Massimo Passamani: Παιδικές σκέψεις

Ναι, ξέρω, είμαστε όλοι ενάντια στα αξιώματα, στις εγγυήσεις και στις βεβαιότητες. Αλλά, μπορούμε στ’ αλήθεια να ζήσουμε χωρίς να μοιραζόμαστε αυτήν την κατάσταση εναντίωσής μας, χωρίς να εξαρτόμαστε από αυτό το μοίρασμα; Η αναζήτηση ταυτότητας δεν προσανατολίζεται πάντα προς τις μάζες, προς τα μεγάλα πλήθη ακολούθων. Ακόμα και μια μικρή ομάδα μπορεί να γίνει το ασφαλές μας καταφύγιο. Επίσης, η ίδια η άρνηση κάθε ομάδας, κάθε είδους συμμετοχής μπορεί να φτιάξει τη δικιά της αλαζονική, μοναχική ριζοσπαστικότητα, μέσω του παιχνιδιού της αναγνώρισης. Η πεισματάρα μοναχικότητά μου, τρέφεται από αυτό, στο οποίο εναντιώνεται· ακόμα -ή ίσως, πάνω από όλα- τρέφεται από την άσκηση κριτικής.

Το να φαίνεσαι πως εναντιώνεσαι σε κάτι ή κάποιον, που συγκεντρώνει τα υποτιθέμενα χαρακτηριστικά της εξουσίας -σε ένα χαρισματικό άτομο, μια αλήθεια που αποτελεί κοινό τόπο- , δεν είναι πάντα μια πράξη εξέγερσης. Μπορεί να προέρχεται, για παράδειγμα, από την επιθυμία να πάρεις ένα κομμάτι από το φως εκείνου στο/στον οποίο εναντιώνεσαι, γινόμενος ο αρνητής του. Σα να λες: Σας ικετεύω να προσέξετε ότι δεν έχω ηγέτες.

Πιστεύω πως η πραγματικότητα, κατά την οποία κάποιος δε χαίρει κάποιας εκτίμησης (κάτι που ας πούμε έχει αξία και μετράει) -ακόμα και με τη μορφή κάποιου είδους εχθρότητας- από μια ομάδα, παίζει περισσότερο ρόλο στην αποκήρυξη της εξέγερσης από την καταστολή. Και δεν υπάρχει καμιά παραίτηση, που να μην εκφυλίζεται σε αποστροφή, μεταβαλλόμενη γρήγορα σε καινούρια, γεμάτα χολή κοπάδια.

Δύο ή τρεις λέξεις, οι ίδιες, που επαναλαμβάνονται σε μια συνάντηση και να πώς μπαίνουν στη συζήτηση, που πάντα προκύπτει, ελπίζοντας πως θα αντικατασταθούν από άλλες -δύο, τρεις- λέξεις. Εντάξει, είναι όπως λέτε, ίσως το παρατραβάω. Αλλά, δε σας φαίνεται πως όλο αυτό ομογενοποιεί την ομάδα και σκληραίνει τη σκέψη; Ξεκινώντας από τον εαυτό μου, ό,τι λέγεται σε μένα μου φαίνεται πάντα τόσο ασαφές και καθησυχαστικό, που το να το ακούω να επαναλαμβάνεται συνεχώς ειλικρινά με ενοχλεί.

H εμβάθυνση των συντροφικών σχέσεων θα έπρεπε να σημαίνει την ανάδυση των διαφορών (αλλιώς, σε τι βασίζουμε τη συντροφικότητα;). Δεν αποφεύγει κάποιος την ομοιογένεια (το γεγονός πως κάποιοι αναρχικοί χρησιμοποιούν αυτήν τη λέξη με θετικό πρόσημο, κάνει το κεφάλι μου να γυρίζει) αρνούμενος τα συνέδρια, τις κάρτες μέλους και τις άλλες ωμά επίσημες σταθερές.

Οι μηχανισμοί -διστάζω να πω οι ρυθμοί, αλλά ίσως στην πραγματικότητα πρόκειται για ρυθμούς- οι ρυθμοί, λοιπόν, συμμετοχής και συμβιβασμού στρεσάρουν τη ζωή μας πέρα από κάθε όριο. Το να σκεφτόμαστε για τον εαυτό μας, όπως το έθεσε ο Lessing, δεν είναι ποτέ το αποτέλεσμα.

Τι θα ήταν το πάθος για δημιουργία, αν δε μας οδηγούσε ποτέ στην καταστροφή; Τι θα ήταν, αν μας έκανε να αγκυροβολήσουμε στο ρόλο του καταστροφέα;

Ο Gottfried Benn έχει πει πως όποιος αγαπάει τα συντρίμμια αγαπάει και τα αγάλματα. Και όσον αφορά τα αγάλματα, ο Benn έγινε κατανοητός.

Ίσως είναι το άγχος για το μέλλον, που μετατρέπει τα άτομα σε μαριονέτες μιας ομάδας. Η σκέψη για τη ζωή θέλει μια σταθερή βάση. Η υπακοή και ο υπολογισμός ζουν υπό το κέλευσμα ενός αιώνιου αύριο.

Δε μας δίνουν, όμως, οι ιδέες -ως συμπυκνώσεις της γλώσσας- την αίσθηση του χρόνου;

Η περίσκεψη γεννιέται μόνο όταν η επιθυμία χλωμιάζει. Το να ζεις τη στιγμή, την αμεσότητα της ύπαρξης στο έπακρο, σημαίνει πως δεν έχεις μέλλον, δεν έχεις χρόνο, δεν έχεις ιδέες;

Αν αξίζει στο όλον να καταρρεύσει (είναι δυνατόν;), τότε παραμένει μόνο το «γιατί με ικανοποιεί, γι’ αυτό».

Τόσα πολλά ακροβατικά για να ανακαλυφθεί αυτό, που τα παιδιά ήξεραν από πάντα.

Η έννοια της αμοιβαιότητας -σε καμιά περίπτωση ένα ηθικό καλό, σε καμιά περίπτωση ένα καθήκον- είναι ίσως, στην πραγματικότητα, μια σχέση μεταξύ παιδιών.

Από το Cane Nero
Μετάφραση: Le Misanthrope

 

Πηγή: Επιθεώρηση Φωτιάς τ3 Αθήνα Μάρτιος 2015

Be the first to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.