Εάν οι κραυγές θριάμβου για την “συντριβή” της Εκκλησίας ήταν ένα από τα πολλά θλιβερά συμπτώματα της επιδημίας του κορωνοϊού στην ελληνική κοινωνία, όπως είδαμε σε πρόσφατο άρθρο μας (βλ. Μεσαίωνας), ένα άλλο, παράλληλο και παραπλήσιο – εξίσου όμως διασκεδαστικό – φαινόμενο που χρήζει αναφοράς, είναι οι ψυχικές αντιδράσεις του κοινωνικού συνόλου που απορρέουν από την πολιτικο-ιδεολογική χειραγώγηση της υγειονομικής κρίσης. Η κυριότερη αυτών των αντιδράσεων είναι η αγιοποίηση των επιστημόνων, όλων των επιστημόνων, ως εκπροσώπων και αντιπροσώπων της απόλυτης αλήθειας. Το φαινόμενο είναι βέβαια, ως ένα σημείο, συμπληρωματικό του πρώτου: την νομιμοποίηση που χάνουν οι θρησκευτικοί ηγέτες ως κάτοχοι της γνώσης, την καρπώνονται στον καιρό της κρίσης οι αντίπαλοί τους. Το μοτίβο φαντάζει τόσο αυτονόητο, που περνά σχεδόν απαρατήρητη η πολιτική χειραγώγηση του όλου ζητήματος: το πνεύμα του ορθολογισμού κατατροπώνει, έστω και καθυστερημένα, την άγνοια και την πρόληψη, ενσαρκώνοντας έτσι την γενική πορεία προόδου του δυτικού πολιτισμού και αποδεικνύοντας την τελεολογική της φύση. «Δεν υπάρχει εδώ χειραγώγηση, ούτε καν πολιτική», θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος, «παρά μόνο το αναπόφευκτο». Η συμπλεγματική ελληνική κοινωνία μπορεί επιτέλους να ανασάνει ανακουφισμένη: όχι μόνο απέφυγε προς το παρόν τα χειρότερα, αλλά απέδειξε σε όλους και – το σπουδαιότερο – στον εαυτό της ότι ήταν πολύ περισσότερο “δυτική” απ’ ότι νόμιζαν. Ταυτόχρονα με την Εκκλησία, κατατροπώθηκε και ο αιώνιος “ανατολίτης”, ο ανοργάνωτος, ο απείθαρχος κι ο συναισθηματικός.
Δεν είναι όμως το ζήτημα των συμπλεγμάτων της ελληνικής κοινωνίας που έχει εδώ το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, θέμα οικείο αλλά και απέραντο, το οποίο απαιτεί ξεχωριστή ανάλυση· αυτό στο οποίο πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας είναι η φύση της ψευδαίσθησης που προκαλεί τέτοιες αντιδράσεις και τροφοδοτεί μίαν εντελώς λανθασμένη αντίληψη της πραγματικότητας. Κι αν αναφερόμαστε στην ελληνική κοινωνία, είναι γιατί εκεί αυτή η ψευδαίσθηση εκφράζεται με πολύ πιο ξεκάθαρο τρόπο, παρά στις πιο προηγμένες δυτικές κοινωνίες. Είναι η ψευδαίσθηση αυτή που καθιστά εξ άλλου αόρατη τη ιδεολογική χειραγώγηση της επιδημίας. Ας ξεκαθαρίσουμε όμως ότι όταν μιλάμε για χειραγώγηση δεν αναφερόμαστε στις εξ αριστερών κριτικές της διαχείρισης του αστικού κράτους και της πολιτικής εξουσίας: αυτές οι κριτικές, όντας οι ίδιες, εμμέσως ή αμέσως, παράγωγα της ιδεολογίας του επιστημονικού υλισμού, μοιράζονται εξίσου το ίδιο μυθολογικό αφήγημα με τους αντιπάλους τους, την πίστη στην προμηθεϊκή εποποιία της Επιστήμης και στην κυριαρχία του ορθού λόγου και του θετικισμού. Αυτή ακριβώς η πίστη είναι και η πηγή της ψευδαίσθησης που κατατρέχει τη σημερινή κοινωνία: ότι δηλαδή είναι ακόμα δυνατόν να συζητάμε για έναν τρόπο σκέψης, για μια δέσμη ιδεών, για μια ιδεολογία, για έναν Λόγο, τον οποίο μπορούμε να αναλύσουμε, να κατανοήσουμε και να τον φέρουμε, τέλος, στα μέτρα μας. Αυτή η εποχή του δυτικού πνεύματος έχει όμως τελειώσει τον 19ο αιώνα. Αν μέχρι τότε είχε ολοκληρωθεί η αυτονόμηση της φυσικής φιλοσοφίας ως μέθοδος γνώσης από το σύνολο του πολιτισμού, αυτό που χαρακτηρίζει την δικιά μας εποχή είναι πλέον η αυτονόμηση της τεχνικής από την μήτρα της επιστήμης, ως αυτόνομου ιδεολογικού και κοινωνικού συστήματος. Αυτήν την αλήθεια μας περιγράφει το έργο στοχαστών όπως ο Λ. Μάμφορντ, ο Ζ. Ελλύλ ή ο Γκέοργκ Γιούνγκερ, ένα μικρό απόσπασμα του οποίου μεταφράζουμε παρακάτω[1]. «Η τεχνική σκέψη είναι μια σκέψη από την οποία λείπει οποιαδήποτε έννοια ιεράρχησης», γράφει ο Γιούνγκερ στην Τελειότητα της Τεχνικής. Αυτό ακριβώς το ελάττωμα βρίσκεται στην πηγή των τραγελαφικών φαινομένων που βλέπουμε όλοι σε σχέση με τον χειρισμό της κρίσης: τα όλο και πιο περίπλοκα μέτρα που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση της πανδημίας, και τα οποία περιπλέκονται ακόμα περισσότερο με την άρση των προηγούμενων περιοριστικών μέτρων, δεν εκφράζουν ούτε τη φωνή της λογικής ούτε αυτή της επιστήμης (ούτε βέβαια των “προσωπικών” απόψεων των εκάστοτε επιστημόνων – στο τεχνικό σύστημα δεν υπάρχει χώρος για το πρόσωπο), αλλά του ακραίου τεχνικισμού που έχει ως μοναδικό στόχο να “χωνέψει” σ’ ένα αυτοματοποιημένο σύνολο τον ανθρώπινο παράγοντα, προκειμένου να εξουδετερώσει τις δυσάρεστες και αντιπαραγωγικές τριβές. Εξ άλλου, όπως είναι γνωστό σε όλους, ο στόχος άρσης των μέτρων είναι η επανεκκίνηση ενός άλλου συστήματος, του οικονομικού, για χάρη του οποίου η Ευρώπη υποτίμησε αρχικά τον κίνδυνο της επιδημίας και καθυστέρησε να πάρει αυστηρά μέτρα όταν έπρεπε… Οι αντιφατικοί κανονισμοί, οι αντικρουόμενες ερμηνείες των πάσης φύσεως ειδικών και οι κωμικοτραγικές παλινωδίες των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων δείχνουν όχι μόνο το ασυμβίβαστο μεταξύ ακραίου τεχνικισμού και ζωντανής ανθρώπινης κοινωνίας, αλλά και την βαθιά αδυναμία του σημερινού ανθρώπου να επιβληθεί στην απελαύνουσα τεχνική οργάνωση, ακόμα και για χάρη του ίδιου τού του συμφέροντος. (A. M.)
~
Ήρθε όμως η ώρα να αναρωτηθούμε πού ακριβώς οδηγεί τον άνθρωπο η τεχνική ratio, μια ratio που περιφρονεί κάθε άλλη ratio. Ό,τι είναι ορθολογικό εξαρτάται απόλυτα από όρια και περιορισμούς. Το ορθολογικό δεν μπορεί να γίνει ποτέ αυτοσκοπός. Αν ήταν έτσι, τότε τίποτε δεν θα μπορούσε να μας εμποδίσει να αποφασίσουμε την εξόντωση των πιο αδύναμων, των ηλικιωμένων ή των άρρωστων. Θα μπορούσαμε επίσης να κρίνουμε χρήσιμη την εξολόθρευση των συνταξιούχων, σύμφωνα με την αρχή ότι δεν δικαιούται να τρώει όποιος δεν εργάζεται. Μέσα στα πλαίσια ενός αυστηρά ορθολογικού συστήματος, τέτοιες σκέψεις θα επιβάλλονταν σχεδόν από μόνες τους. Αυτά τα παραδείγματα μπορούν να μας δείξουν το πού μπορεί να μας οδηγήσει η χρησιμοθηρική λογική. Ο Ρασκόλνικωφ, που δολοφόνησε τη γριά τοκογλύφο γιατί τη θεωρούσε απόλυτα άχρηστη για το κοσμικό οικοδόμημα και ενοχλητική σαν κοριό ή σαν βρωμερή κατσαρίδα, έγινε φονιάς από υπερβολική έπαρση. Αν δεν έπασχε από τη σύγχυση που του προκαλούσε η ψυχική του αρρώστια, τότε θα συνειδητοποιούσε την άγνοιά του για τον σκοπό του κοσμικού οικοδομήματος αλλά και την αδυναμία του να κρίνει τον σκοπό που εξυπηρετούσε η ύπαρξη μιας γριάς.
Ο τεχνικός υπάλληλος από την άλλη, τη στιγμή που χειρίζεται τους αμέτρητους φακέλους του και τα τεφτέρια του, σκοπός των οποίων είναι ο εξορθολογισμός της κατανάλωσης (σκοπό που ο ίδιος ίσως να αγνοεί), πιστεύει ότι ο κόσμος βρίσκεται στην καλύτερη δυνατή τάξη, επειδή τα αρχεία του είναι στην καλύτερη δυνατή κατάσταση. Αυτή η νοοτροπία επαρχιακού ληξίαρχου προέρχεται από την ακόλουθη σύγχυση: επειδή το αρχείο είναι ο κόσμος μέσα στον οποίο ζει, ο υπάλληλος θεωρεί πολύ φυσικά ότι ο κόσμος ολόκληρος είναι ένα αρχείο. Βέβαια, θα μπορούσαμε κάλλιστα να αποδεχτούμε αυτή τη σκέψη, αν η φύση μάς προόριζε να τρεφόμαστε με χαρτί…
Η τεχνική ratio προκαλεί αξιοπερίεργα φαινόμενα. Ο τεχνικός που την υπηρετεί δεν την κατανοεί γιατί δεν μπορεί να την παρατηρήσει σφαιρικά. Ο ίδιος δηλώνει βέβαια ρεαλιστής και μάλιστα “σκληρός”, αλλά δεν μπορεί να είναι τέτοιος παρά μόνο μέσα στα πλαίσια του δικού του πεδίου. Είναι ένας ειδικός της γνώσης, ένας “σπεσιαλίστας”. Η επίφαση της “αυστηρής αντικειμενικότητας” που θέλει να δώσει για τον εαυτό του απομακρύνει την προσοχή από τη λαιμαργία του για δύναμη και καμουφλάρει την αλλόκοτη ιδιορρυθμία των σχεδίων του και των κατασκευών του, που είναι προορισμένα να ικανοποιήσουν τους στόχους του. Το σύστημα που έχει συλλάβει είναι βέβαια υπολογισμένο μέχρι και την τελευταία βίδα, αλλά μόνο μέχρι εκεί και καμία σκέψη του δεν ξεπερνά αυτό το όριο. Το σύστημα αυτό είναι ένα απλό εργαλείο, αλλά γιγαντιαίας ισχύος και τόσο πολύ συγκεντρωτικό, που επιτρέπει στον χειριστή του να μεταχειρίζεται τον άνθρωπο σαν απλό εργαλείο. Όσο πιο πολύ προχωρεί η τεχνική τόσο περισσότερο πολλαπλασιάζονται οι μηχανιστικές ερμηνείες του ανθρώπου. Όπως λοιπόν μιλάμε για ένα κρατικό σύστημα, για ένα οικονομικό σύστημα ή για ένα δικαστικό σύστημα, σιγά σιγά όλα, ακόμα και η ίδια η πραγματικότητα, αρχίζουν και αποκτούν τον χαρακτήρα ενός συστήματος. Η σκέψη που γεννιέται όμως από αυτή την συστηματοποίηση δεν υπολογίζει πλέον επ ουδενί το ζήτημα της ελευθερίας.
Είναι ακριβώς η προσπάθεια ολικού εξανδραποδισμού του ανθρώπου από την τεχνική ratio κι από έναν τελεολογικό φονξιοναλισμό, από τον οποίο τίποτε δεν θα μπορεί να ξεφύγει, που εξουδετερώνει την αντίσταση της πνευματικής του δραστηριότητας και της πιο βαθιάς του θέλησης. Αυτή όμως η προσπάθεια δεν συγκρατεί τα τυφλά ορμέμφυτα, την πνευματική σύγχυση και την ψυχική θολούρα, αλλά αντίθετα τα ενδυναμώνει. Η οργάνωση που παλεύει να συμπεριλάβει όλα τα πράγματα στο εσωτερικό της δεν διαθέτει κανένα εργαλείο για να ελέγξει αυτή την σκοτεινή αυτοκρατορία. Όλος ο ορθολογισμός του τεχνικού δεν μπορεί να εμποδίσει την έκρηξη των τυφλών στοιχειακών δυνάμεων· το αντίθετο, αυτός ο ορθολογισμός αποτελεί την οδό από την οποία αυτές οι σκοτεινές και επικίνδυνες αυτές δυνάμεις διεισδύουν στην ζωή και εξαπλώνονται παντού. Ο αυτοματισμός στον οποίο ο άνθρωπος εκπαιδεύεται μέρα με τη μέρα, δεν τον συνηθίζει απλά να ενεργεί μηχανικά και χωρίς θέληση, αλλά συνθλίβει μέσα του κάποιες αντιστάσεις και του στερεί την ικανότητα να αντιδρά αυτόνομα σε χαοτικές καταστάσεις. Με αυτό τον τρόπο, ο αυτοματισμός ευνοεί τη δημιουργία των μαζών. Όλη η οργανωτική ισχύς της τεχνικής κατατείνει σε αυτό. Έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε στον αποτελεσματικό οργανωτή ένα ανώτερο ον, όπως ο εφευρέτης ή ο γιατρός που ανακαλύπτει ένα φάρμακο και θεωρείται ευεργέτης της ανθρωπότητας. Τέτοιες όμως επιφανειακές κρίσεις, που δεν μπορούν παρά να προκαλούν το χαμόγελο εξ αιτίας της έλλειψης κριτικού πνεύματος, δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να μεγαλώνουν την πινακοθήκη των σκοτεινών προσωπικοτήτων που δοξάζονται από την κοινή γνώμη ως πρωτοπόροι και πρόδρομοι. Αυτό όμως που διαφεύγει από πολλούς είναι το ότι η αξία τέτοιων οργανωτών συνίσταται συνήθως στην καταστροφή του ανοργάνωτου πλούτου. Όπως ακριβώς η εκμετάλλευση της vis inertiae [αδρανούς ζωής] της ύλης από τον μηχανικό εξαναγκασμό προκαλεί τις καταστροφικές αντιδράσεις της φύσης, έτσι και η τεχνική οργάνωση προκαλεί στον άνθρωπο μεταλλάξεις που ο ψυχολόγος (ο οποίος έχει μεταλλαχθεί σε ψυχοτεχνικό) δεν μπορεί καν να φανταστεί. Την ίδια αντιστοιχία μηχανικού και στοιχειακού που παρατηρούμε στην τεχνική, την ξαναβρίσκουμε στη μάζα. Η μάζα είναι το αποτέλεσμα της μηχανικής επιρροής της τεχνικής οργάνωσης. Και επειδή η μάζα είναι υποταγμένη στην ορθολογική οργάνωση, διαποτίζεται από τυφλές στοιχειακές δυνάμεις, απέναντι στις οποίες δεν μπορεί να προβάλλει καμιά πνευματική αντίσταση. Γι’ αυτό, πότε η μάζα παρασύρεται σε έναν άμετρο ενθουσιασμό και πότε υποκύπτει τρομαγμένη στο πανικό, όμοια με τα κοπάδια βόδια που τυφλωμένα πέφτουν στον γκρεμό. Έτσι και ο άνθρωπος που νομίζει ότι η τεχνική πρόοδος είναι και δική του, είναι καταδικασμένος να παρασέρνεται σε παρόμοιες θύελλες. Η τεχνική είναι η κινητοποίηση παντός του ακίνητου. Ο σημερινός άνθρωπος, έχοντας γίνει κι αυτός κινητοποιήσημος στο μέγιστο βαθμό, όχι μόνο ακολουθεί παθητικά την αυτοματική οργάνωση, αλλά επιθυμεί να επιταχύνει το ρυθμό της.
[1] Georg Fr. Jünger, « La Perfection de la Technique », κεφ. 38, εκδόσεις Allia, 2018.
Πηγή: respublica
Leave a Reply