Robert Kurz: Ρεαλιστές και Φονταμενταλιστές

Εισαγωγικό σημείωμα της μεταφραστικής ομάδας του Shades

Ένα κείμενο του κριτικού στοχαστή από την Γερμανία Robert Kurz που γράφτηκε το 1994 και το οποίο πραγματεύεται τις ιστορικές κατευθύνσεις του σύγχρονου καπιταλισμού υπό το πρίσμα της αναβίωσης των ποικιλότροπων θρησκευτικών φονταμενταλισμών. Το ιδιαίτερα χρήσιμο στο κείμενο είναι ο απεγκλωβισμός της σκέψης από τους κατασκευασμένους δυϊσμούς δύση/ανατολή, διαφωτισμός/θρησκευτικότητα, φιλελευθερισμός/φονταμενταλισμός και η κατάδειξη (μέσα από την κριτική στην καπιταλιστική ολότητα)της κοινής οντολογίας που συνδέει τα σκέλη στα παραπάνω δίπολα. Επίσης το κείμενο καταπιάνεται με μία σειρά ζητημάτων που απασχολούν τη διανοητική κίνηση και την διαπάλη της εποχής μας, όπως ο κυνισμός και η από-ηθίκευση των καπιταλιστικών κοινωνιών, η θεωρία της «σύγκρουσης των πολιτισμών» και το πρόταγμα του σοσιαλισμού, εντάσσοντάς τα σε ένα ιστορικό context.

Ρεαλιστές και Φονταμενταλιστές
Στον δρόμο πίσω για τον 17ο αιώνα: Η ιδεολογική αυταπάτη της Δύσης.

Με τον τρόπο που η Δύση βλέπει τον εαυτό της, είναι ένας «ελεύθερος κόσμος», ο δημοκρατικός κόσμος, ο ορθολογικός κόσμος, εν ολίγοις: ο καλύτερος από όλους τους πιθανούς κόσμους. Αυτός ο κόσμος υποτίθεται ότι είναι πραγματικός και ανοιχτός, χωρίς καμία ουτοπική ή ολοκληρωτική αξίωση. Καθένας/μία υποτίθεται ότι μπορεί να βρει τη δική του/της σωτηρία., όπως αυτή έγινε αντικείμενο υπόσχεσης από την ανεκτικότητα του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Και οι εκπρόσωποι αυτού του κόσμου λένε ότι είναι ρεαλιστές. Ισχυρίζονται ότι οι θεσμοί τους, οι σκέψεις και οι πράξεις τους είναι σε συμφωνία με τους «φυσικούς νόμους» της κοινωνίας, με την «πραγματικότητα». Ακούμε ότι ο σοσιαλισμός εφθάρη, επειδή ήταν «μη ρεαλιστικός». Μαζί με τον σοσιαλισμό κάθε ουτοπία θεμελιώδους αλλαγής της κοινωνίας θα πρέπει να θαφτεί για πάντα. Και οι πρώην κριτικοί του δυτικού «τρόπου ζωής» στριμώχνονται στο ταμείο, για να πάρουν το εισιτήριο για τον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό του καιρού τους.

Ωστόσο, αυτό το ειδύλλιο ανεκτικότητας και παγκόσμιας καπιταλιστικής δημοκρατίας έχει ενεργοποιήσει έναν νέο εχθρό. Είναι αλήθεια ότι ο σοσιαλισμός είναι νεκρός, αλλά στη θέση του, ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός έχει εισέλθει στην αρένα. Ο φονταμενταλισμός είναι άσχημος, πιο άσχημος από ό,τι θα μπορούσε να είναι ο σοσιαλισμός. Και στα μάτια των δυτικών ιδεολόγων μοιάζει αρκετά αραβικός. Τα τελευταία χρόνια το Πεντάγωνο ξεκίνησε να κατασκευάζει τον ισλαμικό φονταμενταλισμό ως έναν ιστορικό εναλλακτικό εχθρό. Το μουσουλμανικό «τόξο της κρίσης» από το Πακιστάν έως την Μαυριτανία τώρα εκλαμβάνεται ως μία στρατηγική περιοχή μάχης. Όπως στους καιρούς του ψυχρού πολέμου εναντίον του σοσιαλισμού, στη νέα σχηματοποίηση όλες οι εξουσίες υποστηρίζουν αυτή τη δραστηριότητα της δύσης εναντίον του φονταμενταλισμού, ακόμα και αν χεριασθούν την υποστήριξη διεφθαρμένων και σκληρών καθεστώτων. Ωστόσο, η νέα στρατηγική εξίσωση, με την οποία οι δυτικοί ειδικοί που είναι υπεύθυνοι για την εννοιολόγηση των εχθρών, προσπαθούν να δικαιολογήσουν την περαιτέρω ύπαρξή τους, δεν θα δουλέψει. Ο φονταμενταλισμός δεν είναι ένας λογικός, πολιτικά προσδιορίσιμος και υπολογίσιμος στις πράξεις τους εχθρός, όπως ήταν ο σοσιαλισμός.

Επίσης ο φονταμενταλισμός δεν έχει ένα ορισμένο κέντρο στον κόσμο και πάνω από όλα δεν περιορίζεται στο Ισλάμ. Τα τελευταία χρόνια οι φονταμενταλιστικές χριστιανικές σέκτες έχουν με αυξημένη τάση πάρει τη θέση των σοσιαλιστικών κινημάτων σε πολλές μη-μουσουλμανικές περιοχές της Αφρικής και σε όλη τη Λατινική Αμερική.

Η ίδια κοινωνική τρέλα του θρησκευτικού φονταμενταλισμού τώρα ανθίζει στα δυτικά κέντρα της παγκόσμιας αγοράς. Ήταν ένα σοκ για τις ΗΠΑ, όταν αποκαλύφθηκε ότι δεν ήταν οι αλλοδαποί ισλαμιστές τρομοκράτες εκείνοι που τοποθέτησαν την καταστροφική βόμβα στην επίθεση στην Οκλαχόμα, αλλά λευκοί χριστιανοί των ΗΠΑ με την ιδεολογία των χριστιανών «πολεμιστών του Θεού». Για χρόνια «η χώρα του Θεού» έχει διαπερασθεί από ριζοσπαστικές ευαγγελικές σέκτες οι οποίες επίσης ελέγχουν την διάδοση του ευαγγελικού λόγου στη Λατινική Αμερική. Για αρκετούς νέους στην Γερμανία αφανείς θρησκευτικές ομάδες έχουν γίνει υποκατάστατο της πολιτικής: υπάρχει μία θερμή ανοιχτή συζήτηση για την επιρροή των μυστικών σεκτών, όπως η εκκλησία της «Σαϊεντολογίας», η οποία προσπαθεί να διυλίσει την οικονομία και την κοινωνία. Και ποιος θα μπορούσε να σκεφτεί ότι σε μία χώρα, όπως η Ιαπωνία, η οποία θεωρείται μαθητικό υπόδειγμα καπιταλιστικής επιτυχίας, μία ριζοσπαστική αποκαλυπτική σέκτα σαν την Aum Shinrikyo με τον ηγέτη της Shoko Asahara θα μπορούσε να επηρεάσει τόσους πολλούς ανθρώπους και να στρατολογήσει οπαδούς ακόμα και ανάμεσα στον ιαπωνικό στρατό;

«Οι τρελοί του Θεού» αυξάνονται παντού. Από πού προέρχονται; Σίγουρα όχι από άλλον πλανήτη. Προέρχονται απευθείας από την καρδιά του ίδιου του καπιταλιστικού κόσμου. Στην πραγματικότητα ο νέο-φιλελευθερισμός γνωρίζει λίγα για τους ανθρώπους. Σήμερα δεν μπορεί να αρνηθεί κάποιος ότι η κοινωνική δυστυχία εξαπλώνεται στον φιλελεύθερο κόσμο της αγοράς σαν μια πυρκαγιά. Όχι μόνο στην Βραζιλία, αλλά σε όλον τον κόσμο η δυτική ελευθερία και η ανεκτικότητα φανερώνει τον εαυτό της κυνικά ως μία «δημοκρατία του απαρτχάιντ», όπως ορθώς περιγράφηκε από τον Jurandir Freiere Costa (Πανεπιστήμιο του Ρίο). Την ίδια στιγμή οι κοινωνικές σχέσεις αποσυντίθενται όχι μόνο στα σλαμς, αλλά σε όλες τις τάξεις της κοινωνίας. Οι πραγματικές διεργασίες της αγοράς και η νέο-φιλελεύθερη ιδεολογία έχουν την τάση να διαλύουν όλες τις ανθρώπινες σχέσεις σε οικονομία. Το 1992 ο οικονομολόγος από τις ΗΠΑ Gary S. Becker βραβεύθηκε με το βραβείο Νόμπελ για τη θεωρία ότι ακόμα και εκτός της αγοράς κάθε ανθρώπινη συμπεριφορά ευθυγραμμίζεται με τις οπτικές κόστους-κέρδους και μπορεί να παρασταθεί με τα μαθηματικά, ακόμα και ο έρωτας.

Οι «ρεαλιστές» έχουν απλά μια απάντηση για την κοινωνική δυστυχία, όπως έχουν για τη μιζέρια των ανθρωπίνων σχέσεων σε ένα ολοκληρωτικά οικονομικοποιημένο, εκλογικευμένο κόσμο: απλά κουνάνε τους ώμους τους και ρίχνονται στις καπιταλιστικές μπίζνες. Και επειδή η ορθολογική γλώσσα του σοσιαλισμού είναι νεκρή, η ανορθολογική γλώσσα των θρησκειών επιστρέφει στην κατεστραμμένη κοινωνία, αλλά με μία άγρια και μοχθηρή γραμματική. Ο οικονομικός νέο-φιλελευθερισμός κραυγάζει: «καπιταλισμό» και η ψευδο-θρησκευτική ηχώ κραυγάζει: «τέλος του κόσμου». Τώρα γίνεται κατανοητό ότι ο σοσιαλισμός δεν ήταν απλά μία ιδεολογία, αλλά επίσης ένα είδος ηθικού φίλτρου, χωρίς το οποίο ο νεώτερος πολιτισμός δεν μπορεί να υπάρξει. Ο μη φιλτραρισμένος, αχαλίνωτος καπιταλισμός ασφυκτιά στο δικό του ηθικό φίλτρο, το οποίο πλέον δεν θεραπεύεται θεσμικά.

Για σχεδόν 150 χρόνια μέχρι τη δεκαετία του 1970 κάθε ώθηση της καπιταλιστικής νεωτερίκευσης αυτόματα ενεργοποιούσε μία μεταρρυθμιστική ή επαναστατική κοινωνική δραστηριότητα των εγγράμματων νέων. Ξανά και ξανά η αλληλεγγύη με τους «ταπεινούς και καταφρονεμένους» ήταν μία δυνατή παρόρμηση για αντιπολίτευση και ριζοσπαστική κριτική της κοινωνίας, ειδικά με τη «χρυσή νεολαία», τους «πιο όμορφους νέους» των ανώτερων τάξεων. Ύστερα από την παγκόσμια νίκη της αγοράς, αυτή η παρόρμηση πέθανε. Τα «golden boys» και τα «golden girls» της νέο-φιλελεύθερης εποχής θέλουν να παίζουν μόνο στο χρηματιστήριο. Η νεολαία της μεσαίας τάξης έχει με ναρκισσιστικό τρόπο χάσει τον ηθικό της χαρακτήρα και δεν είναι πια λόγια. Έχει παραδοθεί πνευματικά και διανοητικά στην ολική αγορά. Είτε στην Αίγυπτο και την Αλγερία, ή την Βραζιλία και την Ινδία, όσο οι προσανατολισμένοι στη δύση νέοι ονειρεύονται να κάνουν λεφτά σαν μηχανικοί και δικηγόροι, ή σαν ποδοσφαιριστές και αθλητές στίβου, δεν νιώθουν καμία ευθύνη για την κοινωνική δυστυχία. Και στην δύση οι νέοι της μεσαίας τάξης βουλιάζουν στον κοινωνικό κυνισμό. Σε κάποιους νέους στην Γερμανία που οδηγούν ακριβά αυτοκίνητα, έχει γίνει σικ να φοράνε μία κονκάρδα με την επιγραφή: «Η φτώχεια σου με αηδιάζει».

Οι απομείναντες διανοούμενοι αισθητικοποιούν την φτώχεια και την εκμεταλλεύονται εμπορικά: η αγωνία για επιβίωση εργαλειοποιείται για τα διαφημιστικά. Ο πνευματικός προσανατολισμός ο οποίος είναι σύμφωνος με τη λογική της αγοράς έχει επιφέρει επίσης μία «λατρεία του κακού». Στο βιβλίο του για την αναγέννηση του κακού ο Γερμανός κοινωνιολόγος Alexander Schuller αναφέρει: «Η καθημερινή μας ζωή και φαντασία δεν καταλαμβάνονται πλέον από την πρόοδο και τον λόγο, αλλά από το κακό». Από την παρακμή του σοσιαλισμού, υπάρχει μία αύξηση στην εμπειρικά μετρήσιμη σκληρότητα και βαναυσότητα. Αλλά, αν η νεολαία της μεσαίας τάξης εκφυλίζεται, τότε τα παιδιά των φτωχών δεν μπορούν πλέον λογικά και ηθικά να καταγγείλουν τη δική τους μιζέρια. Κατά τη διάρκεια μίας έρευνας στη Μόσχα ανάμεσα σε νέους κάτω των 14 ετών, στην ερώτηση ποιό είναι το επιθυμητό επάγγελμα, η πλειοψηφία των αγοριών απάντησε «μαφιόζος» και των κοριτσιών «πόρνη».

Ο φονταμενταλισμός δεν απομακρύνεται από αυτή τη συνθήκη της από-ηθίκευσης: δίνει μόνο μία ανορθολογική πνευματική εξήγηση. Όταν αυτή η ψευδο-θρησκευτική οπισθοδρόμηση καταλαμβάνει τα απομεινάρια μίας τελευταίας ελπίδας η οποία απορρίφθηκε από την ιστορία, τότε απομένει η ασαφής επιθυμία να μας αφήσει επιτέλους ήσυχους ο καπιταλισμός, να ξαναβρούμε το δρόμο μας σε μία ειρηνική κοινωνική τάξη και να μπορούμε να μπορούμε να καθίσουμε σε ένα παγκάκι μπροστά από το σπίτι, χωρίς να έχουμε να σκεφτούμε με φόβο για την επόμενη ημέρα. Ωστόσο, ο φονταμενταλισμός δεν έχει ένα πρόγραμμα κοινωνικής χειραφέτησης, αλλά μόνο ένα πρόγραμμα ιδεολογικοποίησης της τυφλής επιθετικότητας, που η αποτυχία της χειραφέτησης άφησε πίσω. Το όλο του πρόγραμμα εξαντλείται σε μία θρησκευτικά κεκαλυμμένη παρώθηση, όπως διακηρύττει σε μία έκφραση που χρησιμοποιείται από τους νέους στα σλαμς του Παρισιού «J’ai la haine-Έχω το μίσος». Οι νέες θρησκείες του μίσους, είτε είναι ισλαμικής είτε χριστιανικής προέλευσης, έχουν όλες μαζί μία συνθετική, αυθαίρετη και εκλεκτική φύση. Με τις αυθεντικές θρησκευτικές παραδόσεις στις οποίες αναφέρονται, δεν έχουν τίποτε άλλο κοινό παρά το όνομα. Είναι προϊόν μίας εκφυλισμένης σύγχρονης εποχής στις δυτικές και δυτικοποιημένες κοινωνίες της παγκόσμιας αγοράς. Ακριβώς επειδή δεν έχουν ιστορικές προοπτικές να προσφέρουν, γίνονται εναλλακτικές ευκαιρίες καριέρας για μικρούς και μεγάλους «ηγέτες» που σερφάρουν πάνω στο κύμα της δυσαρέσκειας.

Οι εκπρόσωποι της επίσημης κοινωνίας και οι ιδεολόγοι του νεο-φιλελευθερισμού αντιδρούν σε αυτή την εξέλιξη με την ευχή να συζεύξουν τη λογική της αγοράς με τις «συντηρητικές αξίες». Οι άνθρωποι (στη νέο-φιλελεύθερη οπτική) είναι αυθόρμητα εγωιστές και αλτρουιστές, είναι αυθόρμητα δυνατοί στον ανταγωνισμό και ταπεινοί ενώπιον του Θεού, έχουν αυθόρμητα μία στεγανοποίηση για τον αφηρημένο υπολογισμού κόστους-κέρδους και είναι και ηθικά καθαροί. Με αυτήν την ηθική και παιδαγωγική σχιζοφρένεια η σκέψη των καπιταλιστών «ρεαλιστών» συγχωνεύεται με τα ψέματα του φονταμενταλισμού. Αμφότερες αυτές οι ιδεολογίες γίνονται όμοιες μεταξύ τους, όπως δύο μπιζέλια. Αυτό δεν προκαλεί έκπληξη. Κι αυτό γιατί το υπόβαθρο του φονταμενταλισμού δεν βασίζεται μόνο στη φτώχεια, αλλά επίσης και στο φόβο ότι η μεσαία τάξη απειλείται από τους φτωχούς. Η ψευδο-θρησκευτική μανία φωλιάζει εξίσου στα μυαλά των φτωχών και των πλουσίων. Και η θρησκευτικά κεκαλυμμένη μαχητικότητα της μεσαίας τάξης δεν είναι λιγότερη βίαιη από την τρέλα των φτωχών. Στο δοκίμιό του «Ausblicke auf den Bürgerkrieg» (Απόψεις Εμφυλίου Πολέμου) ο Γερμανός συγγραφέας Hans Magnus Enzenberger χαρακτηρίζει αυτή την τάση της «αξιότιμης κοινωνίας»: «Αποβραδίς ανυποψίαστοι πολίτες μετατρέπονται σε χούλιγκανς, εμπρηστές, τρελούς κατά συρροή δολοφόνους και ελεύθερους σκοπευτές».

Ο φονταμενταλισμός είναι «ρεαλιστικός» και ο «ρεαλισμός» είναι φονταμενταλιστικός. Αμφότεροι κατέχουν την ίδια ιδεολογική δομή. Όπως είναι καλά γνωστό, αμφότεροι μιλάνε για το «τέλος της ιστορίας» και οι εσχατολόγοι της αγοράς πιστεύουν ότι αυτό το τέλος έχει έλθει. Επιπρόσθετα και οι δύο κινούνται στα ίδια μίντια: Όπως οι μάνατζερ της αγοράς αναπτύσσουν λαγνεία με το χρήμα, έτσι κάνουν και οι κήρυκες του υποκρινόμενου διαφωτισμού. Όπως οι πολιτικοί αναπτύσσουν λαγνεία με την παρουσία στην τηλεόραση, έτσι και οι «θεοκρατίες» αναπτύσσουν λαγνεία με την ατομική βόμβα. Αυτά είναι όλα τα δυτικά μίντια. Οι ψευδο-προφήτες δεν έχουν ιδέα μίας διαφορετικής μορφής κοινωνίας. Έχουν αφήσει τους εαυτούς τους να συγκριθούν με τη γνώση εκείνη που ο καναδός κοινωνιολόγος Marschall McLuhan σχηματοποίησε ήδη στα 1960’s: «Το μέσο είναι το μήνυμα».

Αντίστροφα ο καπιταλιστικός «ρεαλισμός» δεν μπορεί να αρνηθεί τον οιονεί-θρησκευτικό του χαρακτήρα. Δεν βλέπουμε άραγε, πώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ Μπους, όπως ο ισλαμικός εχθρός του Σαντάμ Χουσεΐν, έστειλε τον θεό μίας πολεμικής θρησκείας στην γραμμή του μετώπου; Αυτά δεν είναι απλά εξωτερικές εμφανίσεις. Η λογικότητα της αγοράς έχει θρησκευτική προέλευση: είναι τόσο ορθολογική, όσο ένα κλειστό ανορθολογικό σύστημα παράγει την δική του εσωτερική λογικότητα. Η απόρροια της σύγχρονης ιστορίας, η ολική παγκόσμια αγορά είναι το αποτέλεσμα μίας εκκοσμικευμένης θρησκείας που ξεκίνησε με μία προτεσταντική-καλβινιστική μορφή. Ιδιαίτερα οι ΗΠΑ, η τελευταία υπερδύναμη της παγκόσμιας αγοράς, σήμερα είναι επηρεασμένες από έναν βαθύ καλβινιστικό φονταμενταλισμό του «making money» ως ενός αυτού καθ’ εαυτού τέλους. Η δυτική ανεκτικότητα είναι μόνο μία ειδική ύπουλη μορφή μη ανεκτικότητας. Κι αυτό γιατί ο θεός της αγοράς δεν ανέχεται άλλον θεό δίπλα του. Ανέχεται μόνο αυτό που εκ των προτέρων και απερίσκεπτα παραδίδεται στα μέσα του.

Το τέλος της ιστορίας είναι η αντιστροφή της ιστορίας. Στο ξεκίνημα της καπιταλιστικής νεωτερίκευσης διεξήχθησαν οι θρησκευτικοί πόλεμοι του 17ου αιώνα. Εκείνη η περίοδος αντικαταστάθηκε από τον απολυταρχισμό της κρατικά ελεγχόμενης οικονομίας και των μερκαντιλιστικών δομών. Ο φιλελευθερισμός της ελεύθερης αγοράς άνθισε μόνο μέχρι τον 19ο αιώνα; Πώς λοιπόν θα κατανοήσουμε τον 20ο αιώνα; Ο αιώνας αυτός ολοκλήρωσε την ολότητα της αγοράς. Την ίδια στιγμή, όμως, ήταν ένας αιώνας κρίσης που η ιστορία άρχισε να πηγαίνει προς τα πίσω. Η κρατικά ελεγχόμενη πολεμική οικονομία και των δύο κόσμων, ο προϋπολογιστικός σοσιαλισμός της ανατολής, όπως και της δύσης, και επίσης ο κεϋνσιανισμός της δύσης με τα κρατικά ελεγχόμενα οικονομικά του στοιχεία μπορούν σε ένα βαθμό να γίνουν κατανοητά ως μία επιστροφή στην μερκαντιλιστική εποχή, αλλά σε ένα ανώτερο επίπεδο ανάπτυξης. Τώρα, ύστερα από την κατάρρευση όλων των παραλλαγών της σύγχρονης κρατικά ελεγχόμενης οικονομίας, ο νεο-φιλελευθερισμός υπόσχεται μία νέα χρυσή εποχή της ελεύθερης αγοράς. Αλλά, αν η ιστορία έχει όντως κινηθεί προς μία οπισθοδρομική κατεύθυνση, τότε είμαστε στο χείλος μίας νέας εποχής. Ο αμερικανός πολιτικός επιστήμονας Samuel P. Huntington (Χάρβαρντ) λέει περισσότερα, από όσα γνωρίζει, όταν διαμορφώνει την υπόθεση ότι η περίοδος των συγκρούσεων ανάμεσα σε ιδεολογίες και έθνη-κράτη αντικαθίσταται από τη «σύγκρουση των πολιτισμών». Σημαίνει αυτό κάτι άλλο πέρα από το ότι το προτσές της καπιταλιστικής νεωτερίκευσης θα το καταπιεί μία μαύρη τρύπα της ιστορίας και θα επιστρέψει στην εποχή της θρησκευτικής μαχητικότητας και στον Τριακονταετή Πόλεμο;

Ο νέο-φιλελευθερισμός θα ρουφηχθεί με ακαταμάχητη ισχύ σε αυτήν την τάση, επειδή διακατέχεται από την «σκοτεινή ουτοπία» της ολικής αγοράς, ενός ολοκληρωτικού θρησκευτικού πυρήνα. Συγκριτικά ο σοσιαλισμός δεν ήταν μόνο η κρατικά ελεγχόμενη οικονομία, αλλά και η ιδέα μιας κοινωνίας αλληλεγγύης η οποία συνειδητά ρυθμίζει τον εαυτό της, αντί να ακολουθεί ανορθολογικές αρχές. Αν, δεν θέλουμε στον 21ο αιώνα να πάμε σε μία νέα περίοδο θρησκευτικών πολέμων, τότε πρέπει να σχηματίσουμε τον σοσιαλισμό σε μία νέα, διαφορετική, όχι πια κρατικά ελεγχόμενη οικονομική μορφή. Μόνο με αυτόν το δρόμο είναι δυνατό η ιστορία να ανοίξει τον εαυτό της ξανά.

 

Πηγή: theshadesmag

Be the first to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.