(…) Στον πολιτικό κόσμο υπάρχουν γεγονότα. Αλλά όσο απίθανο κι αν ακούγεται, τα πολιτικά γεγονότα σήμερα δεν μοιάζουν πια με τα παλιότερα. Πριν από τον 19ο αιώνα μπορούσαμε να διακρίνουμε δυο κατηγορίες πολιτικών γεγονότων.
Από τη μια μεριά, τα τοπικά γεγονότα, γεγονότα άμεσου ενδιαφέροντος, που μπορούσε να τα διαπιστώσει κανείς αδιαμεσολάβητα: ένας τοπικός λιμός, μια κρίση διαδοχής στην οικογένεια του φεουδάρχη, η χρεοκοπία ενός προεστού της πόλης. Όλοι όσοι ανήκαν στην ενδιαφερόμενη ομάδα, μπορούσαν να τα διαπιστώσουν αυτοπροσώπως και ήταν εξαιρετικά δύσκολο να διαφυλαχτεί το μυστικό, διότι οι επιπτώσεις του γεγονότος είχαν απήχηση σ’ ένα περιορισμένο κόσμο. (…)
Από την άλλη, υπήρχαν πολιτικά γεγονότα γενικού ενδιαφέροντος, που δεν ήταν γνωστά στο σύνολο των πληθυσμών. Άλλωστε και ο πολύς κόσμος ελάχιστα νοιαζόταν γι’ αυτά τα γενικής υφής γεγονότα, τα οποία απασχολούσαν μόνο τις πολιτικές ελίτ. Οι υπήκοοι μάθαιναν γι’ αυτά μόνον από τους πλανόδιους θιάσους, τους εμπόρους και τους τροβαδούρους∙ και δεν αισθάνονταν να τους αφορούν άμεσα και αληθινά∙ τα ένιωθαν περισσότερο σαν ψυχαγωγία, δεν ήταν το περιβάλλον όπου ζούσαν οι ίδιοι. (…)
Η κατάσταση αυτή έχει αλλάξει ριζικά. Σήμερα, μέσα από την παγκόσμια αλληλεπίδραση που έχει εδραιωθεί από πολλές οδούς, κάθε οικονομικό ή πολιτικό γεγονός που συμβαίνει στην υφήλιο ακουμπάει κάθε άνθρωπο, όπου κι αν βρίσκεται. (…)
Ταυτόχρονα, επειδή οι κυβερνήσεις βασίζονται στο λαό, ο λαός καλείται να δίνει τη γνώμη του για τα πάντα∙ άρα πρέπει να είναι σε θέση να γνωρίζει όλα αυτά τα γεγονότα. Τίθεται λοιπόν, σήμερα, το θέμα της γνώσης του γεγονότος. Αλλά αυτή η γνώση δεν μπορεί πια να είναι άμεση, αδιαμεσολάβητη∙ είναι γνώση διατυπωμένη με λέξεις μέσα από πολλούς ενδιάμεσους. Είναι γνώση μεταπλασμένη σε κοινή γνώμη.
Τι είναι η «κοινή γνώμη»
Πράγματι, η γνώση δεν σχηματίζει «κοινή γνώμη» όσο παραμένει προσωπική, βέβαιη και άμεση, έστω κι αν είναι απόρροια λογικής σκέψης. Για να το καταλάβουμε αυτό, αρκεί ν’ ακούσουμε τους βετεράνους του πολέμου, αν είναι απλοί στρατιώτες: διηγούνται ατελεύτητα λεπτομέρειες που έζησαν αλλά δεν έχουν καμιά εμπειρία του συνολικού πολέμου. Αδυνατούν να περιγράψουν τις φάσεις και τις αλληλουχίες του. Οι στρατιώτες, δηλαδή, που γνωρίζουν ο καθένας μια λεπτομέρεια του πολέμου, ποτέ δεν θα σχηματίσουν μια κοινή γνώμη πατώντας μόνο στην εμπειρία τους. Η γνώση πρέπει να αποκτήσει έναν ορισμένο αφηρημένο και γενικό χαρακτήρα ώστε να μετασχηματιστεί σε αποκρυσταλλωμένη θέση και, από εκεί, σε κοινή γνώμη. (…)
Με άλλα λόγια, κοινή γνώμη σχηματίζεται όταν οι Γάλλοι, οι Άγγλοι, κ.ο.κ. διαβάσουν στις εφημερίδες τους, διατυπωμένο με λέξεις, το γεγονός που συνέβη. (…)
Κατασκευασμένα «πολιτικά γεγονότα»
Σήμερα λοιπόν, ένα γεγονός είναι πολιτικό μόνο κάτω από δυο προϋποθέσεις:
1) Πρώτον, όταν η κυβέρνηση ή μια ισχυρή ομάδα έχει αποφασίσει να το πάρει υπ’ όψη της∙ και δεύτερον, όταν η κοινή γνώμη θεωρεί πως αυτό το γεγονός είναι πράγματι γεγονός και μάλιστα πολιτικό γεγονός. Αυτό λοιπόν που ονομάζεται τώρα πολιτικό γεγονός δεν είναι διόλου το γεγονός καθεαυτό∙ είναι το γεγονός μεταπλασμένο σε κοινή γνώμη, επειδή η κυβέρνηση πρέπει να κυβερνά σε συνάρτηση με αυτή την κοινή γνώμη. (…)
Αυτό εξοβελίζει στην ανυπαρξία ορισμένα γεγονότα, τα οποία αν και είναι από τη φύση τους πολιτικά, δεν θα γίνουν ποτέ πολιτικά γεγονότα επειδή δεν υπάρχει διαμόρφωση κοινής γνώμης γύρω από αυτά. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα εδώ ήταν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στη ναζιστική Γερμανία: επρόκειτο για ένα σημαντικό γεγονός, που εδραζόταν σε ορατά υλικά δεδομένα, που το βίωναν μυριάδες άνθρωποι και όμως, ακόμα και το 1939 ήταν ένα γεγονός «ανύπαρκτο». (…)
Τέτοια εξάλειψη γεγονότων δεν συμβαίνει μόνο στις αυταρχικές και τις ολοκληρωτικές χώρες, αλλά και στις δημοκρατίες. Έχουμε κι εδώ γεγονότα που δεν υπάρχουν, επειδή η κοινή γνώμη δεν έχει προετοιμαστεί γι’ αυτά. Για παράδειγμα, η κοινή γνώμη αγνοούσε την κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία και τη Γαλλία κατά το 19ο και στις αρχές του 20ου αιώνα. Παιδική εργασία, τρώγλες, μισθοί της συμφοράς, αρρώστιες, απάνθρωπες συνθήκες δουλειάς, όλα αυτά “δεν υπήρχαν” και χρειάστηκε η επίμονη, και μερικές φορές βίαιη, δράση της εργατικής τάξης για να επιβάλει στην κοινή γνώμη την ύπαρξη ενός τόσο συντριπτικού γεγονότος. (…)
Αλλά αν το γεγονός υπάρχει μόνο μέσω της κοινής γνώμης, αρκεί άραγε μια καλή πληροφόρηση για να λυθεί το πρόβλημα; Αν μια τίμια πληροφόρηση μεθερμήνευε όλα τα γεγονότα και τα παρέδιδε στο κοινό, αυτό θα κατέληγε άραγε στο να κάνει πολιτικά αυτά τα γεγονότα και να δημιουργήσει μια κοινή γνώμη που θα συνέπιπτε αντικειμενικά με την πραγματικότητα; Αυτό δεν είναι παρά ένα όμορφο όνειρο, όνειρο που κάνουν όσοι πιστεύουν στη συμφιλίωση των μμε με τη δημοκρατία. Υπάρχουν όμως δυο εμπόδια σε αυτή τη συμφιλίωση.
Πρώτα-πρώτα, μια πληροφορία δεν αρκεί για να δώσει στο γεγονός, στο οποίο αναφέρεται, το χαρακτήρα πολιτικού γεγονότος. Όταν η πληροφορία παρέλθει, το γεγονός λησμονείται. Δεν έχει ακόμα εισέλθει στο πεδίο των ζητημάτων που απασχολούν την κοινή γνώμη. Η μια πληροφορία εκτοπίζει την άλλη, ακόμα κι αν έχει διάρκεια 5 ή 6 μέρες. Το κοινό μένει ανέγγιχτο από μια απλή έκθεση συμβάντων, την οποία δεν πολυκαταλαβαίνει και στην οποία δεν εστιάζει την προσοχή του. (…)
2) Το δεύτερο εμπόδιο είναι, ότι μια πληροφορία δεν παράγει ποτέ μια κοινή γνώμη. Μυριάδες πληροφορημένοι άνθρωποι δεν συγκροτούν μια κοινή γνώμη. Η πληροφορία αυτή καθαυτή δεν έχει ούτε τη διάρκεια, ούτε την ένταση που είναι απαραίτητες για να δημιουργηθεί μια κοινή γνώμη αφού έχει κεντριστεί το ενδιαφέρον των ανθρώπων. Επειδή υπάρχει τεράστια ποικιλία πληροφοριών, μία και μόνο πληροφορία δεν αρκεί για να πολώσει την προσοχή των διαφορετικών ανθρώπων. Για να συγκροτηθεί η κοινή γνώμη και να οργανωθεί ως τέτοια, πρέπει τα σύμβολα να υποβληθούν σε επεξεργασία. Δεν αρκεί λοιπόν η πληροφορία για να γεννήσει ένα γεγονός στην πολιτική ζωή, για να του δώσει το χαρακτήρα πολιτικού γεγονότος.
Προπαγάνδα
Αυτό, το πετυχαίνει μόνο η προπαγάνδα. Μόνο η προπαγάνδα υποχρεώνει την αεάνως κινούμενη προσοχή της μάζας να σταθεί και να καθηλωθεί στο τάδε συμβάν. Μόνο η προπαγάνδα διδάσκει στη μάζα τις προβλέψιμες συνέπειες του δείνα μέτρου. Μόνο η προπαγάνδα στερεοποιεί την κοινή γνώμη και την προσανατολίζει σε σχέση με τον τάδε παράγοντα, που γίνεται πάραυτα πολιτικό γεγονός ή πολιτικό πρόβλημα. Μόνο η προπαγάνδα μετασχηματίζει, σήμερα, την ατομική εμπειρία σε κοινή γνώμη. Αυτή ενεργεί στο νοητικό σύμπαν και ανυψώνει στην τάξη του προβλήματος ένα σύνολο γεγονότων με τη δημιουργία μιας κοινής γνώμης για το ζήτημα. Δεν υπάρχει, λοιπόν, κοινή γνώμη καθεαυτή. (…)
Έτσι, ο πολιτικός δεν ενεργεί μόνο μέσα στο σύμπαν των εικόνων της κοινής γνώμης, αλλά μπορεί και να δημιουργεί αυτές τις εικόνες και να τις τροποποιεί με τα μέσα πληροφόρησης και προπαγάνδας που έχει στη διάθεσή του. Αντίστροφα, η κοινή γνώμη που διαμορφώνεται μέσα σε αυτό το σύμπαν, καθορίζει τον πολιτικό, ο οποίος μπορεί να κυβερνά μόνο με βάση αυτήν.
Ωστόσο μέσα σε αυτό το εικονικό σύμπαν οι αμοιβαίοι καθορισμοί δεν είναι ούτε αυτόματοι, ούτε αυστηροί. Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση δεν “κατασκευάζει” την κοινή γνώμη, η οποία βασίζεται σε στερεότυπα και προκαταλήψεις που δύσκολα ξεριζώνονται. Κι από την άλλη, η κοινή γνώμη δεν υποχρεώνει την κυβέρνηση, διότι δεν διαθέτει (η κοινή γνώμη) ιδιαίτερα μέσα έκφρασης. Στην πραγματικότητα, είμαστε πολύ περισσότερο ενώπιον μιας διπλής παράλυσης παρά μιας αμφίδρομης αποτελεσματικότητας. (…)
Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε, ότι σε αυτό το παιχνίδι υπάρχει κι ένας τρίτος εταίρος: ο κάτοχος των μέσων δράσης, ο οποίος, σ’ αυτό το σύμπαν των εικόνων, είναι ο προπαγανδιστής. Και ξέρουμε πολύ καλά, ότι αυτός είναι ένας τεχνικός, ο οποίος πολύ λίγο νοιάζεται για τον πολίτη και αντιπροσωπεύει πολιτικά ή οικονομικά συμφέροντα, με βάση τα οποία θα διαμορφώσει την κοινή γνώμη. […]»
Ζακ Ελλύλ, L’ Illusion politique [Η πολιτική αυταπάτη], 1965
«Μια από τις πιο διαδεδομένες σύγχρονες κοινοτοπίες, η οποία θεωρείται μάλιστα αυτονόητη και απολύτως ασφαλής, είναι ότι άλλο πράγμα είναι η πληροφόρηση και τελείως άλλο πράγμα η προπαγάνδα. Κάθε καθωσπρέπει άνθρωπος γνωρίζει ότι στην εποχή μας η πληροφόρηση είναι εντελώς απαραίτητη. Πρόκειται, όπως λένε, για μια απολύτως θετική κατάκτηση και ένα από τα πλεονεκτήματά μας σε σχέση με τους ανθρώπους παλιότερων εποχών, είναι ότι μαθαίνουμε τι συμβαίνει στην Κίνα και πληροφορούμαστε ποιες είναι οι αποφάσεις της κυβέρνησης της χώρας μας. […]
Έχουμε λοιπόν από τη μια μεριά την πληροφόρηση, που υποτίθεται πως είναι από τη φύση της έντιμη, αληθινή και ξεκάθαρη μετάδοση δεδομένων, και από την άλλη την προπαγάνδα, η οποία διαστρεβλώνει τα δεδομένα, ψεύδεται και πηγάζει από το πάθος για εξουσία, τον μακιαβελισμό και τη συνειδητή εξαπάτηση. Αυτή η καθησυχαστική διχοτόμηση μεταξύ πληροφόρησης και προπαγάνδας επιτρέπει σ’ εμάς, τους καλώς πληροφορημένους ανθρώπους, να κοιμόμαστε ήσυχοι και φυσικά να μην υποκύπτουμε στην προπαγάνδα.
Η σχέση μεταξύ πληροφόρησης και προπαγάνδας.
Όμως αν δούμε τα πράγματα πιο προσεκτικά, θα διαπιστώσουμε αμέσως ότι δεν είναι τόσο απλά. Πρώτα-πρώτα είναι αδύνατον να υπάρξει ένας ξεκάθαρος ορισμός της προπαγάνδας. Ο καθένας την παρουσιάζει όπως την αντιλαμβάνεται ο ίδιος και έχουμε ένα ευρύ φάσμα, από εκείνους που βλέπουν προπαγάνδα παντού, από την κυριακάτικη λειτουργία μέχρι το δημοτικό σχολείο, έως εκείνους οι οποίοι θεωρούν πως δεν μπορούμε να ορίσουμε κάτι ιδιαίτερο ως προπαγάνδα και επομένως ότι προπαγάνδα δεν υφίσταται. […]
Το μοναδικό σημείο που θεωρώ σοβαρό σε όλα αυτά, είναι το εξής: οι περισσότεροι συγγραφείς έχουν τη γνώμη ότι όλα θα είναι μια χαρά άπαξ και λυθούν τα προβλήματα στην οργάνωση της πληροφόρησης. Πρόκειται για μια πολύ επικίνδυνη αυταπάτη, διότι τίποτα δεν πρόκειται να λυθεί αφού το θεμελιώδες πρόβλημα με την πληροφόρηση βρίσκεται αλλού, δηλαδή στη στενότατη σχέση μεταξύ πληροφόρησης και προπαγάνδας και στο γεγονός ότι δεν είναι δυνατόν να χωριστούν η μια από την άλλη.
Αλλά και πέρα από αυτό, πρέπει να δούμε και τα νέα δεδομένα σε ό,τι αφορά την προπαγάνδα. Για παράδειγμα, τώρα πια οι προπαγανδιστές έχουν συνειδητοποιήσει ότι το ψέμμα δεν εξυπηρετεί τους σκοπούς τους κι έχουν αποφασίσει ότι τους συμφέρει περισσότερο να πουλάνε αλήθειες και να στηρίζουν την προπαγάνδα τους σε γεγονότα. […] Με άλλα λόγια, η σύγχρονη προπαγάνδα είναι πολύ πιο πανούργα απ’ όσο έχουμε συνηθίσει να νομίζουμε.
Η πληροφόρηση, προαπαιτούμενο της προπαγάνδας
Πρέπει να υπογραμμίσουμε, χωρίς να επιμείνουμε ιδιαίτερα σε αυτό, ότι τα μέσα της προπαγάνδας είναι ακριβώς τα ίδια με αυτά της πληροφόρησης: όχι μόνον υλικά μέσα (τηλεόραση, ραδιόφωνο, εφημερίδες, ταινίες, ομιλίες, κ.λπ.) αλλά και ψυχολογικά μέσα, δεδομένου ότι και η πληροφόρηση πρέπει να ‘διαδοθεί’, να γίνει γνωστή, δηλαδή να τραβήξει την προσοχή του κοινού. Ο ακροατής πρέπει να πειστεί, ότι η τάδε πληροφορία είναι έντιμη και αξιόπιστη. Πώς θα πειστεί; Με κάθε διαθέσιμο μέσο προσεταιρισμού. Διότι όταν η πληροφόρηση, θέλοντας να μείνει ‘αντικειμενική’, περιορίζεται στην απλή έκθεση των γυμνών γεγονότων, δεν υπάρχει περίπτωση να βρει ακροατήριο. Όταν θέλουμε να μεταδώσουμε μια πληροφορία, πρέπει να παίρνουμε υπόψη μας σε ποιον άνθρωπο τη μεταδίδουμε. Ποιο είναι το ακροατήριό μας. Ποιος είναι λοιπόν ο σημερινός ακροατής; Ποιος είναι ο σημερινός άνθρωπος, τον οποίο θέλουμε να πληροφορήσουμε; Είναι, πρώτα απ’ όλα, ένας άνθρωπος που έχει ελάχιστο ελεύθερο χρόνο. Μέσα σε αυτόν, πρέπει να του μεταδώσουμε τις πληροφορίες μας. Ε λοιπόν, για να δώσουμε ένα απτό παράδειγμα, προκειμένου να διαβάσει κανείς μια εφημερίδα όπως ο Le Monde, χρειάζεται δυο ώρες την ημέρα και πάλι κάμποσα θα του έχουν ξεφύγει. Ποιος άνθρωπος σήμερα θα διαθέσει δυο ώρες από τον ελεύθερο χρόνο του για να πληροφορηθεί; Επομένως, η πληροφόρηση πρέπει να συμπυκνωθεί. Να δοθεί σαν ‘χαπάκι’. Αλλά τότε, είναι στ’ αλήθεια πληροφόρηση;
Επιπλέον, αυτή η πληροφόρηση-χαπάκι πρέπει να παρουσιαστεί με μια ευχάριστη και ελκυστική μορφή, που θα δίνει στον κουρασμένο σημερινό ακροατή την αίσθηση ότι με δυο λόγια έχει πάρει το ‘ζουμί’ της πληροφορίας. Αλλά για να γίνει αυτό, η πληροφόρηση πρέπει να παρουσιαστεί με ‘εύπεπτο’ τρόπο, που δεν θα ‘κουράζει’ τον ήδη κουρασμένο ακροατή. Όμως μπορεί να υπάρξει ‘εύπεπτη’ σοβαρή πληροφόρηση; Για να υπάρξει σοβαρή πληροφόρηση, θα πρέπει ο ακροατής να έχει ήδη αρκετές γνώσεις ιστορίας, πολιτικής και γεωγραφίας, αν χρειάζεται, ώστε να καταλαβαίνει τι είναι αυτό που του λένε. Ακόμα περισσότερο, θα πρέπει να έχει τη διάθεση αλλά και την ικανότητα να σκέφτεται, να συνθέτει, να διακρίνει και να θυμάται −και όλα αυτά δεν είναι φυσικά χαρίσματα αλλά καρποί παιδείας και εκπαίδευσης. Τι σχέση έχει λοιπόν αυτό με τον σημερινό ακροατή; […]
Επομένως, πού ακριβώς βρίσκεται το υποτιθέμενο όριο ανάμεσα στην προπαγάνδα, δηλαδή τη μαζική διακήρυξη απλουστευμένων γεγονότων με στόχο τον προσεταιρισμό του κοινού, και σε μια πληροφόρηση η οποία σερβίρεται σε μορφή-χαπάκι και σε ένα κοινό που δεν έχει την παραμικρή δυνατότητα να την ελέγξει; […]
Ακούμε συχνά, ότι ο καλύτερος τρόπος για να πολεμήσει κανείς την προπαγάνδα, είναι η μετάδοση σωστής πληροφόρησης. Αυτό σε κάποιο βαθμό ισχύει. Λέω όμως ‘σε κάποιο βαθμό’, διότι στην πραγματικότητα η πληροφόρηση αποτελεί προαπαιτούμενο της προπαγάνδας.
Πράγματι, για να υπάρξει προπαγάνδα, πρέπει να υπάρχει κάποια αναφορά στα τρέχοντα πολιτικά και οικονομικά δεδομένα. Η πραγματική δύναμη της προπαγάνδας δεν βρίσκεται τόσο στη δογματική επιχειρηματολογία της όσο στην ερμηνεία των τρέχοντων γεγονότων, την οποία παρουσιάζει. Η προπαγάνδα μπορεί να δουλέψει μόνο όταν τρέχοντα πολιτικά ή οικονομικά γεγονόταν έχουν ήδη ξυπνήσει, αναστατώσει ή προσανατολίσει την κοινή γνώμη. Πιάνεται από μια υπάρχουσα ψυχολογική πραγματικότητα, όχι μόνιμη αλλά ενός είδους ψυχολογική ταραχή που προκαλείται από ένα συμβάν. Όμως αυτού του είδους οι ψυχολογικές αναστατώσεις δεν διαρκούν πολύ. Πρέπει λοιπόν να συντηρούνται, να κρατιώνται ζωντανές και να παρατείνονται προκειμένου να παράξουν μια ‘κοινή γνώμη’. Αλλά η κοινή γνώμη είναι ακριβώς το έδαφος πάνω στο οποίο στήνεται η προπαγάνδα. Αν δεν υπάρξει κοινή γνώμη, δεν μπορεί να υπάρξει προπαγάνδα. […]
Την κοινή γνώμη λοιπόν την παράγουν τα ΜΜΕ, τα οποία διαδίδουν πληροφορίες και απασχολούν ασταμάτητα τις μάζες με διάφορα πολιτικά, οικονομικά και άλλα συμβάντα, αναπλάθοντας διαρκώς τη βάση πάνω την οποία υφαίνει την επιχειρηματολογία της και ανθίζει η προπαγάνδα. […] Διότι πρέπει να το επαναλάβουμε: η προπαγάνδα δεν στηρίζει τους ισχυρισμούς της πάνω σε καθαρά ψέματα αλλά πάνω σε κάθε λογής επιμέρους δεδομένα. […]
Επομένως, η πληροφόρηση όχι μόνο προσφέρει στην προπαγάνδα τη βάση, χωρίς την οποία δεν θα μπορεί να υπάρξει, αλλά, πιο σημαντικό ακόμα, της παρέχει αυτό ακριβώς που [η προπαγάνδα] χρειάζεται για να λειτουργήσει διογκώνοντας τα προβλήματα και παρουσιάζοντας τις ‘λύσεις’ που τη συμφέρουν. […]
Αυτή η διόγκωση των προβλημάτων, απαραίτητο καύσιμο της προπαγάνδας, σχετίζεται άμεσα με τη διεύρυνση πλαισίου που πραγματοποιεί η πληροφόρηση. Στην πραγματικότητα, η καθαρή πληροφόρηση δεν μεταδίδει τίποτε άλλο από συγκεκριμένα γεγονότα. Το συγκεκριμένο γεγονός, όσο σημαντικό κι αν είναι, έχει καθεαυτό περιορισμένη έκταση τόσο στο χώρο όσο και στο χρόνο: συνέβη εκεί και τότε. Είναι, δηλαδή, ένα μοναδικό συμβάν. Η πληροφορία δεν έχει παγκόσμιο εύρος. Όμως εκείνος ο οποίος πληροφορεί, αυτός που μεταδίδει την πληροφορία, επιχειρεί πάντοτε να συνδέσει το συγκεκριμένο συμβάν με άλλα παρόμοια, να αναδείξει τι προηγήθηκε και τι το ακολούθησε, ίσως ακόμα και να προσφέρει μια ερμηνεία ή μια εξήγηση του γεγονότος αυτού. Έτσι η πληροφορία που μεταδίδει παύει ευθύς αμέσως να είναι ‘σκέτη’ πληροφόρηση. Σε αυτό, πρέπει να προσθέσουμε και το γεγονός ότι ο σημερινός άνθρωπος δέχεται κυριολεκτικά ένα καθημερινό κατακλυσμό από πληροφορίες. Πληροφορίες ασύνδετες μεταξύ τους, που αφορούν ένα ευρύ γεωγραφικό φάσμα κι ένα ευρύτατο φάσμα προβλημάτων. […]
Έτσι, μέσα από τον κατακλυσμό πληροφόρησης, ο άνθρωπος αφ’ ενός μεν ‘ενημερώνεται’ ότι η πραγματικότητα της κατάστασής του εξαρτάται άμεσα από την πραγματικότητα ολόκληρης της κοινωνίας, ενός συνόλου κοινωνιών ή και του πλανήτη ολόκληρου, δηλαδή ότι η ζωή του αποτελεί κομμάτι ενός ολοένα και πιο διευρυμένου πλαίσιου ζωής και μιας ολότητας θεμάτων και προβλημάτων. Και αφ’ ετέρου, την ίδια στιγμή, βρίσκεται παγιδευμένος σε ένα ατέλειωτο καλειδοσκόπιο, καμωμένο από χιλιάδες εικόνες, που η μια διαδέχεται την άλλη χωρίς να υπάρχει καμιά σύνδεση μεταξύ τους, πράγμα που επιτείνει μέσα του την αίσθηση ότι η ζωή του αποτελεί κομμάτι μιας τεράστιας ολότητας, η οποία δεν έχει καμιά λογική, κανέναν ειρμό, κανένα ρυθμό, κανένα νόημα και αλλάζει με τρομαχτική ταχύτητα χωρίς ο ίδιος να μπορεί να καταλάβει τίποτα και χωρίς καμιά δυνατότητα να δράσει πάνω της με τις δεξιότητες που έχει αποκτήσει μέσα στο μικρό πλαίσιο της προσωπικής του ζωής. […]
Γίνεται φανερό λοιπόν, ότι η πληροφόρηση δεν αποτελεί μόνο προαπαιτούμενο της προπαγάνδας αλλά και οδηγεί στην προπαγάνδα,αφού η προπαγάνδα είναι εκείνη που θα παράσχει σε αυτό τον άνθρωπο τη μυθική εξασφάλιση, που έχει ανάγκη. Διότι ο άνθρωπος που έχει πνιγεί από τον κατακλυσμό της πληροφόρησης, έχει ολοένα και μεγαλύτερη ανάγκη για ένα σύστημα που θα ταξινομεί και θα του εξηγεί όλες αυτές τις πληροφορίες −και μάλιστα ένα σύστημα το οποίο, όσο πιο σύνθετο είναι το πλαίσιο που του παρουσιάζεται από τον κατακλυσμό των πληροροφιών, τόσο πιο απλές και χοντροειδείς εξηγήσεις θα του παρέχει. Κι αυτή ακριβώς είναι η δουλειά της προπαγάνδας».
Leave a Reply