Ο Foucault τοποθέτησε τις πειθαρχικές κοινωνίες στον 18ο και στον 19ο αιώνα· έφτασαν στο απόγειο τους στις αρχές του 20ου. Σήμαναν την αρχή της οργάνωσης απέραντων οριοθετημένων χώρων. Το άτομο δεν παύει ποτέ να περνά από το ένα κλειστό περιβάλλον στο άλλο, με το καθένα να έχει τους δικούς του νόμους: πρώτα, η οικογένεια· έπειτα το σχολείο («δεν είσαι πια μέσα στην οικογένεια σου»)· μετά ο στρατώνας («δεν είσαι πια στο σχολείο»)· μετά το εργοστάσιο· από καιρό σε καιρό στο νοσοκομείο· πιθανώς στη φυλακή, η κύρια εκδοχή του οριοθετημένου περιβάλλοντος. Είναι η φυλακή που χρησιμεύει ως το αναλογικό μοντέλο: στο θέαμα μερικών εργατών, η ηρωίδα του Europa ’51 του Rossellini θα έλεγε, «Νόμιζα πως έβλεπα κατάδικους».
Ο Foucault ανέλυσε πανέξυπνα το ιδανικό σχέδιο αυτών των περιβαλλόντων εγκλεισμού, ιδιαίτερα εμφανές μέσα στο εργοστάσιο: να συγκεντρώνει· να διανέμει στο χώρο· να διατάζει στο χρόνο· να συνθέτει μια παραγωγική δύναμη μέσα στη διάσταση του χωροχρόνου, η επίπτωση της οποίας θα είναι μεγαλύτερη από το άθροισμα των συνιστωσών δυνάμεων. Αλλά αυτό που επίσης αναγνώρισε ο Foucault ήταν η παροδικότητα αυτού του μοντέλου: διαδέχτηκε τις κοινωνίες της κυριαρχίας, το σκοπό και τις λειτουργίες των οποίων ήταν εντελώς διαφορετικό (να φορολογεί παρά να οργανώνει τη παραγωγή, να κυριαρχεί στο θάνατο παρά να διαχειρίζεται τη ζωή)· η μετάβαση πραγματοποιήθηκε σταδιακά μέσα στο χρόνο, και ο Napoleon φαίνεται να επηρέασε την μετάβαση, σε μαζική κλίμακα, από την μια κοινωνία στην άλλη. Με την σειρά τους όμως οι τιμωρίες πέρασαν κρίση προς όφελος νέων δυνάμεων που εμφανίστηκαν βαθμιαία και οι οποίες επιταχύνθηκαν μετά τον 2ο ΠΠ: μια πειθαρχική κοινωνία ήταν αυτό που ήδη δεν ήμασταν πλέον, αυτό που παύσαμε να είμαστε.
Βρισκόμαστε σε μια γενικευμένη κρίση όλων όσων έχουν σχέση με τα περιβάλλοντα εγκλεισμού – φυλακή, νοσοκομείο, εργοστάσιο, σχολείο, οικογένεια. Η οικογένεια είναι ένα «εσωτερικό», σε κρίσεις όπως κάθε άλλο εσωτερικό – ακαδημαϊκό, επαγγελματικό, κλπ. Οι διαχειριστές που κυβερνούν δεν σταματάνε ποτέ να ανακοινώνουν υποτίθεται απαραίτητες μεταρρυθμίσεις: για την μεταρρύθμιση των σχολείων, για την μεταρρύθμιση των βιομηχανιών, των νοσοκομείων, των ένοπλων δυνάμεων, των φυλακών. Αλλά όλοι γνωρίζουν πως αυτοί οι θεσμοί είναι τελειωμένοι, όποια και αν είναι η διάρκεια ζωής τους. Είναι απλά ζήτημα ταφής τους και διατήρησης των ανθρώπων στην εργασία μέχρι την εγκαθίδρυση των νέων δυνάμεων που χτυπούν την πόρτα.
Αυτές είναι οι κοινωνίες ελέγχου, οι οποίες είναι στη διαδικασία αντικατάστασης των πειθαρχικών κοινωνιών. Ο «έλεγχος» είναι το όνομα που προτείνει ο Burroughs ως όρο για το νέο τέρας, εκείνο που ο Foucault αναγνωρίζει ως το άμεσό μας μέλλον. Ο Paul Virilio επίσης αναλύει συνεχώς τις υπερταχείες μορφές του ελεύθερου ελέγχου που αντικατέστησε τις παλιές πειθαρχίες, λειτουργώντας σε ένα κλειστό σύστημα. Δεν υπάρχει εδώ ανάγκη να υπενθυμίσουμε τις εξωπραγματικές φαρμακευτικές παραγωγές, την μοριακή μηχανική, τις γενετικές χειραγωγήσεις, αν και αυτά πρόκειται να ενσωματωθούν στην νέα διαδικασία. Δεν υπάρχει ανάγκη να αναρωτηθούμε ποιο είναι το σκληρότερο ή το πιο ανεκτικό καθεστώς, γιατί είναι μέσα στο καθένα που απελευθερωτικές και κατακτητικές δυνάμεις αντιμετωπίζουν η μια την άλλη. Για παράδειγμα, στη κρίση του νοσοκομείου ως περιβάλλον εγκλεισμού, οι κλινικές στις γειτονιές, οι ξενώνες, και οι οίκοι ευγηρίας μπορούν αρχικά να εκφράσουν νέα ελευθερία, αλλά μπορούν να συμμετάσχουν επίσης σε μηχανισμούς ελέγχου που είναι ισοδύναμες με τους σκληρότερους εγκλεισμούς. Δεν υπάρχει ανάγκη να φοβόμαστε ή να ελπίζουμε, αλλά μόνο να αναζητούμε νέα όπλα.
Λογική
Τα διαφορετικά διαστήματα ή χώροι εγκλεισμού μέσα από τα οποία περνά το άτομο είναι ανεξάρτητες μεταβλητές: κάθε φορά το καθένα υποτίθεται πως ξεκινά από το μηδέν, και αν και μια κοινή γλώσσα υπάρχει για όλα αυτά τα μέρη, είναι αναλογική. Από την άλλη, οι διαφορετικοί μηχανισμοί ελέγχου είναι αναπόσπαστες παραλλαγές, σχηματίζοντας, σχηματίζοντας ένα σύστημα μεταβλητής γεωμετρίας, η γλώσσα της οποίας είναι αριθμητική (το οποίο δεν σημαίνει και απαραίτητα δυαδική). Οι περιχαράξεις είναι καλούπια, διακριτές χυτεύσεις, αλλά οι έλεγχοι είναι μια ρύθμιση, όπως ένα αυτό-μεταβαλλόμενο καλούπι που συνεχώς θα αλλάζει από τη μια στιγμή στην άλλη, ή σαν ένα κόσκινο του οποίου το πλέγμα θα μεταμορφώνεται από σημείο σε σημείο.
Αυτό είναι το προφανές στο θέμα των μισθών: το εργοστάσιο ήταν ένα σώμα που διατηρούσε τις εσωτερικές του δυνάμεις σε ένα επίπεδο ισορροπίας, την υψηλότερη δυνατή με όρους παραγωγής, την χαμηλότερη δυνατή με όρους μισθών, αλλά σε μια κοινωνία ελέγχου, η εταιρεία έχει αντικαταστήσει το εργοστάσιο, και η εταιρεία είναι ένα πνεύμα. Φυσικά το εργοστάσιο γνώριζε ήδη το σύστημα των μπόνους, αλλά η εταιρεία δρα πολύ πιο βαθιά για να επιβάλλει μια ρύθμιση κάθε μισθού, σε καταστάσεις μόνιμης μετασταθερότητας που λειτουργούν μέσα από προκλήσεις, ανταγωνισμούς, και ιδιαίτερα αστείες ομαδικές συναντήσεις. Αν τα πιο ηλίθια προγράμματα τηλεπαιχνιδιών είναι τόσο επιτυχημένα, είναι επειδή εκφράζουν την εταιρική κατάσταση με μεγάλη ακρίβεια. Το εργοστάσιο αποτελούνταν από άτομα ως μοναδικά σώματα προς διπλό όφελος τόσο του αφεντικού που επέβλεπε κάθε στοιχείο μέσα στη μάζα όσο και των σωματείων που κινητοποιούσαν μαζικές αντιστάσεις· αλλά η εταιρεία παρουσιάζει συνεχώς την πιο ακραία αντιπαράθεση ως υγιή μορφή προσομοίωσης, μια εξαιρετική κινητήρια δύναμη που θέτει τα άτομα το ένα απέναντι στο άλλο και τα διαπερνά, χωρίζοντας το καθένα από τα μέσα. Η ρυθμιστική αρχή του «μισθού σύμφωνα με την αξία» δεν έχει αποτύχει στο να δελεάσει την ίδια την εθνική εκπαίδευση. Πράγματι, όπως η εταιρεία αντικαθιστά το εργοστάσιο, η αέναη εκπαίδευση τείνει να αντικαταστήσει το σχολείο, και ο συνεχής έλεγχος να αντικαταστήσει την εξέταση, ο οποίος είναι ο πιο σίγουρος τρόπος για να παραδοθεί το σχολείο στην εταιρεία.
Στις πειθαρχικές κοινωνίες κάποιος πρέπει να ξεκινά ξανά (από το σχολείο στο στρατώνα, από το στρατώνα στο εργοστάσιο), ενώ στις κοινωνίες ελέγχου κάποιος δεν τελειώνει ποτέ τίποτα – η εταιρεία, το εκπαιδευτικό σύστημα, οι ένοπλες δυνάμεις είναι μετασταθερές καταστάσεις που υπάρχουν στην μια και την αυτή ρύθμιση, σαν ένα οικουμενικό σύστημα παραμόρφωσης. Στη Δίκη, ο Kafka, που ήδη είχε θέσει τον εαυτό του στο καθοριστικό σημείο μεταξύ δύο τύπων κοινωνικής μορφοποίησης, περιέγραψε την πιο τρομακτική από τις δικανικές μορφές. Η προφανής απαλλαγή των πειθαρχικών κοινωνιών (μεταξύ δυο εγκλεισμών) και οι δίχως όρια αναβολές των κοινωνιών ελέγχου (με σταθερή διακύμανση) είναι δυο πολύ διαφορετικοί μέθοδοι δικαστικής ζωής, και αν ο νόμος μας είναι διστακτικός, και ο ίδιος σε κρίση, είναι επειδή αφήνουμε την μια κατάσταση για να μπούμε στην άλλη. Οι πειθαρχικές κοινωνίες έχουν δυο πόλους: την υπογραφή που ορίζει το άτομο, και τον αριθμό της διοικητικής αρίθμησης που δείχνει τη θέση μέσα στη μάζα. Αυτό συμβαίνει γιατί οι τιμωρίες δεν είδαν ποτέ κάποια ασυμβατότητα μεταξύ των δύο, και επειδή την ίδια στιγμή η εξουσία εξατομικεύει και μαζοποιεί μαζί, δηλαδή, αθροίζει εκείνους πάνω στους οποίους εξασκεί δύναμη σε ένα σώμα και διαμορφώνει την ατομικότητα του κάθε μέλους αυτού του σώματος. (Ο Foucault είδε την καταγωγή αυτής της διπλής εντολής στην ποιμαντική εξουσία του ιερέα – το ποίμνιο και κάθε ένα από τα ζώα του – αλλά η πολιτική εξουσία κινείται με τη σειρά της και με άλλα μέσα για να κάνει την ίδια ένα κοσμικό «ιερέα»).
Στις κοινωνίες ελέγχου, από την άλλη, αυτό που έχει σημασία δεν είναι πια είτε μια υπογραφή ή ένας αριθμός, αλλά ένας κωδικός: ο κωδικός είναι η λέξη κλειδί, ενώ από την άλλη οι πειθαρχικές κοινωνίες ρυθμίζονται μέσω συνθημάτων (τόσο από την οπτική της ενσωμάτωσης όσο και από εκείνη της αντίστασης). Η αριθμητική γλώσσα του ελέγχου είναι φτιαγμένη από κωδικούς που δίνουν πρόσβαση στην πληροφορία, ή την απορρίπτουν. Δεν βρισκόμαστε πλέον απέναντι στο ζευγάρι μάζα/άτομο. Τα άτομα έχουν γίνει «διάτομα» (dividual), και μάζες, δείγματα, δεδομένα, αγορές, ή «τράπεζες». Ίσως είναι τα χρήματα που εκφράζουν την διαφορά μεταξύ δυο κοινωνιών με τον αποτελεσματικότερο τρόπο, γιατί η τιμωρία αναφέρονταν πάντοτε στο υπαρκτό (minted) χρήμα που κλειδώνει το χρυσό σαν αριθμητικό μέτρο, ενώ ο έλεγχος σχετίζεται με μεταβλητές αξίες ανταλλαγής, που ρυθμίζεται σύμφωνα με μια τιμή που καθορίζεται από ένα σύνολο καθορισμένων νομισμάτων. Ο παλιός νομισματικός τυφλοπόντικας ήταν το ζώο στους οριοθετημένους χώρους, αλλά το ερπετό είναι αυτό των κοινωνιών του ελέγχου. Περάσαμε από το ένα ζώο στο άλλο, από τον τυφλοπόντικα στο ερπετό, στο σύστημα στο οποίο ζούμε, αλλά επίσης στο τρόπο ζωής μας και στις σχέσεις με τους άλλους, αλλά ο άνθρωπος του ελέγχου είναι κυματοειδής, σε τροχιά, σε ένα συνεχές δίκτυο. Παντού το σέρφινγκ έχει αντικαταστήσει τα παλιότερα αθλήματα.
Οι διάφοροι τύποι μηχανών με ευκολία αντιστοιχούν σε κάθε τύπο κοινωνίας – όχι πως οι μηχανές είναι καθοριστικές, αλλά επειδή εκφράζουν εκείνες τις κοινωνικές μορφές ικανές για την δημιουργία τους και τη χρήση τους. οι παλιές κοινωνίες κυριαρχίας χρησιμοποιούσαν απλές μηχανές – μοχλοί, τροχαλίες, ρολόγια, αλλά οι πρόσφατες πειθαρχικές κοινωνίες εξοπλίστηκαν με μηχανές που χρησιμοποιούν ενέργεια, με το παθητικό κίνδυνο της εντροπίας και του ενεργού κινδύνου της δολιοφθοράς· οι κοινωνίες του ελέγχου λειτουργούν με μηχανές ενός τρίτου τύπου, υπολογιστές, των οποίων ο παθητικός κίνδυνος είναι να κολλήσουν και ο ενεργητικός η πειρατεία και η εισαγωγή ιών. Αυτή η τεχνολογική εξέλιξη πρέπει να είναι ακόμη πιο βαθιά, μια μετάλλαξη του καπιταλισμού, μια ήδη καλά γνωστή ή γνώριμη μετάλλαξη που μπορεί να συνοψιστεί ως εξής: ο καπιταλισμός του 19ου αιώνα είναι καπιταλισμός της συγκέντρωσης, για την [παραγωγή και την ιδιοκτησία. Για αυτό κατασκευάζει το εργοστάσιο ως χώρο εγκλεισμού, ο καπιταλιστής όντας ο ιδιοκτήτης των μέσων παραγωγής αλλά επίσης, προοδευτικά άλλων χώρων που δημιουργήθηκαν μέσα από την αναλογία (το οικογενειακό σπίτι του εργάτη, το σχολείο).
Όσο για τις αγορές, κατακτούνται μερικές φορές με την εξειδίκευση, μερικές φορές με τον εποικισμό, μερικές βορές με την ελάττωση του κόστους παραγωγής. Στην παρούσα όμως κατάσταση, ο καπιταλισμός δεν εμπλέκεται πια με την παραγωγή, την οποία συχνά αναθέτει στο Τρίτο Κόσμο, ακόμη και για τις πολύπλοκες μορφές υφασμάτων, μεταλλουργίας ή παραγωγής πετρελαίου. Είναι ένας καπιταλισμός της υψηλότερης παραγωγής. Δεν αγοράζει πλέον πρώτες ύλες και δεν πουλά πλέον τα τελικά προϊόντα: αγοράζει τα τελικά προϊόντα ή συναρμολογεί τα κομμάτια. Αυτό που θέλει να πουλήσει είναι υπηρεσίες και αυτό που θέλει να αγοράσει είναι μετοχές. Δεν είναι πλέον καπιταλισμός της παραγωγής αλλά του προϊόντος, δηλαδή, να πουληθεί ή να καταναλωθεί. Είναι έτσι διασκορπιστικός, και το εργοστάσιο έχει δώσει τη θέση του στην εταιρεία. Η οικογένεια, το σχολείο, ο στρατός, το εργοστάσιο δεν είναι πλέον οι διακριτοί αναλογικοί χώροι που συγκλίνουν προς ένα ιδιοκτήτη – κρατική ή ιδιωτική εξουσία – αλλά κωδικοποιημένες μορφές – παραμορφώσιμες και μεταμορφώσιμες – μιας μοναδικής εταιρείας που τώρα έχει μόνο μετόχους.
Ακόμη και η τέχνη έχει αφήσει τους χώρους εγκλεισμού ώστε να μπει στα ανοιχτά κυκλώματα της τράπεζας. Οι κατακτήσεις της αγοράς γίνονται με την αρπαγή του ελέγχου και όχι πια μέσω πειθαρχικής εκπαίδευσης, με το να σταθεροποιούν τις τιμές ανταλλαγής πολύ περισσότερο από το να χαμηλώσουν τα κόστη, με το να μεταμορφώνουν το προϊόν περισσότερο από το να εξειδικεύουν την παραγωγή. Η διαφθορά έτσι κερδίζει μια νέα εξουσία. Η κατανάλωση έχει γίνει το κέντρο της «ψυχής» της εταιρείας. Διδασκόμαστε πως οι εταιρείες έχουν ψυχή, που είναι τα πιο τρομακτικά νέα στο κόσμο. Η λειτουργία των αγορών είναι πλέον το όργανο του κοινωνικού ελέγχου και σχηματίζει την αγενή γενιά των αφεντών μας. Ο έλεγχος είναι βραχυπρόθεσμος και υψηλών ρυθμών πωλήσεων, αλλά επίσης συνεχών και δίχως όρια, ενώ η τιμωρία ήταν μακροπρόθεσμη, απέραντη και ασυνεχής. Ο άνθρωπος δεν είναι πλέον εγκλεισμένος, αλλά χρεωμένος άνθρωπος. Είναι αλήθεια πως ο καπιταλισμός έχει διατηρήσει ως σταθερά την ακραία φτώχεια των τριών τετάρτων της ανθρωπότητας, πολύ φτωχοί για χρέη, ιδιαίτερα πολυάριθμοι για εγκλεισμό: ο έλεγχος θα έχει να αντιμετωπίσει όχι μόνο διαβρώσεις των συνόρων αλλά τις εκρήξεις μέσα στις παραγκουπόλεις ή τα γκέτο.
Πρόγραμμα
Η σύλληψη της ιδέας ενός μηχανισμού ελέγχου, με δεδομένη τη θέση κάθε στοιχείου μέσα σε ένα ανοιχτό περιβάλλον σε κάθε δεδομένη περίπτωση (είτε είναι ζώο σε ένα καταφύγιο ή άνθρωπος σε μια εταιρεία, σαν με ηλεκτρονικό κολάρο), δεν είναι αναγκαία προϊόν επιστημονικής φαντασίας. Ο Felix Guattari έχει φανταστεί μια πόλη όπου κάποιος θα ήταν σε θέση να φύγει από το διαμέρισμα του, το δρόμο του, τη γειτονιά του χάρη σε στην (διατομική) ηλεκτρονική κάρτα του που ανοίγει ένα συγκεκριμένο φραγμό· αλλά η κάρτα θα μπορούσε εξίσου εύκολα να απορριφθεί μια οποιαδήποτε ημέρα ή μεταξύ κάποιων ωρών· αυτό που έχει σημασία δεν είναι ο φραγμός αλλά ο υπολογιστής που εντοπίζει τη θέση κάθε προσώπου – νόμιμη ή παράνομη – και επηρεάζει μια οικουμενική ρύθμιση.
Η κοινωνικό-τεχνολογική μελέτη των μηχανισμών του ελέγχου, αντιληπτές από τη γέννηση τους, θα πρέπει να είναι κατηγορηματικές και να περιγράφουν αυτό που ήδη είναι στην διαδικασία αντικατάστασης των οριοθετημένων σημείων πειθάρχησης, των οποίων η κρίση αναφέρεται παντού. Μπορεί να είναι παλιότερες μέθοδοι, δανεισμένες από τις πρώην κοινωνίες της κυριαρχίας, που θα επιστρέψουν στο προσκήνιο, αλλά με τις αναγκαίες μεταβολές. Αυτό που έχει σημασία είναι πως ήμαστε στην αρχή από κάτι. Στο σωφρονιστικό σύστημα: η προσπάθεια να βρεθούν «υποκατάστατες» τιμωρίες, τουλάχιστον για τα μικροεγκλήματα, και η χρήση ηλεκτρονικών κολλάρων που αναγκάζουν το καταδικασμένο άτομο να μένει στο σπίτι στη διάρκεια συγκεκριμένων ωρών. Για το σχολικό σύστημα: συνεχείς μορφές ελέγχου, και η επίπτωση της αέναης εκπαίδευσης στο σχολείο, η αντίστοιχη εγκατάλειψη κάθε πανεπιστημιακής έρευνας, η εισαγωγή της «εταιρίας» σε κάθε επίπεδο της σχολικής ζωής. Για το σύστημα υγείας: η νέα ιατρική «δίχως γιατρό ή ασθενή» που ξεχωρίζει πιθανούς ασθενείς και άτομα σε κίνδυνο, κάτι που με κανένα τρόπο δεν συνειγορεί στην εξατομίκευση – όπως λένε – αλλά υποκαθιστά το άτομο ή το αριθμητικό σώμα, το κώδικα του προς έλεγχο «διατομικό» υλικό. Στο εταιρικό σύστημα: νέοι μέθοδοι διαχείρισης του χρήματος, των κερδών, και ανθρώπων που δεν περνούν πλέον από την παλιά μορφή του εργοστασίου.
Αυτά είναι πολύ μικρά παραδείγματα, αλλά τέτοια που θα επιτρέψουν την καλύτερη κατανόηση αυτού που εννοούμε με την κρίση των θεσμών, δηλαδή, της προοδευτικής και ευρεία εγκατάσταση ενός νέου συστήματος κυριαρχίας. Ένα από τα πιο σημαντικά ερωτήματα θα αφορά την ανικανότητα των συνδικάτων: συνδεδεμένα με το σύνολο της ιστορίας τους των αγώνων εναντίον των τιμωριών ή μέσα στους χώρους εγκλεισμού, θα είναι σε θέση να προσαρμοστούν ή θα δώσουν τη θέση τους νέες μορφές αντίστασης στις κοινωνίες ελέγχου; Μπορούμε ήδη να καταλάβουμε τις αδρές γραμμές αυτών των επερχόμενων μορφών, ικανών να απειλήσουν τις χαρές του καταναλωτισμού; Παραδόξως πολλοί νέοι άνθρωποι καυχιόνται πως είναι «κινητοποιημένοι»· ξαναζητάνε μαθητείες και μόνιμη εκπαίδευση. Είναι δική τους δουλειά να ανακαλύψουν για πιο πράγμα έχουν γίνει να υπηρετούν, όπως το ανακάλυψαν οι μεγαλύτεροι τους, όχι χωρίς δυσκολία, τον σκοπό (telos) των πειθαρχήσεων τους. οι σπείρες ενός ερπετού είναι ακόμη πιο περίπλοκες από τα λαγούμια της φωλιάς ενός τυφλοπόντικα.
Leave a Reply