Ενάντια στον σεχταρισμό: Για μια συγγένεια που βασίζεται στην πρακτική
Mónica Caballero & Francisco Solar
Αντίκρυ σ’ αυτό που αντιλαμβανόμαστε ως άμεσα αφομοιωτική για εμάς διαδικασία, ορθώνεται η αναγκαιότητα να γράψουμε αυτό το κείμενο για να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα ζητήματα.
Όπως έχουμε γράψει σε διάφορες περιπτώσεις, είτε ατομικά είτε συλλογικά, κατανοούμε την αναρχία όχι ως ενσάρκωση ή ως ένα σημείο για να φτάσουμε, αλλά ως μια τάση, μια διαρκή πρωτοπρόσωπη σύγκρουση που τοποθετεί στο κέντρο της την αναζήτηση της ατομικής ελευθερίας. Για εμάς, αυτός ο διαρκής αγώνας έχει αποτελέσει πραγματικότητα, και είναι κι ο λόγος για τον οποίον σήμερα βρισκόμαστε πίσω από κάγκελα. Η συνθήκη αυτή δε μας απέτρεψε απ’ το να συνεχίσουμε να συμμετέχουμε σε πρωτοβουλίες αγώνα, είτε εντός είτε εκτός φυλακής.
Κοντολογίς, η αναρχία για εμάς αποτελεί αξιακό κώδικα και διαρκή πρακτική απέναντι στην εξουσία, μια πρακτική στα πλαίσια της οποίας έχουμε γνωρίσει κόσμο (όχι απαραίτητα “αναρχικό”), εμπλουτίζοντας και βελτιώνοντας τις οπτικές και τις δυνατότητές μας, όπως επίσης και σφυρηλατώντας στενούς δεσμούς συνενοχής, οι οποίοι ενδυναμώνονται στο πέρασμα των χρόνων και στην εξέλιξη της σύγκρουσης. Το να ισχυριζόμαστε πως οι δεσμοί αυτοί μπορούν να συναφθούν μονάχα με όσες κι όσους αυτοαποκαλούνται “αναρχικοί”, πέραν του ότι αποτελεί φενάκη -στην οποία πιστεύουν όσοι δεν έχουν τολμήσει να ταξιδέψουν στις ατραπούς της σύγκρουσης και ξοδεύουν τον χρόνο τους μπροστά από έναν υπολογιστή-, είναι κάτι που έχουμε αρνηθεί από τη στιγμή όπου ιεραρχήσαμε υψηλότερα την οικοδόμηση δεσμών, αντί για την αναπαραγωγή κενής συνθηματολογίας ώστε να νιώθουμε “γεμάτοι”. Το να αυτοαποκαλούμαστε “ανυποχώρητοι αναρχικοί” δε σημαίνει απολύτως τίποτα, αν δε συνοδεύεται από τη συγκρουσιακή πρακτική που οφείλει να συγκροτεί μια τέτοια ταυτότητα.
Από την άλλη -και πιο σημαντικό όλων-, το να θεωρούμε πως οιαναρχικές και οι αναρχικοί πρέπει να οικοδομούν σχέσεις μονάχα με αναρχικές και αναρχικούς, αντανακλά μια παράλογη καθαρότητα και έναν σεχταρισμό που, αναμφιβόλως, αποτελεί εξουσιαστική έκφραση. Το να συμπράττουμε και να αρθρώνουμε αγωνιστικές πρωτοβουλίες μόνο με όσες κι όσους αυτοαποκαλούνται “αναρχικοί” περιορίζει τις σχέσεις μας και, κατ’ επέκταση, μειώνει πλήρως τις δυνατότητες να αναπτυχθούμε. Τούτο σημαίνει πως κλειδαμπαρωνόμαστε ηλιθιωδώς σε δογματισμούς που μας περιορίζουν και μας αποτρέπουν από την ελεύθερη συνύπαρξη. Το λοιπόν, παρατηρούμε πως, στο όνομα της ελευθερίας, κάποιοι χτίζουν το ακριβώς αντίθετο, τοποθετώντας τις σέχτες ως θεμέλιο των σχέσεών μας.
Με αυτό, δε θέλουμε να υποστηρίξουμε την οικοδόμηση σχέσεων δίχως κριτήρια ή δίχως να έχουμε κανενός είδους φίλτρο.
Σε προηγούμενα κείμενά μας έχουμε αφήσει κάποια επιχειρήματα που δεν έχουν αναιρεθεί · η μετάνοια, οι διαχωρισμοί και η ιδρυματοποίηση χαράσσουν κάποιες κόκκινες γραμμές, αποτελώντας ανυπέρβλητα στοιχεία που μας αποτρέπουν απ’ το να προβούμε σε συλλογικές πρωτοβουλίες παρέα με όσες κι όσους επιλέγουν αυτά τα μονοπάτια. Όπως μπορείτε να καταλάβετε, τα επιχειρήματα αυτά δεν αντιστοιχούν σε κενές μαρκίζες, αλλά είναι αρκετά συγκεκριμένα και ανταποκρίνονται στους όρους επιβίωσης εντός της φυλακής και όχι μόνο. Αποτελούν οπτικές που αναδεικνύουν την όποια πιθανή αντίφαση ανάμεσα σε αυτά που λέγονται και σ’ αυτά που γίνονται πράξη. Λοιπόν, ενδεχομένως η μόνη αξία για κάποιους είναι ξεστομίζουν πύρινες φανφάρες στο διαδίκτυο ή σε κάποιο κοινωνικό δίκτυο. Αντιθέτως, εμείς δίνουμε προτεραιότητα στην πρακτική, και με βάση αυτήν οικοδομούμε συγγένειες και ρήξεις.
Και σίγουρα, οι εξουσιαστικές πρακτικές αντιπροσωπεύουν μιαν οπτική που δεν πρόκειται να ανεχθούμε. Δε χτίσαμε ποτέ αγωνιστικές σχέσεις θεμελιωμένες στον εξουσιασμό, και η εμπειρία μας ως αναρχικές και ανατρεπτικοί κρατούμενοι δεν αποτελεί εξαίρεση. Τα κοινά σημεία που εντοπίζουμε σε όλα αυτά είναι πολύ πιο ισχυρά από την όποια πιθανή διαφωνία, η οποία προφανώς δε θα μπορούσε ν’ αποτελεί ανυπέρβλητο στοιχείο, καθώς, αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα είχε τεθεί ως ζήτημα από το ξεκίνημα της εκάστοτε πρωτοβουλίας. Οι δεσμοί που μας ενώνουν με τα συντρόφια μας, έχουν σφυρηλατηθεί εντός της συγκρουσιακής διαδικασίας. Εντός κι εκτός φυλακής, για περισσότερο από μια δεκαετία, αποτελώντας για εμάς μια σχέση και μια πλούσια εμπειρία που, αδιαμφισβήτητα, έχει θρέψει, έχει δυναμώσει κι έχει προσδώσει καλύτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά στο αναρχικό μας μονοπάτι. Σήμερα, σε αυτήν τη νέα συνθήκη κράτησης, τούτη η συλλογική πρωτοβουλία δεν είναι καινούργια, καθώς έχει βασιστεί σε σημαντικές κινητοποιήσεις που μας επέτρεψαν να αναπτύξουμε ενδιαφέροντα εγχειρήματα.
Τώρα, όπως αναφέραμε και στο άρθρο “Για την αναγκαιότητα συνέχισης του αγώνα εντός φυλακής”, στο περιοδικό Kalinov MOST 4, οι αναρχικές και οι αναρχικοί κρατούμενοι έχουν απομακρυνθεί από τους κώδικες των φυλακών, οι οποίοι είχαν επικρατήσει και αναπαράγονταν από μέλη ένοπλων αριστερών ομάδων από τη δεκαετία του ’80, κώδικες οι οποίοι είχαν κυρίως να κάνουν με την αναπαραγωγή της οργανικής-κομματικής λογικής εντός φυλακής, καθώς και με την εγκαθίδρυση μιας σφαίρας ανωτερότητας σε σχέση με τον υπόλοιπο ποινικό πληθυσμό. Πλέον καλούνται να διατηρήσουν ζωντανούς του ανατρεπτικούς κώδικες με τους οποίους νιώθουμε σύνδεση και τους οποίους θεωρούμε αναγκαίο να εγκολπώσουμε και να τους δώσουμε ζωή. Αναφερόμαστε στην αδιάλλακτη θέση και στάση ενάντια στον θεσμό της φυλακής, η οποία παρέχει μια κοινή ταυτότητα, αντίληψη και αναγνώριση στους κοινωνικούς κρατουμένους και στους λοιπούς φυλακισμένους. Αναφερόμαστε επίσης στο αναμφίλεκτο γεγονός της συνέχισης του αγώνα εντός φυλακής, δείχνοντας έμπρακτα πως με τον εγκλεισμό τίποτα δε σταματά, πως αποτελεί απλώς μία ακόμη μάχη, σπάζοντας έτσι τη θυματοποίηση. Πολλές φορές στον αγώνα για την απελευθέρωση των κρατουμένων, συντρόφια έχουν ορθώσει και προωθήσει εδώ και δεκαετίες μια πρακτική ενάντια στον εγκλεισμό, η οποία έχει διαρρήξει τα τείχη που διαχωρίζουν τον δρόμο και τη φυλακή. Αυτοί είναι μόλις λίγοι απ’ τους ανατρεπτικούς κώδικες που μοιραζόμαστε με τα συντρόφια, που ενισχύουν έμπρακτα τους δεσμούς συγγένειας καθημερινά, και μένουμε μακριά από όσους -ακόμη κι αν αυτοαποκαλούνται “αναρχικοί”- ξεμακραίνουν απ’ τον αγώνα ή βρίσκονται πλήρως αποσυνδεδεμένοι απ’ αυτόν. Τι κάνουν όλοι αυτοί οι “καθαροί” αυτοαποκαλούμενοι “αναρχικοί”, οι οποίοι είναι πλήρως απομακρυσμένοι από τούτες τις ιδέες και τις πρακτικές, αν έχουν ν’ αντιμετωπίσουν μια δίωξη ή αν βρεθούν στη φυλακή; Επαναλαμβάνουμε πως χτίζουμε σχέσεις βασισμένες σε κοινές πρακτικές, όχι σε λόγια ή σε πύρινες μεγαλοστομίες που δημοσιεύονται στο διαδίκτυο. Τέλος, θεωρούμε αναγκαίο να κάνουμε λόγο για τον κίνδυνο που ο σεχταρισμός και η καθαρότητα εγκυμονούν για τους χώρους μας, πέραν των εξουσιαστικών σχέσεων που αναφέρθηκαν πιο πάνω.
Από την ξεκάθαρα αναρχική μας θέση, θεμελιωμένη στη διαρκή σύγκρουση και στην ατομική ελευθερία, οικοδομούμε σχέσεις και συμπράξεις που μας ενδυναμώνουν και μας ενισχύουν στην ατραπό της ολικής απελευθέρωσης.
Όπως έχουν πει και τα πύρινα συντρόφια της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς πριν λίγα χρόνια: Αλληλεγγύη με τους αναρχικούς κρατουμένους και με τους αμετανόητους όλων των επαναστατικών τάσεων!
ΣΗΜΕΡΑ ΛΕΜΕ: Τα συντρόφια Pablo Bahamondes, Marcelo Villarroel, Juan Aliste, Juan Flores και Joaquín García: Στους δρόμους!
Mónica Caballero Sepúlveda. Φυλακή Σαν Μιγκέλ.
Francisco Solar Domínguez. Φυλακή Ρανκάγουα.
Πηγή: AMW English
Μετάφραση: Δ.Ο. Ragnarok