ο πιανίστας που παίζει ένα κομμάτι έχει μια μίνιμουμ μορφή αυτό-συνείδησης του γεγονότος ότι παίζει πιάνο,αλλά η προσοχή του δεν εστιάζει στις ακριβείς λεπτομερείς κινήσεις  των δακτύλων τη στιγμή που παίζει.Κάτι τέτοιο θα καθιστούσε την performance του αδύνατη.Όταν αντίστοιχα ο τενίστας τρέχει για να προλάβει την μπάλα δεν στρέφει το βλέμμα του στις κινήσεις του σώματός του για να τις διευθύνει με ένα απόλυτα ενσυνείδητο τρόπο.Η  προσοχή του εστιάζει στην πορεία της μπάλας και το σώμα ‘’αορατοποιείται’’.Το σώμα του δεν ανταγωνίζεται την μπάλα για το ποιο από τα δύο θα λάβει την προσοχή.

Οι κινήσεις αυτές δεν είναι ούτε άμεσα παρούσες ως αντικείμενο του βλέμματός και της προσοχή μας,αλλά ούτε και τοποθετούνται σε ένα ασυνείδητο επίπεδο.Το σώμα και η διάρθρωση των κινήσεων του σε πολλές καθημερινές ενέργειες είναι μηχανικές,αυτόματες και τοποθετούνται κάτω από το κατώφλι της συνείδησης

Όταν ανοίγω το πόμολο μιας πόρτας με το χέρι μου πχ,ενώ έχω αυτή τη μίνιμουμ μορφή αυτοσυνείδησης της κίνησης του χεριού μου,η ακριβής κίνηση του χεριού και η διάρθρωση των δακτύλων γίνεται οιονεί-αυτόματα για να ταιριάξει στο σχήμα που έχει το πόμολο χωρίς να ‘’μπαίνει στη μέση’’ του στόχου που έχω εκείνη τη στιγμή.Εμφορούμαι από  μια γενική αυτοσυνειδησία της κίνησης που επιτελώ αλλά εκείνη τη στιγμή δεν αποβλέπω στο συγκεκριμένο των κινήσεών μου(το αντίθετο συμβαίνει σε παθολογικές καταστάσεις που χάνεται ακριβώς αυτή η αυτόματη αίσθηση που έχουμε για το σώμα μας.Στις περιπτώσεις α υτές τα άτομα ακριβώς λόγω έλλειψης αυτής της κιναισθητικότητας δεν μπορούν να εκτελέσουν ακόμα και τις πιο απλές κινήσεις,χωρίς να παρακολουθούν το σώμα τους στην κάθε του λεπτομέρεια.πχ δεν μπορούν να περπατήσουν αν δεν παρακολουθούν πρώτα το ένα και έπειτα το άλλο πόδι επειδή ακριβώς έχουν χάσει αυτή την αυτόματη αίσθηση της θέση που έχει το σώμα τους,του προσανατολισμού των μελών τους κλπ)

Το σώμα με το σύνολο των συνατών διαρθρώσεων ανάμεσα στα μέρη του,το σύνολο των δεξιοτήτων-ρεπερτορίου των κινήσεων,συγκροτεί αυτό που οι χούσερλ-μερλώ ποντύ περιέγραφαν ως το ‘’I can’’,ένα οντολογικά πιο θεμελιακό επίπεδο επί του οποίου κατόπιν μπορεί να αναδυθεί το καρτεσιανό ‘’I think’’.Δηλαδή  τη γνώση που έχω για το σώμα μου ως ένα άθροισμα ικανοτήτων και δυνάμεων που μου δίνει την ικανότητα δράσης και εμπλοκής με τον κόσμο.Μια βαθμίδα γνώσης που αντιστοιχεί στο know-how και η οποία λόγω της οικειότητας και της προφάνειάς της περνά απαρατήρητη.Γι’αυτό ο κατεξοχήν πιο άμεσος τρόπος να εισέλθει το σώμα στην συνείδηση είναι όταν χάνεται αυτή η αίσθηση του πρωταρχικού ‘’I can’’,όταν το σώμα δεν λειτουργεί ομαλά.

Με τον ίδιο τρόπο που τα γυαλιά μου από σταθερό υποστήριγμα της όρασής μου το οποίο δεν παρατηρώ,γίνονται ορατά όταν χαλάνε,έτσι συχνά το σώμα εμφανίζεται όταν χάνεται αυτή η αυτόματη λειτουργία που έχει να υποστηρίζει τις κινήσεις μας,τα καθημερινά project που έχουμε κλπ και βιώνεται ως εμπόδιο.Η απώλεια και η έλλειψη είναι αυτή που μας κάνει να στραφούμε σε αυτό που βιώνεται ως δεδομένο και γι’αυτό τις περισσότερες φορές περνά απαρατήρητο.Τις στιγμές πχ που το σώμα μου πονάει,νιώθω άρρωστος ή πεινασμένος,το σώμα μου με καλεί να του δώσω προσοχή.Όλα τα υπόλοιπα αντικείμενα στα οποία έστρεφα την προσοχή μου είναι σαν να βυθίζονται στο background,να γίνονται ‘’θόρυβος’’.Αυτές τις στιγμές που η ομαλή μου ροή στον κόσμο διακόπτεται και το σώμα αναδύεται ως εμπόδιο απέναντι στην θέλησή μου,ως ‘’η φυλακή της ψυχής’’ ακόμα και ως κάτι ξένο

Βλέπουμε ότι στην’’μοριακή’’ μας εμπλοκή με τον κόσμο τείνει να αναδύεται ένας δυισμός σώματος-νου.Από τη μια στις καθημερινές μας πρακτικές,συμπεριφορές κλπ το σώμα,η διάρθρωσή του,οι κινήσεις κλπ είναι αυτοματοποιημένες και δεν περνούν το κατώφλι της συνείδησης με αποτέλεσμα το γεγονός του ότι συνιστώ ενσώματο υποκείμενο πολλές φορές ακριβώς επειδή είναι τόσο δεδομένο να καθίσταται μη-ορατό.Έτσι το σώμα αποσυρόμενο μας δίνει τη δυνατότητα να αφοσιωθούμε στους επιμέρους στόχους που έχουμε,να βιώσουμε τον εαυτό ως υποκείμενο καθαρής βούλησης και νόησης.Από την άλλη,στις στιγμές που το σώμα δυσ-λειτουργεί,‘’ανεβαίνει στη σκηνή της συνείδησης’’ και μας εγκαλεί να στρέψουμε την προσοχή μας σε αυτό.Σε αυτές τις περιπτώσεις βιώνουμε το σώμα ως κάτι το οποίο μας περιορίζει,μας δίνεται στην εμπειρία ως κάτι το οποίο περιορίζει τις δυνατότητές μας.Συνιστά άλλη μια μορφή που βιώνουμε ένα σχίσμα ανάμεσα στην βούληση που έχουμε και την αδυναμία του σώματος να αποτελέσει το υποστήριγμα της θέλησης,των επιθυμιών μας κλπ

Β) Κοινωνικές σχέσεις

Το πρώτο επίπεδο αφορά τον κοινωνικό  καταμερισμό εργασίας που διχοτομεί την κοινωνική ολότητα σε εγκέφαλο/νου και σώμα.Πρόκειται συγκεκριμένα για τη διάκριση χειρωνακτικής/πνευματικής εργασίας ή αλλιώς σκοποθετούσας εργασίας(εργασίας που θέτει το πλάνο,την οργάνωση,τον σκοπό κλπ) και εκτελεστικής.Η διάκριση αυτή στο συνεχές του κοινωνικού σώματος αρχίζει να μορφοποιείται σταδιακά ήδη στις προ-ταξικές κοινότητες,καθώς αυτές αυξάνουν σε βαθμό πολυπλοκότητας και αρχίζουν να εμφανίζουν-για να επιτελέσουν τις επιμέρους λειτουργίες αναπαραγωγής της κοινότητας-διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό τους με βάση τον καταμερισμό εργασίας.Η ποσοτική συσσώρευση αυτού του φαινομένου σταδιακά σε μια ποιοτική εξαλλαγή:στην ανάδυση κράτους,ως διακριτού θεσμού ο οποίος αποκομμένος από την κοινότητα,επιφορτίζεται με την σχεδιοποίηση,οργάνωση και ρύθμιση  του κοινωνικού δεσμού.Το κράτος δηλαδή αναδύεται ως συλλογικός νους,ως το Υποκείμενο-που-γνωρίζει και ως ο πόλος του πνεύματος απέναντι σε αυτόν του κοινωνικού σώματος

Τα άτομα υπαγόμενα σε αυτόν τον κοινωνικό καταμερισμό εργασίας τείνουν να βιώνουν ανάλογα με την ομάδα στην οποία ταξινομούνται ότι δουλεύουν είτε με το μυαλό είτε με τα χέρια τους.Αυτή η διάκριση δεν αφορά το περιεχόμενο της εργασιακής δραστηριότητας αυστηρά,αλλά την φαντασιακή σχέση που έχουν τα υποκείμενα με τις συνθήκες ύπαρξής τους.πχ ένας χειρουργός μπορεί να εκτελεί μια δραστηριότητα η οποία είναι πολύ κοντά στον πόλο της χειρωνακτικής μορφής,αλλά η θέση του στην κοινωνική δομή είναι επιφορτισμένη με ένα συμβολικό κεφάλαιο που την ταξινομεί ως πνευματική εργασία.

Το δεύτερο επίπεδο αφορά την έμφυλη διαφορά και τις αντίστοιχες σημασιοδοτήσεις που επενδύουν την κατασκευή των σεξουαλικών ταυτοτήτων.Ειδικά από την εποχή του μοντερνισμού και έπειτα στο επίπεδο των discourses για τις έμφυλες ταυτότητες,η γυναίκα τείνει να ταυτίζεται όλο και πιο έντονα με το σώμα της.Στο πρότυπο της σεξουαλικοποίησης το γυναικείο σώμα ανατιμάται ανάλογα με την εκθετική του αξία,ανάλογα με το πόσο θελκτικό είναι όταν δίνεται στο αντρικό βλέμμα.Παράλληλα,η γυναικεία ταυτότητα ορίζεται από την ικανότητα τεκνοποίησης και τη διάσταση της μητρότητας.Η γυναικεία ταυτότητα είτε με τη μορφή της σεξουαλικότητας είτε με αυτή της ικανότητας κυοφορίας διαπερνάται έντονα από τη σωματική διάσταση.Στον αντίποδα η αντρική ταυτότητα μετατοπίζεται στον χώρο του πνεύματος και διατηρεί εκλεκτική συγγένεια με τη βαθμίδα της γνώσης. Το αντρικό σώμα εν πολλοίς εξαϋλώνεται στον χώρο του πνεύματος.

Πηγή: Ταξικές Μηχανές

Be the first to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.