Anna Beniamino: Εκφυλισμοί – Άναμεσα στην περηφάνια και την έμφυλη θυματοποίηση

Είμαι αναρχική και όχι φεμινίστρια διότι αντιλαμβάνομαι τον φεμινισμό ως μια σεχταριστική και θυματοποιητική αφαίρεση. Ποτέ μου δεν έχω προβεί σε έμφυλες διακρίσεις ωστόσο δεν οικειοποιούμαι έμφυλα γλωσσολογικές συμβάσεις, αντιθέτως συχνά χρησιμοποιώ βρώμικη πολιτικά μη ορθή γλώσσα. Θεωρώ πως η εξάλειψη του έμφυλου προνομίου και των παρόμοιων καταπιέσεων, εμπεριέχεται ήδη στην αναζήτηση για την αναρχία, ή ακόμα καλύτερα στην πρακτική των ανεξούσιων σχέσεων, και εκεί θα πρέπει να καλλιεργείται. Α, ξέχασα να πω ότι, σιχαίνομαι την πρακτική της ευαισθητοποίησης (consciousness-raising) στις δημόσιες συναντήσεις και θεωρώ πως μετατρέπει τις συνελεύσεις σε εργαλεία μη αιχμηρά. Κατανοώ και έχω την ανάγκη να συναναστρέφομαι, βλέπω όμως πώς η διαδικασία της συνέλευσης συχνά εκφυλίζεται σε μια στείρα αυτοπαρουσίαση.

Βλέπετε, στους καιρούς που διανύουμε, ρισκάρουμε να ξεκινάμε με έναν τέτοιο πρόλογο προκείμενου να εισέλθουμε στην αθλιότητα των κλισέ που σχετίζονται με το φύλο και τον φεμινισμό, αποκεντρώνοντας τους εαυτούς μας στην περίπλοκη ανικανότητα να συνδεθούμε με τον κόσμο της αναρχίας, με το εύρος των συμπεριφορών να κυμαίνεται από τον υπερ-συναισθηματισμό μέχρι τους γραφειοκρατικούς υπολογισμούς του τι θέση (στο βαθμό του διαπραγματεύσιμου συμβιβασμού) να πάρουμε στον αγώνα. Δεν θεωρώ πως η εξουσιαστική και σεξιστική συμπεριφορά μπορεί να πολεμηθεί με το να προσπαθούμε να διαδίδουμε νέες γλωσσολογικές συμβάσεις ή με το να αναπαράγουμε κομμάτια της κυρίαρχης αγανακτισμένης ρητορικής (όπως τα διάφορα ιντερνετικά hastag πχ #nonunadimeno, η καταμέτρηση των γυναικοκτονιών στη TV, τα φεστιβάλ περηφάνιας, το κίνημα των κόκκινων παπουτσιών και οι κορδέλες με ουράνια τόξα)
Όλα αυτά θα πρέπει να αναγνωρίζονται ως σημάδια ακόμα μιας εν εξελίξει διαδικασίας αποδόμησης των αληθινών νοημάτων. Δηλαδή, κάποιος που έχει πεπεισθεί ότι τους αντιτίθεται, στην πραγματικότητα υιοθετεί τους συμπεριφορικούς και κανονιστικούς κώδικες υποκύπτονας στην κυριαρχία.

Δεν είναι καινούργιο πως η οικονομική και πολιτική εξουσία τείνει να καταβροχθίζει και να ξαναχωνεύει τα πάντα, όλο και γρηγορότερα: ας πάρουμε για πάραδειγμα τα μαργαριτάρια αντισεξισμού, αντιρατσισμού και οτιδήποτε άλλου μπορεί να αφομοιώσει ο νέο-συντηρητισμός και ο κομφορμισμός και τα οποία αναπαράγονται στα μέσα ενημέρωσης καθημερινά.
Θεωρώ ότι μια βασική παρερμηνεία έγκειται στην ανικανότητα να τοποθετηθούν συγκεκριμένες μορφές συμπεριφοράς σε ένα πλαίσιο, εντός του οποίου θα πρέπει να αναπτυχθεί μια ευρύτερη κριτική των σχέσεων, της επικοινωνίας και της αλληλεπίδρασης μεταξύ των ατόμων από αντιεξουσιαστική σκοπιά, με στόχο τον περιορισμό των έμφυλων ζητημάτων.
Η έμφυλη κατηγοριοποίηση, στο στυλ του LGBTI, θα πρέπει να αφεθεί σ’ αυτούς που έχουν την ανάγκη να αισθάνονται τους εαυτούς τους ως μια προστατευόμενη κατηγορία, σε συνωμοταξίες που παραπέμπουν περισσότερο στο σύστημα ταξινομίας του Λινναίου, παρά σε ελεύθερα σώματα και μυαλά. Τέτοιες συνωμοταξίες τις συναντάμε και σε αντιεξουσιαστικούς κύκλους, οι οποίοι θα έπρεπε ήδη να είχαν εσωτερικεύσει την άρνηση.

Παρεμπιπτόντως, δεν πιστεύω ότι οι αποκαλούμενοι απελευθερωμένοι χώροι είναι πραγματικά τέτοιοι, στην πραγματικότητα γίνονται συχνά χώροι στάθμευσης για διάφορες μορφές παθογενειών και αντί να βελτιώνουν την ποιότητα ζωής και τις σχέσεις, γεννιέται ο κίνδυνος να υπονομευτούν ακόμα περισσότερο.

Για παράδειγμα, δεν είναι δυνατόν να βλέπουμε κάθε αδυναμία αλληλεπίδρασης στις συνελεύσεις ως σεξισμό, εξουσιαστική επιβολή ή έμφυλη βια. Διάβασα σε μια μπροσούρα [1] που κυκλοφόρησε πέρυσι, στιγματίζοντας την κρυμμένη βια στις σχέσεις μεταξύ των συντρόφων: «Οι παλιότεροι ασκούν εξουσία στους νεότερους, εκείνοι που έχουν περισσότερη εμπειρία επιδεικνύουν τις ικανότητες τους σ’ αυτούς που έχουν λιγότερη, ο περισσότερο δυνατός στον λιγότερο δυνατό, αντανακλώντας έτσι τις σχέσεις του υπάρχοντος που θέλουμε να καταστρέψουμε».

Αυτή υποτίθεται πως πρόκειται για την κριτική στις εξουσιαστικές συμπεριφορές εντός των αντιεξουσιαστικών κύκλων και θα μπορούσε να ευσταθεί, αν δεν ευτέλιζε και δεν ισοπέδωνε τα πάντα: υπάρχει μια θεμελιώδης διαφορά ανάμεσα στην επίδειξη της δύναμης και στην έκφραση της εμπειρίας. Η αδυναμία στο να εκφραστεί κάποιος/α ή να δράσει δεν είναι ούτε εξουσιαστική ούτε αντιεξουσιαστική, και μπορεί να επιλυθεί μόνο σε ατομικό επίπεδο… ειδάλλως ξεπέφτουμε στην ηλιθιότητα της εξύμνησης της αδυναμίας και της αδράνειας.

Η έννοια της συναισθηματικής βιας ή η παραβίαση της συναισθηματικής ακεραιότητας είναι ακόμα πιο ανισόρροπη, γιατί προωθεί αυτά τα αναλυτικά σκουπίδια εντός των αντιεξουσιαστικών κύκλων, οι οποίοι θα πρέπει να έχουν πολύ πιο αιχμηρά κριτικά εργαλεία και πρακτικές ικανότητες παρέμβασης.

Πώς μπορούμε να ισχυριστούμε ότι συμμετέχουμε σε έναν αμείλικτο αγώνα ενάντια στην εξουσία και να προτάσσουμε την επαναστατική και απελευθερωτική βία αν δεν μπορούμε να αντιδράσουμε ατομικά σε κάποιο ‘’ανεπιθύμητο σχόλιο στο δρόμο’’ (με το να το αντιλαμβανόμαστε σαν αυτό που είναι και να το αντιμετωπίζουμε ανάλογα με το άτομο που το εκστόμισε) ή να διεξάγουμε μια συζήτηση με εντάσεις την ώρα κάποιας συνέλευσης χωρίς να υπάρχει ως καταφύγιο η ασπίδα της συναισθηματικής βιας; Γιατί οδηγούμαστε στο να μελετάμε την αφοπλιστική και εμφανή ηλιθιότητα που συμβουλεύει να κάνουμε σεξ με μια γυναίκα προκειμένου να αποφευχθεί μια ανεπιθύμητη έκτρωση; [2] Γιατί να παρουσιάζουμε σαν κατάκτηση, ακόμα και στο πεδίο του φύλου, μόνο για ‘’γυναικείες συμμορίες’’, την αυτό-άμυνα ενάντια στην επιθετικότητα και την παρενόχληση; Δεν αποτελεί αυτό ένα κοινό πρόβλημα για όλα τα φύλα ανάμεσα στα απελευθερωμένα όντα;
Γιατί θα πρέπει να επανερχόμαστε στα πιο ξεπερασμένα προϊόντα που υπάρχουν στη ντουλάπα του φεμινισμού της δεκαετίας του ‘70, όπως είναι οι διασπαστικές συναντήσεις… που μπορεί να ονομάζονται και workshops (ένας πραγματικά άσχημος όρος που συνδυάζει τη δουλειά [work] με το κατάστημα [shop], δανεισμένος από τα επαγγελματικά συνέδρια και ανάξιος για ελεύθερες συζητήσεις);

Το φάντασμα ενός τέτοιου αφαιρετικού και κοινότυπου μηχανισμού που διαβάζω σε μια άλλη πρόσφατη δημοσίευση, σε ιταλική έκδοση βιβλίου για τη Rote Zora [3], είναι η πρόθεση να ευαισθητοποιηθεί μόνο ένα γυναικείο κοινό για μια ομάδα γυναικών που ήταν κομμάτι του ένοπλου αγώνα τις δεκαετίες του ‘80 και του ’90 στην Γερμανία, εμμένοντας στην επιλογή του φύλου και του μεγάλου ενδιαφέροντος σε ορισμένα φεμινιστικά θέματα, ως προνομιακός παράγοντας διάκρισης με σκοπό να μη μείνουν στην λήθη… δεδομένου ότι καμία δεν θέλει να «ανήκει στην επίσημη ιστορία, αφού είναι γραμμένη από άνδρες»[4]… Τι;;; Η επίσημη ιστοριογραφία τείνει να μιλάει γι’ αυτές επειδή ήταν οργισμένες, και όχι οργισμένες φεμινίστριες; Ακριβώς όπως δεν ασχολείται με –ή δε στρεβλώνει – την ιστορία, τις ενέργειες και τα γραπτά τόσων άλλων οργισμένων ανδρών και γυναικών. Το μερικό όραμα δεν είναι αυτό της Rote Zora που πειραματίστηκε στο δικό της μονοπάτι για την ατομική και συλλογική πάλη και απελευθέρωση στο πλαίσιο της ευρύτερης αντιιμπεριαλιστικής και αντικαπιταλιστικής δράσης, αλλά εκείνων που προσπαθούν να το ιδιοποιηθούν με σκοπό να προσδώσουν περισσότερη ισχύ και βάρος στην θεώρησή τους, με αποτέλεσμα να το υποβαθμίζουν στα ‘’μονοπάτια της αυτοάμυνας’’.

Γιατί να οχυρωθούμε στα χαρακώματα ενός ‘’φεμινιστικού και λεσβιακού’’ διαλόγου[5]; Γιατί να αναζητούμε ακόμα ένα κλουβί προστασίας, αντί να αναπτύσσουμε την ομορφία και το άπειρο των πιο προωθημένων ιδεών κριτικής στην κυριαρχία (κι όχι μόνο στο φύλο);

Η ‘’γυναικεία αδελφότητα’’ (sisterhood) πάντα μου έμοιαζε σαν μια μορφή εσωτερικευμένης αλλοτρίωσης των εγκάρσιων πολιτικών συμμαχιών μεταξύ καταπιεστών και καταπιεσμένων, μεταξύ όσων προκρίνουν την διαταξική ενότητα. Επίσης, έτυχε πρόσφατα να διαβάσω μια μπροσούρα[6] που περιείχε συνεντεύξεις που πήρε μια Ιταλίδα φεμινίστρια σε γυναίκες βετεράνους της Ισπανικής Επανάστασης του 1936, με στόχο να βρει κάποια υποτιθέμενη ‘’γυναικεία αδελφότητα’’ ανάμεσα στις αναρχικές γυναίκες που συμμετείχαν στην εμπροσθοφυλακή αλλά και στα μετόπισθεν με τις Ελεύθερες Γυναίκες (Mujeres Libres), στο Εργατικό Κόμμα Μαρξιστικής Ενότητας (POUM) και τις σταλινίστριες γυναίκες.

Είναι αρκετά σημαντικό ότι οι αναρχικές γυναίκες της επανάστασης που διεξήχθη πριν σχεδόν έναν αιώνα ήταν πολύ πιο οξυδερκείς και προχωρημένες στην κριτική τους σχετικά με τους περιορισμούς του φεμινισμού, σε αντίθεση με τη συνεντευξιάστριά τους που είναι εμποτισμένη με όλα τα κλισέ της δεκαετίας του ’70: στην απόλυτη γαλήνη μιας ζωής βιωμένης στο έπακρο, ήταν σε θέση να εξηγήσουν με απλά λόγια τις σχέσεις ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών συντρόφων, καθώς και το πώς καταφέρναν να ξευτιλίσουν και να εξαφανίσουν τη ματσίλα που μπορεί να προέκυπτε απ’ τους πιο οπισθοδρομικούς και χαζούς συντρόφους τους. Εν ολίγοις, οι πρακτικές και η θεωρητική συνεισφορά αυτών των γυναικών είναι πολύ πιο ενισχυτικές για το μονοπάτι της ατομικής απελευθέρωσης και της άρνησης των εξουσιαστικών δυναμικών, σε σύγκριση με αυτές τις φεμινίστριες που κάνουν κύκλους γύρω από τις εμπειρίες τους, υπερασπιζόμενες την αφομοίωση του αγώνα αντί τον ίδιο τον αγώνα. Η ανάγκη για αφορισμούς, η ‘’αποδόμηση του αρσενικού προνομίου’’, η αναζήτηση ξεχωριστών χώρων συζήτησης, η πρακτική της ευαισθητοποίησης και η δημόσια αυτό-ανάλυση παραπέμπουν πολύ στα σημάδια εκείνων των εποχών της υπερβολικής έκθεσης και της συγκεχυμένης σκέψης, που προβάλλουν τους αγώνες κατηγοριοποιημένους και για εσωτερική αναζήτηση, καταλήγοντας να μην αγωνίζονται καν.

Anna,

Γυναικείες φυλακές Rebibbia

Οκτώβρης 2018
[1] Violenza di genere in ambienti antiautoritari ed in spazi liberati [Gender violence in antiauthoritarian milieus and in liberated spaces], Italian edition translated from Spanish in 2017
[2] Critica all’aborto [Critique of abortion], Jauria – Trans-feminist publication for animal liberation, issue 1, Summer/Autumn 2015
[3] Rote Zora – guerriglia urbana femminista [Rote Zora – Feminist urban guerrilla], Autoproduzione Femminista, 2018
[4] Από την εισαγωγή του ίδιου βιβλίου
[5] Which the Rote Zora women themselves didn’t think relevant. From a 1984 interview with Rote Zora: ‘Some of us have children, many others don’t. Some are lesbian, others love men’, page 51, ibidem
[6] Donne contro [Women against], Isabella Lorusso, ed. CSA editrice, 2013

Πηγή: https://mpalothia.net

Be the first to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.