Είναι αλήθεια πως πολλά προνόμια καταργήθηκαν με τον καιρό· όμως, όποια βελτίωση κι αν έγινε, έγινε πάντα για το ”κοινό καλό”, για το κράτος και το καλό του κράτους.
Αλλά τι με νοιάζει εμένα το κοινό καλό; Το κοινό καλό δεν είναι το δικό μου καλό· είναι η αυταπάρνηση στην έσχατη συνέπειά της. Το κοινό καλό μπορεί να πανηγυρίζει και εγώ να κάθομαι ”σούζα”· το κράτος μπορεί να ευημερεί και εγώ να μην έχω στον ήλιο μοίρα. Και οι λιμπεραλιστές μας δεν κάνουν άλλο απ’ την ηλιθιότητα να αντιτάσουν το λαό στην κυβέρνηση και να μιλάνε για τα δικαιώματα του πρώτου: ”γιατί ο λαός είναι ενήλικος και πρέπει να λάβει το λόγο” κλπ. Λες και αυτός που δεν έχει στόμα μπορεί να έχει το λόγο!Μόνο το άτομο μπορεί να λάβει το λόγο. Γι’ αυτό και το αίτημα της ελευθεροτυπίας σημαίνει ακριβώς το αντίθετο απ’ ότι διατείνεται, όταν προβάλλεται σαν ”δικαίωμα του λαού”: δεν είναι παρά δικαίωμα, η μάλλον προνόμιο, του ατόμου. Αν ένας λαός εχει ελευθεροτυπία, εγώ, αν και μέσα σ’ αυτό το λαό, δεν έχω. Η ελευθερία του λαού δεν είναι δική μου ελευθερία, και η ελευθερία του τύπου, σαν ελευθερία του λαού, μπορεί κάλλιστα να συμβαδίζει μ’ ενα νόμο περί τύπου και να κατευθύνεται εναντίον μου.
Σχετικά με όλους τους σημερινούς αγώνες για ελευθερία, πρέπει να ξεκαθαριστεί το εξής: Η ελευθερία του λαού δεν είναι δική μου ελευθερία!
(…) Ένας λαός δεν μπορεί να είναι ελεύθερος παρά εις βάρος του ατόμου· γιατί στην ελευθερία αυτή, δεν είναι το άτομο που μετράει αλλά ο λαός. Όσο πιο ελεύθερος ο λαός, τόσο πιο ανελεύθερο το άτομο. Ο αθηναϊκός λαός, την εποχή ακριβώς που βρισκόταν στο απόγειο της ελευθερίας του εθέσπισε τον εξοστρακισμό, καταδίωξε τους άθεους και δηλητηρίασε τον γνησιότερο στοχαστή του.
Πόσοι και πόσοι ύμνοι δεν έχουν ψαλλεί στη συνέπεια του Σωκράτη, που τον έκανε ν’ αντισταθεί στις συμβουλές των φίλων του και να μην δραπετεύσει! Ο Σωκράτης, αναγνωρίζοντας στους Αθηναίους το δικαίωμα να τον καταδικάσουν, φέρθηκε σαν ηλιθιος· καλά να πάθει λοιπόν. Αλλά γιατί όμως δέχτηκε τους όρους των αθηναίων; Γιατί δε τους αγνόησε; Αν ήξερε, αν μπορούσε να ξέρει ποιος ήταν, δεν θα αναγνώριζε καμία αρμοδιότητα, κανένα δικαίωμα σε τέτοιους κριτές. Το ότι δεν εδραπέτευσε ήταν ακριβώς η αδυναμία του, η πλάνη του πως είχε ακόμα κάτι κοινό με τους Αθηναίους ή η εντύπωσή του πως ήταν μελος, ένα απλό μέλος αυτού του λαού. Ενώ ο ίδιος ήταν ο λαός, και μόνον ο ίδιος μπορούσε να κρίνει τον εαυτό του. Κανείς δεν ήταν αρμόδιος να τον δικάσει· κι άλλωστε, μήπως δεν είχε εκδώσει ο ίδιος απόφαση για τον εαυτό του; Δεν έκρινε τον εαυτό του άξιο του Πρυτανείου; Θάπρεπε να έχει επιμείνει στη δική του απόφαση και, εφόσον αυτή δεν ήταν καταδικαστική, να αγνοήσει την επόφαση των Αθηναίων και να δραπετεύσει.
Αλλά υποτάχτηκε και αναγνώρισε στον λαό τον δικαστή του, υποκλινόμενος -ο μικρός αυτός- μπρος στη μεγαλειότητα του λαού. Το ότι υποκλίθηκε στην εξουσία -στην οποία, να υποκύψει μόνο θα μπορούσε- σαν να επρόκειτο για ”δίκαιον”, ήταν προδοσία κατά του εαυτού του: ήταν αρετή. Ο Χριστός που αρνήθηκε, οπως λένε, να χρησιμοποιήσει τις ουράνιες λεγεώνες του, υμνήθηκε από τους ιστοριογράφους για την ίδια ακριβώς ακεραιότητα. Ο Λούθηρος, αντίθετα, έκανε θαυμάσια και πολύ σοφά όταν ζήτησε γραπτή εγγύηση για στην ασφάλεια της μεταφοράς του στη Βορμς· και ο Σωκράτης έπρεπε να ξέρει πως οι Αθηναίοι ήταν εχθροί του και πως μόνον ο ίδιος ήταν άξιος να κρίνει τον εαυτό του. Η αυταπάτη ενός ”κράτους δικαίου”, ενός ”νόμου” κ.λ.π. θάπρεπε να έχει υποχωρήσει μπρος στη διαπίστωση πως η θέση των Αθηναίων ήταν θέση ισχύος.
Η Ελληνική ελευθερία έληξε με την στρεψοδικία και τη ραδιουργία. Γιατί; Γιατί ήταν πολύ πιο δύσκολο για τον μέσο έλληνα να καταλήξει στο συμπέρασμα που ούτε ο ήρωας της ελληνικής σκέψης, ο Σωκράτης, δεν μπόρεσε να φθάσει. Γιατί, τι άλλο είναι η στρεψοδικία παρά ένας τρόπος να εκμεταλλεύτει κανείς το καθιερωμένο, χωρίς να το καταργήσει. Θα μπρούσα να προσθέσω ”προς το συμφέρον του” αλλά η έννοια ενυπάρχει στο ”εκμεταλλευομαι”.
(…) Ο Σωκράτης αναγνώρισε το δίκαιο και τον νόμο· οι έλληνες διατήρησαν απαράβατη την αρχή του δικαίου και του νόμου. Αν παράλληλα μ’ αυτήν την αναγνώριση, εννοούσαν να κοιτάξουν και το δικό τους συμφέρον -ο καθένας το δικό του- τότε δεν έμενε παρά να καταφύγουν στη δικολαβία και τη ραδιουργία. Ο Αλκιβιάδης, αυτός ο μεγαλοφυής ραδιούργος, εγκαινιάζει την περίοδο της Αθηναϊκής ”παρακμής”· με τον Λύσσανδρο τον Λακεδαιμόνιο και άλλους, γίνεται φανερό πως η ραδιουργία έχει απλωθεί στο πανελλήνιο. Το ελληνικό δίκαιο πάνω στο οποίο στηρίζονταν τα ελληνικά κράτη, έπρεπε να διαστρεβλωθεί και να υπονομευτεί απ’ τους εγωιστές που ξεπήδησαν μέσα απ’ αυτά· τα κράτη έπεσαν για να ελευθερωθούν τα άτομα· κι ο ελληνικός λαός χάθηκε γιατί τα άτομα νοιάζονταν λιγότερο γι’ αυτόν και περισσότερο για τον εαυτό τους. Όλα γενικά, κράτη, θεσμοί, εκκλησία κ.λ.π. γκρεμίστηκαν απο τα σχισματικά άτομα· γιατί το άτομο είναι ο προαιώνιος εχθρός κάθε συνόλου, κάθε δεσμού, κάθε αλυσίδας. Κι όμως, υπάρχει ακόμα η εντύπωση πως ο άνθρωπος χρειάζεται ”ιερούς δεσμούς”· αυτός ο θανάσιμος αντίπαλος κάθε ”δεσμού”. Η τύφλωση κάνει τους ανθρώπους ν’ ανακαλύπτουν συνεχώς νέους, και νομίζουν πως βρήκαν επιτέλους το σωστό όταν κάποιος τους φορέσει το κολλάρο του λεγόμενου ελεύθερου συντάγματος, ένα όμορφο συνταγματικό κολλάρο.
(…) Ότι είναι ιερό, είναι δεσμός, αλυσίδα. Ότι είναι ιερό διαστρέφεται, από τους δικολάβους· και η εποχή μας έχει πλήθος απ’ αυτούς και σε κάθε χώρο. Ετοιμάζουν τη κακοποίηση του νόμου, την κατάργησή του.
Καημένοι Αθηναίοι που σας κατηγόρησαν για σοφιστεία και στρεψοδικία· καημένε Αλκιβιάδη που σε κατηγόρησαν για ραδιούργο! Ενώ εδώ βρίσκεται ότι καλύτερο κάνατε, το πρ’ωτο σας βήμα προς την ελευθερία. Οι Αισχύλοι σας και οι Ηρόδοτοι, ήθελαν απλώς την ελευθερία του ελληνικού λαού. Μονάχα εσείς υποψιαστήκατε τη δική σας ελευθερία!
Ο λαός καταδιώκει αυτούς που υψώνονται πάνω απ’ τη μεγαλειότητά του· διαθέτει τον εξοστρακισμό για τους υπέρ το δέον ισχυρούς πολίτες, την ιερά εξέταση για τους αιρετικούς της εκκλησίας, την ιερά εξέταση πάλι για τους προδότες του κράτους κ.λ.π.
Γιατί τον λαό τον ενδιαφέρει μόνον η δική του υπόθεση· απαιτεί απο τον καθένα ”πατριωτική αυτοθυσία”. Γι’ αυτόν, το κάθε άτομο χωριστά είναι αμελητέο, ανύπαρκτο· και δεν μπορεί πάλι να κάνει -ούτε και να υπομείνει- αυτό που το άτομο, και μόνον το άτομο, μπορει: δηλαδη, να καταξιωθεί. Κάθε λαός, κάθε κράτος, αδικεί τον εγωιστή.
Όσο υφίσταται ακόμα έστω και ένας θεσμός που το άτομο δεν θα μπορεί να ανατρέψει, η μοναδικότητα και το αυτεξούσιο θα βρίσκονται ακόμα πολύ μακριά. Πως μπορώ να είμαι ελεύθερος όταν πρέπει να δένομαι με όρκο σ’ ένα θεσμό, ένα σύνταγμα, ένα νόμο, να ”αφιερώνομαι ψυχή τε και σώματι” στο λαό μου; Πως μπορώ να είμαι ο εαυτός μου όταν οι δυνατότητές μου δεν μπόρουν να αναπτυχθούν παρά μόνον στο μέτρο που ”δεν διασπούν την κοινωνική αρμονία”; (βάιτλινγκ).
Η δύση του λαού και της ανθρωπότητας θα σημάνει το δικό μου χάραμα.
Μαξ Στίρνερ
Leave a Reply