Ο κόσμος σε μια χλέπα

Ο κόσμος σε μια χλέπα

Πριν από κάποιο καιρό, στις ιταλικές φυλακές ξεκίνησαν οι λήψεις γενετικού υλικού προκειμένου να δημιουργηθεί η εθνική τράπεζα DNA που θα ανήκει στο Υπουργείο Εσωτερικών και θα συλλέγει τα γενετικά προφίλ όλων των ατόμων που είναι βρίσκονται υπό κράτηση, υπό έρευνα, υπό προσαγωγή, υπό σύλληψη, μαζί με το DNA που έχει βρεθεί στον τόπο των εγκλημάτων. Αυτή η απόφαση προκύπτει από την ευρωπαϊκή συνθήκη του Prum που υπογράφηκε το 2005 από Γερμανία, Γαλλία, Βέλγιο, Ισπανία, Λουξεμβούργο και Ιταλία (2009) στο πλαίσιο του επονομαζόμενου ‘αγώνα ενάντια στην τρομοκρατία και το έγκλημα’. Αυτή η βάση δεδομένων βρίσκεται σε ισχύ από το 1995 στη Μ. Βρετανία που είναι η πατρίδα του Alec Jeffreys ( ο εφευρέτης της χρήσης του DNA ως γενετικό αποτύπωμα) ενώ και η Γαλλία έχει την αντίστοιχη εθνική τράπεζα από το 1998.

Το γενετικό φακέλωμα ορίζεται από όλες τις κυβερνήσεις σαν ένα ‘ισχυρό όπλο στη μάχη ενάντια στο έγκλημα’, σε βαθμό που παρέχει ικανά στοιχεία για να τιμωρήσει τους ενόχους των απεχθών εγκλημάτων και να απενοχοποιήσει τα αθώα άτομα που βρίσκονται μπλεγμένα. Η χρήση του DNA ως αποδεικτικό στοιχείο ξεκίνησε για τη διαλεύκανση δολοφονιών και βιασμών και παρουσιάζεται σαν ένα αδιάψευστο, αδιάσειστο συνώνυμο της απόλυτης αλήθειας. Σήμερα, η βρετανική και η γαλλική τράπεζα γενετικού υλικού περιέχουν εκατομμύρια γενετικών κωδικών και ο αριθμός τους συνεχώς μεγαλώνει. Είναι όλοι υποψήφιοι βιαστές και δολοφόνοι? Όχι βέβαια! Η λήψη DNA είναι το κοινό σημείο ανάμεσα σε μια ‘δικαιοσύνη ίση για όλους’ και σε μια ‘επιστήμη στην υπηρεσία όλων’. Είναι μια δικαστική διαδικασία που έχει τον ανυπέρβλητο και αμετάκλητο χαρακτήρα της ειδικής τεχνικής. Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο όπως η δικαιοσύνη και η επιστήμη είναι χρήσιμες μόνο για το συμφέρον του Κράτους. Έτσι, στη γηραιά Αλβιώνα (Μ. Βρετανία) η λήψη του DNA προβλέπεται όχι μόνο για περιπτώσεις απεχθών εγκλημάτων αλλά ακόμα και για περιπτώσεις κατηγοριών όπως μέθη, ζητιανιά και συμμετοχή σε πορεία χωρίς άδεια από τις αρχές. Προς απόδειξη του τελευταίου, αρκεί να δει κανείς ότι μέχρι το τέλος του 2007 στη βρετανική τράπεζα υπήρχε το γενετικό προφίλ 150.000 έφηβων αγοριών κάτω των 16 ετών. Από την άλλη, στη χώρα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (Γαλλία) η γενετική τράπεζα αν και ξεκίνησε για την εξιχνίαση δολοφονιών έχει επεκταθεί ακόμα και σε αυτούς που κάνουν γκραφίτι και γράφουν συνθήματα με σπρέι σε τοίχους ή και σε όσους καταστρέφουν γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες (ogm).

Όλα αυτά ξαφνιάζουν τις όμορφες δημοκρατικές φωνές που παραμένουν αποσβολωμένες μπροστά στην ιδέα ενός ολοκληρωτικού Κράτους που πραγματοποιεί το φακέλωμα γονιδίων εκατομμυρίων πολιτών του και τα περνάει από κόσκινο για την παραμικρή παράβαση του ποινικού του κώδικα, μετατρέποντας τους πάντες σε εν δυνάμει εγκληματίες. Για να έχουν ήσυχη τη συνείδησή τους προτείνουν και ζητάνε όρια στη λήψη του DNA και στη χρήση του. Αυτά τα όρια όμως έρχονται σε σύγκρουση με τις υποσχέσεις για ασφάλεια που δίνει αυτή η τεχνική διαδικασία καθώς και με τον ίδιο τον επιστημονικό της χαρακτήρα. Η αποτελεσματικότητα του DNA ως αποδεικτικό στοιχείο έχει ένα προαπαιτούμενο, ότι αυτό πρέπει να προϋπάρχει ήδη σε μια βάση δεδομένων. Το DNA ενός βιαστή ή δολοφόνου είναι άχρηστο αν δεν υπάρχει το δείγμα DNA με το οποίο θα συγκριθεί. Όσο περισσότερο DNA συλλέγουν, τόσο πιο πιθανό είναι να βρουν τον ένοχο (αποτελεσματικότητα στην τιμωρία). Όσο περισσότερο DNA αποθηκεύουν, τόσο πιο πιθανό είναι να μειωθούν τα αδικήματα (αποτελεσματικότητα στην πρόληψη). Από την οπτική της ασφάλειας, το ιδανικό θα ήταν να φακελώνανε ολόκληρο τον πληθυσμό γιατί αυτό θα εγγυότανε ταυτόχρονα το μέγιστο της πρόληψης και το μέγιστο της καταστολής. Θυμήσου, το Κράτος σε γνωρίζει, ξέρει τα πάντα για σένα, οπότε… αν δεν κάνεις παραβάσεις, μη φοβάσαι τίποτα. Αυτό δεν γεννάει προβλήματα σε όποιον αποδέχεται τη λογική της ασφάλειας. Κάποιος που αποδέχεται τις κάμερες παντού και δεν έχει πρόβλημα με τις υποκλοπές τηλεφώνου και τους κοριούς, ούτε και με τη λήψη ψηφιακών αποτυπωμάτων γιατί θα έπρεπε να είχε πρόβλημα με τη γενετική χαρτογράφηση? Αν το DNA δεν λέει ψέμματα, όπως λένε οι επιστήμονες, αν το τεστ DNA είναι μια επιστημονική διαδικασία που δουλεύει σωστά, τότε ποιο είναι το πρόβλημα? Δεν υπάρχει πρόβλημα. Πράγματι, οι πρώτοι που υποστήριξαν την ανάγκη φακελώματος όλων των πολιτών ήτανε τα αραβικά κράτη, των οποίων οι κυβερνήσεις φέρουν πολύ ψηλά “το θρίαμβο της αλήθειας και της δικαιοσύνης”. Η μάλλον ναι, κάποιο προβληματάκι υπάρχει. Πράγματι ο πατέρας του γενετικού αποτυπώματος από τη μια πρότεινε το φακέλωμα όλου του πληθυσμού αλλά από την άλλη δήλωσε ότι τα δεδομένα δεν θα έπρεπε να κρατούνται από το Κράτος αλλά από κάποια ‘ουδέτερη’ αρχή.

Γελοίοι ενδοιασμοί. Πραγματικά δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς που είναι το πρόβλημα, ούτε το πόσο μεγάλο αυτό είναι. Ας αφήσουμε στην άκρη τις τεχνικές διαφωνίες σε σχέση με την αλληλουχία του DNA (γενετικός τόπος), στο πόσο μεγάλη πρέπει να είναι για να είναι αξιόπιστη, είτε στο πόσο καιρό πρέπει να διατηρείται για να μην παραβιάζει το ‘δικαίωμα στην privacy’. Ας αφήσουμε στην άκρη επίσης τα μελλοντικά υποθετικά σενάρια: τι θα γινόταν αν όλα αυτά τα δεδομένα πέφταν στα χέρια του…? Δεν είναι αυτό το κεντρικό ζήτημα. Αυτά τα δεδομένα πέφτουν ήδη στα χέρια κάποιου, αυτού που τα συλλέγει. Και γιατί το κάνει? Για να μας προστατέψει από σεξουαλικούς μανιακούς και διψασμένους για αίμα? Δεν είναι σίγουρο το ότι το DNA δεν λέει ψέμματα. Όμως το Κράτος που το ανακρίνει δεν κάνει άλλο από το να λέει ψέμματα! Εν τέλει, δε χρειάζεται να παραλλάξεις την απάντηση αν μπορείς να παραλλάξεις την ερώτηση.

Ας ξεκινήσουμε από την απάντηση, δηλαδή αυτό που λέει το DNA. Δικαστές και επιστήμονες είναι σύμφωνοι στο να την παρουσιάσουν σαν την ανώτατη, αδιάψευστη απόδειξη. Το δεσοξυριβονουκλεϊκό οξύ είναι ένα μακρομόριο που βρίσκεται στα κύτταρα των ζωντανών οργανισμών και είναι υπεύθυνο για τη μεταφορά και την έκφραση των κληρονομικών χαρακτηριστικών, όπως πιθανολογείται μοναδικό για τον καθένα, διαφορετικό από άτομο σε άτομο. Έτσι, σύμφωνα με αυτά το φτύσιμο του DNA θα φτύσει αυτόματα την Αλήθεια.

Παρόλο που τα ΜΜΕ μιλάνε για το DNA γενικόλογα, είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε ότι υπάρχουν δύο τύποι DNA. Το μιτοχονδριακό και το πυρηνικό. Το πυρηνικό DNA προέρχεται κατά το ήμισυ από τον πατέρα και κατά το ήμισυ από τη μητέρα, είναι το πιο ακριβές, δίνει τις περισσότερες πληροφορίες και το συναντάμε μόνο στα ‘ζωντανά’ κύτταρα που βρίσκονται στο σάλιο, στο αίμα, στο σπέρμα, στους τριχοειδείς βολβούς. Έχει όμως ένα αδύνατο σημείο, όταν απομακρύνεται από το σώμα καταστρέφεται πολύ εύκολα. Συχνά, τη στιγμή της ανάλυσής του δεν είναι επαρκές για να δώσει πληροφορίες. Αντίθετα, το μιτοχονδριακό DNA κληρονομείται μέσω της μητέρας, είναι πολύ λιγότερο ακριβές (μπορεί να μοιάζει μεταξύ ατόμων που δεν είναι από την ίδια οικογένεια και μπορεί να ποικίλει ανάμεσα σε συγγενείς) και το συναντάμε και σε ‘νεκρά’ κύτταρα όπως σε κομμάτια δέρματος. Για αυτόν τον λόγο και διαρκεί περισσότερο.

Από ένα ίχνος DNA, δηλαδή από ένα κομματάκι του ανθρώπινου σώματος, προκύπτει ένα ‘προφίλ’ ή ‘γενετικός τύπος’, δηλαδή μια σειρά δεδομένων που αντιστοιχούν σε ένα μέρος του DNA του ατόμου. Δεν πρόκειται για ολόκληρη την αλληλουχία του DNΑ, αλλά μόνο για ένα μέρος του, αυτό που έχει επιλεχθεί από τους ειδικούς. Έτσι, το προφίλ του DNA προκύπτει από την ανάλυση κάποιων γενετικών τόπων (σημείων) ολόκληρης της αλληλουχίας. Αφού σχηματίσουν αυτό το προφίλ, οι αρχές ψάχνουν να βρουν τις αντιστοιχίες και τις ομοιότητες μεταξύ αυτού και εκείνων που βρίσκονται στη βάση δεδομένων τους. Με αυτή τη διαδικασία είναι ξεκάθαρο ότι το αποτέλεσμα δεν μπορεί να είναι ποτέ η απόλυτη αλήθεια, παρά μόνο μια προσέγγιση που βασίζεται στον υπολογισμό των πιθανοτήτων. Δεν είναι το ίδιο πράγμα. Ήδη το γεγονός ότι το DNA 7 εκατομμυρίων ανθρώπων είναι διαφορετικό για τον καθένα είναι μια υπόθεση, πόσο μάλλον όταν το ελάχιστο κομμάτι DNA που υποβάλλεται σε ανάλυση (που έχει ληφθεί από που? πόσο μεγάλο δείγμα?, μετά από πόση ώρα?, οι παράμετροι ποικίλουν από χώρα σε χώρα και από εποχή σε εποχή) που ίσως έχει υποστεί πιθανές μολύνσεις από εξωτερικούς παράγοντες μπορεί να ειπωθεί ότι δίνει μια απάντηση τόσο σίγουρη και με τόση ακρίβεια? Πράγματι, σε πολλές περιπτώσεις έχει ήδη αποδειχθεί ότι η απάντηση που δίνει η ανάλυση του DNA ήταν λανθασμένη.

Η πιο πρόσφατη περίπτωση και περισσότερο γνωστή και κοντινή σε εμάς είναι αυτή που έχει να κάνει με τη δολοφονία μιας κοπέλας 13 χρονών που συνέβη το 2010 στην περιφέρεια του Μπέργκαμο. Έγινε η λήψη γενετικού υλικού από 18.000 άτομα που ζούνε στην περιοχή που δώσανε το δείγμα εθελοντικά με σκοπό να βρεθεί ο δράστης. Ο υποτιθέμενος δράστης συνελήφθη με βάση το γενετικό του προφίλ. Μέσα στα εσώρουχα της κοπέλας βρέθηκαν ίχνη από το πυρηνικό του DNA. Όμως ουπς, δεν υπήρχε κανένα ίχνος από το μιτοχονδριακό του DNA! Το γεγονός αυτό κρίθηκε ανεξήγητο από τους ίδιους τους ειδικούς. Για αυτόν τον λόγο οι διωκτικές αρχές ‘κατασκεύασαν’ ένα βίντεο που έδειχνε το φορτηγάκι του κατηγορούμενου στον τόπο της απαγωγής της μικρής κοπέλας? Αυτή είναι η αδιάψευστη και ξεκάθαρη αλήθεια που παρείχε το γενετικό υλικό για την οποία ξοδεύτηκαν επιπλέον 3 εκατομμύρια ευρώ?

Υπάρχουν πολλά παρόμοια περιστατικά και αλλού. Το 2000 στην Αγγλία, ένας άντρας που έπασχε από parkinson συνελήφθη για μια ληστεία που συνέβη 300km μακριά. Στο παρελθόν είχε φάει μια προσαγωγή λόγω ενός καβγά με την κόρη του και έτσι η αστυνομία είχε το DNA του το οποίο έμοιαζε με εκείνο που βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματος. Ο δικηγόρος του ζήτησε να εξεταστεί ένα μεγαλύτερο κομμάτι από το DNA του και το αποτέλεσμα βγήκε αρνητικό. Το 2004 στη Γαλλία συνελήφθη ο σύζυγος μιας γυναίκας που είχε πεθάνει δύο χρόνια πριν και στο χέρι της είχε βρεθεί μια τρίχα από τα μαλλιά με το μιτοχονδριακό DNA του συζύγου της. Ύστερα από πολλούς μήνες φυλάκισης και ελευθερίας υπό όρους ο άντρας αθωώθηκε όταν από το αρχείο δεδομένων των γενετικών προφίλ προέκυψε ένα απρόοπτο αποτέλεσμα. Το ίδιο DNA υπήρχε και σε ένα άλλο προφίλ, ενός καταδικασμένου ο οποίος είχε εν τω μεταξύ πεθάνει.

Δεν είναι τυχαίο επομένως το ότι πολλοί προτιμούν να μιλάνε για ‘συμβατότητα’ του γενετικού υλικού. Στην πραγματικότητα τα προφίλ δεν είναι ακριβώς αντίστοιχα, μπορούν να είναι το πολύ πολύ ‘συμβατά’. Τι σημαίνει αυτό? Ότι η κύρια χρήση του σαν αποδεικτικό στοιχείο που θα αποδείκνυε την ποινική ενοχή κάποιου ανθρώπου, τέτοια ώστε να δικαιολογήσει την καταδίκη του και την κράτησή του είναι η εξής: ότι ένα κομμάτι από το DNA του κατηγορούμενου είναι συμβατό με ένα κομμάτι από το DNA που βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματος, και ως τέτοιο ανήκει ίσως στον ένοχο. Πραγματική αλήθεια ή προσεγγιστική υπόθεση?

Έπειτα υπάρχει το πρόβλημα των λαθών και των μολύνσεων που μπορούν να συμβούν είτε κατά τη διάρκεια της λήψης είτε κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας του γενετικού υλικού. Αλλαγή ετικετών, αλλαγή δειγμάτων, επιμολύνσεις με άλλους με οργανικούς ιστούς. Ο ίδιος ο Alec Jeffreys παραδέχεται ότι η επέκταση ενός γενετικού αρχείου αν και είναι πολύ σημαντική κατά τη γνώμη του, θα επιφέρει σίγουρα μια αύξηση του αριθμού των λαθών ‘αφού δημιουργείται και διατηρείται από ανθρώπους, θα υπάρχουν οπωσδήποτε ανθρώπινα λάθη, με μαθηματική ακρίβεια’. Πράγματι, το 2002 στις ΗΠΑ ένας άντρας καταδικάστηκε σε 12 χρόνια φυλακής για έναν βιασμό και αφέθηκε ελεύθερος αφότου πέρασε 4μιση χρόνια πίσω από τα σίδερα. Αποκαλύφθηκε ότι το DNA που είχε βρεθεί από την αστυνομία ανήκε σε δύο διαφορετικά άτομα και έτσι αποκλείστηκε το σενάριο ότι ο κρατούμενος είχε εμπλακεί. Επρόκειτο για ένα εργαστηριακό λάθος στο εργαστήριο της αστυνομίας το οποίο μετά από λίγο έκλεισε λόγω της μη αξιοπιστίας του. Το δικαστήριο άνοιξε μια έρευνα για να ελέγξει την εγκυρότητα 25 καταδικαστικών ποινών μεταξύ των οποίων οι 7 ήταν καταδίκες σε θάνατο. Ιδιαιτέρως τραγελαφική είναι ακόμη η ιστορία με τη ‘γυναίκα χωρίς πρόσωπο’ που θεωρήθηκε από τα ΜΜΕ σαν τη ‘στυγερότερη σίριαλ κίλερ που γνώρισε ποτέ η Ευρώπη’ και διέπραξε το πρώτο της έγκλημα το 1993 στη Γερμανία. Κατά τη διάρκεια των χρόνων το DNA της βρέθηκε στον τόπο πολλών δολοφονιών και ληστειών, συνολικά καμιά εικοσαριά, που έλαβαν χώρα στη μισή Ευρώπη (Γερμανία, Γαλλία, Αυστρία). Άπιαστη, ασύλληπτη, κανείς δεν την είχε ποτέ δει παρόλο που άφηνε το γενετικό της υλικό παντού. Ξεκίνησε μια κολοσσιαία επιχείρηση εναντίον της, χιλιάδες μαρτυρίες, ασφυκτικές ανακρίσεις στους υποτιθέμενους συνεργούς της. Ξοδεύτηκαν 12 εκατομμύρια ευρώ για τις έρευνες και η ίδια επικυρήχθηκε με 100.000 ευρώ. Χιλιάδες λήψεις DNA πραγματοποιήθηκαν σε γυναίκες στη Νότια Γερμανία, στη Γαλλία, στο Βέλγιο και μέχρι και στην Ιταλία. Τελικά, τον Μάρτιο του 2009 η ‘γυναίκα χωρίς πρόσωπο’ ταυτοποιήθηκε, καρφώθηκε για την ενοχή της. Η αδιάσειστη αλήθεια φανερώθηκε. Επρόκειτο για μια εργάτρια της επιχείρησης που τροφοδοτούσε με μπατονέτες για λήψη DNA πολλές ευρωπαϊκές αστυνομίες!

Όπως έχουμε δει, αυτό που λέει το DNA δεν είναι σίγουρα συνώνυμο της αλήθειας. Υπάρχει όμως κάτι χειρότερο, το ότι η ίδια η ερώτηση είναι ψεύτικη. Γιατί ακόμη και αν η απόδειξη του DNA ήταν αυθεντική, ακόμη και αν ολόκληρη η αλληλουχία του αναλύονταν και αντιστοιχούσε ακριβώς με ολόκληρη την αλληλουχία του DNA που βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματος, τι θα αποδείκνυε αυτό? Τίποτα και πάλι, σίγουρα δεν θα αποτελούσε απόδειξη ενοχής. To dna που βρίσκεται σε ένα μπουκάλι που έχει πεταχτεί ενάντια στις δυνάμεις καταστολής κατά τη διάρκεια μιας πορείας δεν είναι απαραίτητα το dna αυτού που το έχει πετάξει. Θα μπορούσε να είναι το dna αυτού που το έχει συσκευάσει, αυτού που το έχει πουλήσει, αυτού που το έχει αγοράσει, αυτού που το έχει ανοίξει, αυτού που το έχει πιει, αυτού που το έχει πασάρει σε άλλον, αυτού που το έχει πετάξει στα σκουπίδια και ούτω καθ εξής. Το DNA που βρίσκεται σε έναν τόπο εγκλήματος δεν αντιστοιχεί απαραίτητα σε αυτό του ενόχου, θα μπορούσε πολύ άνετα να είναι αυτό κάποιου άλλου. Επιπλέον, η παρουσία του DNA δεν αποδεικνύει ούτε καν την παρουσία στον τόπο του εγκλήματος την επίμαχη ώρα, του ατόμου στο οποίο αντιστοιχεί. Ο κάθε άνθρωπος καθημερινά χάνει τρίχες και μαλλιά, μιλάει και φτύνει, τρώει και πίνει, κατουράει και χέζει, συχνά ξύνεται, κάποιες φορές χάνει αίμα, ίσως καπνίζει. Αφήνει ίχνη από το DNA του σε αμέτρητα μέρη, σε αμέτρητα αντικείμενα, σε αμέτρητα άτομα. Τα αφήνει και τα μαζεύει μετακινώντας τα αλλού. Τα παπούτσια για παράδειγμα, πόσα ίχνη του DNA δε μαζεύουν και δεν μεταφέρουν? Επομένως η υπεράσπιση της ενοχής κάποιου μόνο και μόνο επειδή έχει βρεθεί το DNA του στον τόπο του εγκλήματος είναι κάτι εντελώς παράλογο.

Υπήρχε μια περίοδος, πλέον μακρινή, όπου οι ίδιοι οι άνθρωποι του νόμου υποστηρίζανε ότι ένας ρουφιάνος δεν θα έπρεπε ούτε καν να μπαίνει στην αίθουσα του δικαστηρίου. Ο λόγος του δεν μπορεί να αποτελεί αποδεικτικό στοιχείο, μπορεί μόνο να δώσει πληροφορίες στις διωκτικές αρχές για να ακολουθήσουν μια σειρά ενδείξεων που μένει να αποδειχτούν. Αν ο λόγος του περιείχε στιβαρές αποδείξεις, τότε θα έπρεπε αυτές να κατατεθούν με τη μορφή κειμένου. Ο λόγος του από μόνος του δεν μετρούσε καθόλου. Από αυτήν την άποψη, η εύρεση του DNA στον τόπο του εγκλήματος ακόμη και αν ήταν πραγματικά του υπόπτου είναι ακόμα περισσότερο αβάσιμη. Ο ρουφιάνος λέει (σύμφωνα με τη γνώμη του, τη μνήμη του, το συμφέρον του ή την άποψή του) ποιος είναι ο υπεύθυνος ενός εγκλήματος. Το DNA λέει (ίσως, μάλλον, σε κάποιες περιπτώσεις σίγουρα) ποιος μπορεί να πέρασε από τον χώρο όπου συνέβη ένα έγκλημα ή να έχει έρθει σε επαφή με το θύμα.

Όμως η δικαιοσύνη είναι τυφλή, και για αυτό για να δει τείνει να βασίζεται σε άλλους. Στα ανθρώπινα όντα για παράδειγμα, ακόμα σε ανθρώπινα όντα τόσο αχρεία όπως οι ρουφιάνοι. Πράγματι, σήμερα ο λόγος ‘δύο συνεργατών της δικαιοσύνης’ είναι αρκετός για να καταδικαστεί κάποιος. Πόσο μάλλον επομένως γιατί να μην βασιστεί ακόμα πιο ευχαρίστως στο μικροσκόπιο της επιστήμης, η οποία έχει πάντοτε το βίτσιο να παρουσιάζει τις υποθέσεις της σαν αδιάσειστες αλήθειες. ‘Είναι αλήθεια, έχει αποδειχτεί επιστημονικά, το λέει η επιστήμη’. Αντίθετα, η ιστορία λέει και επαναλαμβάνει ότι μια επιστημονική υπόθεση, που παρουσιάζεται σαν αλήθεια σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο, μπορεί να θεωρείται λανθασμένη λίγα χρόνια αργότερα. Οι επιστημονικές ανακαλύψεις παρουσιάζονται σαν βεβαιότητες αλλά σπανίως είναι όντως. Πράγματι, κάθε επιστημονική θεωρία βασίζεται σε μια αναπαράσταση που καθορίζεται από μια ιδεολογία. Οι βιολογικές επιστήμες ερμηνεύουν το ζωντανό ον σαν μια μηχανή που ανταποκρίνεται στις εντολές ενός προγράμματος αποτελούμενο από γονίδια. Αυτή η προσέγγιση που υποβαθμίζει το ανθρώπινο ον στο επίπεδο ενός υπολογιστή, δεν είναι το αποτέλεσμα της παρατήρησης. Αντιθέτως, είναι αυτό που καθορίζει τις παρατηρήσεις. Δεν είναι η παρατήρηση του ζωντανού όντος που προβάλλει αναγκαία την ύπαρξη ενός προγράμματος, αλλά η μηχανιστική οπτική είναι αυτή που κάνει το ζωντανό ον να γίνεται το αντικείμενο μιας παρατήρησης τέτοιου τύπου. Οι επιστήμονες μιλάνε από μια θέση εκ των προτέρων (a priori) και εκ των υστέρων κατευθύνονται στην έρευνα που θα επιβεβαιώσει τη θέση τους. (‘ο άνθρωπος είναι μια μηχανή, ας ψάξουμε τα γρανάζια του!’) .

Στο σύγχρονο κόσμο, η επιστήμη θεωρείται συνώνυμο της αλήθειας. Αυτό οδηγεί τον καθένα στο να χρησιμοποιεί επιχειρήματα φαινομενικά επιστημονικά για να δώσει μια νομιμοποίηση στα πάντα. Αυτό που λένε οι πραγματογνώμονες και οι ειδικοί είναι η “αλήθεια”. Όλοι το σκέφτονται έτσι, από τους αστυνομικούς μέχρι τους δικαστές, από τους συνδικαλιστές μέχρι τους ακτιβιστές, για να μη μιλήσουμε για τον υπόλοιπο κόσμο. Ο πραγματογνώμονας, ο ειδικός είναι κάποιος που ξέρει. Η γνώμη του είναι ‘αντικειμενική’, είναι ένας που πουλάει βεβαιότητες.

Το Κράτος, που του αρέσει να παρουσιάζεται σαν εγγυητής του κοινού καλού παρόλο που εξυπηρετεί το συμφέρον μόνο των λίγων, διοικεί μια Δικαιοσύνη που θα έπρεπε να είναι ίση για όλους αλλά που έχει φτιαχτεί από νόμους που έχουν γράψει και εφαρμόσει οι γνωστοί λίγοι. Το Κράτος, όπως και η Δικαιοσύνη του, είναι προφανώς μεροληπτικοί αλλά έχει μια απεγνωσμένη ανάγκη να παρουσιάζεται σαν ουδέτερο, σαν αντικειμενικό, αμερόληπτο. Για να το πετύχει αυτό χρησιμοποιεί την επιστήμη. Κάποτε ο Λομπρόζο μετρούσε το κρανίο για να ταυτοποιήσει κλέφτες και δολοφόνους, και άλλοτε ο Χίτλερ μετρούσε τη μύτη για να βρει ποιος είναι Εβραίος. Πόσο διαφορετικό είναι αυτό σε σχέση με σήμερα όπου κάποιος συμβουλεύεται τη βιολογία για να το κάνει έτσι ώστε να θριαμβεύσει η δικαιοσύνη? Σήμερα, η χρήση του DNA ως αποδεικτικό στοιχείο αποτελεί την μαγική απάντηση στο άγχος του δικαστικού λάθους, ο μόνος εφιάλτης που θα μπορούσε να ενοχλήσει τον ύπνο των θυτών με τις γούνες. Έτσι, αφού προκύπτει από τα εργαστήρια, η Δικαιοσύνη μπορεί τελικά να εμφανίζεται τέλεια, ακριβής σαν ένας υπολογιστής.

Όμως, πραγματογνώμονες και ειδικοί υπάρχουν πολλοί και τις περισσότερες φορές έχουν αντικρουόμενες απόψεις μεταξύ τους. Αυτό συμβαίνει γιατί η επιστήμη δεν μπορεί να δηλώσει απόλυτες αλήθειες παρά μόνο μπορεί να προτείνει υποθέσεις. Βρίσκονται έτσι μπροστά σε αυτό το παράδοξο: καμία επιστημονική “αλήθεια” δεν μπορεί να θεωρηθεί βεβαιότητα, και όλα αυτά που σήμερα η κοινωνία θέλει να παρουσιάσει σαν βεβαιότητες δεν μπορεί να το κάνει χωρίς να χρησιμοποιήσει επιστημονικά επιχειρήματα. Αντίθετα, αυτό που είναι βέβαιο, αδιαπραγμάτευτο και τρομακτικό είναι δυστυχώς κάτι άλλο. Ότι οι κυβερνήσεις πολλών κρατών φακελώνουν εκατομμύρια άτομα χρησιμοποιώντας επιχειρήματα που προοιωνίζουν ένα καθολικό φακέλωμα. Αυτός που κατέχει την εξουσία, είτε την πολιτική είτε απλά την οικονομική, θα έχει πρόσβαση στα πιο ενδόμυχα δεδομένα του καθενός μας και θα μπορεί να τα κάνει ότι θέλει. Δεν πρόκειται για σενάρια επιστημονικής φαντασίας. Αρκεί να δει κανείς μόνο τι έχει γίνει μέχρι χτες για να αντιληφθεί τι μας περιμένει αύριο. Θυμάται κανείς τα μπουκάλια μολότοφ που βρέθηκαν στην αυλή του σχολείου Diaz στη Γένοβα τον Ιούλιο του 2001, αμέσως μετά τη σφαγή που έκανε η αστυνομία εκεί? Από εδώ και στο εξής οι αρχές δεν θα έχουν ανάγκη να ανοίγουν ειδικές επιχειρήσεις, να εκπαιδεύουν ρουφιάνους, να κατασκευάζουν ψεύτικες αποδείξεις. Όχι, πλέον για να ξεφορτωθούν τους ανεπιθύμητους θα αρκεί να κάνουν να γλιστρήσει κάτι το ανεπαίσθητο στον τόπο του εγκλήματος, όπως για παράδειγμα κάποιες σταγόνες σάλιου, μια τρίχα μαλλιών, μια γόπα από τσιγάρο, που θα ανήκουν σε αυτούς που θέλουν να εξοντώσουν.

Μέσα σε αυτόν τον κόσμο, αυτής της κοινωνικής νηνεμίας, τα ανθρώπινα όντα βιώνουν μια ζωή άχρωμη, χωρίς πάθος και ομορφιά, βουτηγμένοι μέσα στο άγχος και την απόγνωση, στην καθημερινή αναζήτηση ψίχουλων επιβίωσης. Ο κακός τρόπος ζωής προκαλεί πάντοτε συγκρούσεις και βίαιες πράξεις. Το Κράτος επεμβαίνει για να κρύψει αυτά τα αποτελέσματα για τα οποία το ίδιο είναι η κύρια αιτία. Έχει το θράσος να ορίζει τιμωρίες που προκύπτουν από τους νόμους που έγιναν για την ίδια την προστασία του. Για να εντοπίσει τους αυτουργούς αυτών των βίαιων πράξεων βασίζεται στις υποθέσεις της επιστήμης που τις πουλάει σαν αλήθειες. Και έτσι η αηδία συνεχίζει στο διηνεκές. Το Κράτος εφαρμόζει μια τυφλή δικαιοσύνη μέσω μιας χειραγωγίσιμης και χειραγωγούσας επιστήμης. Όλα αυτά παρουσιάζονται σαν ένα υποδειγματικό παράδειγμα. Ο κόσμος για φτύσιμο.

14/06/2016

Finimondo

Πηγή: athensindymedia