Ο ιστορικός αγώνας ενάντια σε αυτούς που επιμένουν να συμπλέουν με το ρεύμα της «προόδου»

Εν αναμονή της ανάρτησης της εισήγησης από τη προχθεσινή εκδήλωση της Συνέλευσης ενάντια στη Βιοεξουσία και την Κλεισούρα, στα πλαίσια των μηνιαίων εκδηλώσεων της Πρωτοβουλίας ενάντια στο υγειονομικό Απαρτχάιντ, δημοσιεύουμε κάποια αποσπάσματα από το βιβλίο που παρουσιάστηκε, τα οποία ρίχνουν φως στο ζήτημα της εργατικής διάστασης του κινήματος ενάντια στον υποχρεωτικό εμβολιασμό των παιδιών για την ευλογιά (anti-vaccination movement) στη Βικτωριανή Αγγλία, και όχι μόνον σε αυτή.
 
Σε αντίθεση με τη βολική προπαγάνδα των εγχώριων αριστερών και «αντιεξουσιαστών» φιλοεμβολιαστών-φιλοτομαριστών που προσποιούνται κιόλας ότι ενδιαφέρονται για τα «εργατικά συμφέροντα», παριστάνοντας μάλιστα τους πολέμιους του «φιλελεύθερου ατομικισμού» σαν όψιμοι «κοινωνιστές» και αυτοαναγορευμένοι υπερασπιστές του «λαού και της κοινωνικής πλειοψηφίας» που διακηρύττουν από εδώ και από εκεί πως είναι, η εξαιρετική έρευνα της Nadja Durbach στα ιστορικά αρχεία αποδεικνύει και αναδεικνύει, εκτός των άλλων, ενδιαφέρουσες πτυχές μιας εργατικής πρακτικής και κουλτούρας αντίστασης για την οποία οι προαναφερόμενοι μάλλον έχουν επιλέξει να μην πάρουν μυρωδιά.
 
Όσον αφορά στην θέση της εργατικής τάξης μέσα στο κίνημα, αυτό, παρότι ήταν διαταξικό,
 
«βρήκε την ισχυρότερη στήριξη σε περιοχές και γειτονιές όπου η εργατική τάξη πλειοψηφούσε. Αν και το Λονδίνο δεν αποτελούσε το κέντρο των αντιεμβολιαστικών κινητοποιήσεων, οι εργατικές περιοχές του Ανατολικού και Νότιου Λονδίνου όπως το Hackney, το Shoreditch, το Bethnal Green, το Mile End και το Southwark ήταν η έδρα διαφόρων αντιεμβολιαστικών οργανώσεων. To σύμπλεγμα των βιομηχανικών πόλεων γύρω από το Manchester, το Sheffield και το Liverpool επίσης αποτέλεσε φυτώριο αντιεμβολιασμού, με πάνω από 35 αντιεμβολιαστικούς συλλόγους.

 

Αν και είναι σημαντικό να τονιστεί ότι οι ταξικές ταυτότητες είναι ρευστές και όχι παγιωμένες, πολλοί ήταν οι αντιεμβολιαστές που αυτοπροσδιορίζονταν ως μέλη της εργατικής τάξης. Εξέφραζαν μια κοινή εμπειρία παραβίασης και εξαναγκασμού του σώματος και κατ’ επανάληψη η δυσαρέσκειά τους αρθρωνόταν με την πολιτική γλώσσα του ταξικού ανταγωνισμού.
Μερικοί εργοδότες απαιτούσαν τον εμβολιασμό όλων των υπαλλήλων τους, απειλώντας τους ότι θα χάσουν τη δουλειά τους [τι πρωτότυπο! Κάπως έτσι έφτασε ο εμβολιασμός κατά του κορωνοιού εδώ και αλλού στο 75% ή στο 90% του πληθυσμού]… Η ανάμιξη των συνδικάτων στο ζήτημα επιβεβαιώνει το εύρος του προβλήματος και τις επιτυχίες της αλληλεγγύης [το αντίθετο δηλαδή από αυτό που γίνεται σήμερα].
Μερικοί αντιεμβολιαστές αυτοπροσδιορίζονταν ως σοσιαλιστές και ανήκαν στο Independent Labour Party. Το Λονδρέζικο τμήμα της Μαρξιστικής Διεθνούς Ένωσης Εργατών (Marxist International Working Men’s Association) επίσης στήριζε τον αγώνα και δημοσίευε αντιεμβολιαστικό υλικό στο έντυπό του, το International Ηerald.»
Υπήρχαν όμως και εξαιρέσεις, όπως ο Henry Hyndman, ηγέτης της Social Democratic Federation, κλασσικό παράδειγμα σοσιαλδημοκρατικής οργάνωσης που είχε αρχίσει να αναπτύσσει μια θετικιστική – εξελικτική – επιστημονικίστικη αντίληψη του εργατικού αγώνα:
«Δεν θέλω να γίνει το κίνημα μια αποθήκη εκκεντρικών, ανθρωπιστών, χορτοφάγων, αντιπάλων της ζωοτομίας και του εμβολιασμού, καλλιτεχνιζόντων κλπ.»
Απόψεις σαν αυτές του Hyndman, είναι πλέον γνωστό πως συνέβαλλαν στον κομφορμισμό, στη διαφθορά και συγκαταλέγονται στις αιτίες κατάρρευσης του ιστορικού εργατικού κινήματος που έσπευσε να κολυμπήσει στο ρεύμα μιας a priori καλοδεχούμενης προόδου, όπως θα καταγγείλει κάποια χρόνια αργότερα ο γνωστός για τις σκοταδιστικές και ανορθολογικές αντιλήψεις του W. Benjamin.
Απεναντίας, μέσα από την ιστορική αναδρομή που πραγματοποιείται στο βιβλίο αναπολήσαμε περιόδους όπου η εργατική τάξη δεν καθόταν με σταυρωμένα τα χέρια, είτε σε τεχνολογικές εξελίξεις που αναδιοργάνωναν την εργασιακή διαδικασία (για παράδειγμα, βλέπε την πάλη του εργάτη ενάντια στην μηχανή που περιγράφει ο Μαρξ στο Κεφάλαιο) και έθιγαν τα προλεταριακά συμφέροντα, είτε σε (νεοεμφανιζόμενες) ιατρικές τεχνολογίες που επιβαλλόντουσαν από το κράτος για να πειθαρχήσουν και να διαφυλάξουν με τον ευνοϊκότερο για το κεφάλαιο τρόπο τη συντήρηση ενός παραγωγικού προλεταριακού, βιολογικού και κοινωνικού, σώματος (όπως ο εμβολιασμός που περιγράφεται στο βιβλίο που παρουσιάσαμε).
Θυμηθήκαμε, πως οι τότε «ανορθολογιστές» προλετάριοι/ες ήξεραν πολύ καλά, και το έκαναν πράξη, πως κάποιες ιατρικές πρακτικές και ο τρόπος εφαρμογής τους δεν είναι η λογική συνέπεια κάποιας «επιστημονικής/ιατρικής προόδου» αλλά πεδίο σύγκρουσης και αποτέλεσμα των συσχετισμών δύναμης.
Δυστυχώς, οι πρώην οπαδοί της καραντίνας και νυν οπαδοί του εμβολιασμού, αφού φρόντισαν να συμβάλλουν στο να μην υπάρξει σχεδόν καθόλου αντίσταση στη σύγχρονη απόπειρα αναδιοργάνωσης της εργασιακής διαδικασίας στον τομέα της εκπαίδευσης με την εισαγωγή της τηλεκπαίδευσης –και δεν θα μπορούσαν να έχουν κάνει διαφορετικά από την στιγμή που η θαλπωρή του μενουμεσπιτισμού τους το πολύ-πολύ να διακοπτόταν από το ανταγωνιστικό σπορ του μπαλκονοχειροκροτήματος– κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να συκοφαντήσουν ένα τμήμα του προλεταριάτου που έχει όλους τους λόγους του κόσμου να αντιδρά στην επιβολή μιας ιατρικής τεχνολογίας κομμένης και ραμμένης στις ανάγκες της καπιταλιστικής συσσώρευσης, των αφεντικών και του κράτους τους.
Σε ένα επίσης ενδιαφέρον σημείο, στο οποίο αξίζει να σταθούμε γιατί έχει σημασία για την αποκάλυψη της απάτης που πουλάνε οι αυτόκλητοι σωτήρες της υγείας της «κοινωνικής βάσης», η συγγραφέας υποστηρίζει πως,
«οι παλιοί φιλελεύθεροι είχαν την πεποίθηση πως όσο το δυνατόν λιγότερο το κράτος παρεμβαίνει στην διαχείριση των ζητημάτων που προκύπτουν στην κοινότητα και αφορούν στις καθημερινές συνήθειες και συμπεριφορές των ανθρώπων, τόσο το καλύτερο για αυτό όσο και για τους πολίτες του»
ενώ παράλληλα, «η Mary Hume-Rothery (μία πολιτική περσόνα της εποχής που ανήκε σε αυτήν την τάση) επιτέθηκε στο “ψευδο-φιλελεύθερο κόμμα” που πλέον φαινόταν πως είχε εγκαταλείψει τις παραδοσιακές αρχές των ατομικών δικαιωμάτων, της προσωπικής ελευθερίας και του laissez-faire καπιταλισμού»
και αντί αυτού
«η νέα αξιωματική αρχή του φιλελεύθερου κόμματος προέβαλε το συλλογικό καλό και την ασφάλεια της κοινότητας μέσω της κρατικής παρέμβασης».
Μπορεί για αυτούς που θα ήθελαν να φέρουν το καπιταλιστικό κράτος προ των ευθυνών του και να το καταδικάσουν για «εγκληματική διαχείριση της πανδημίας» αυτά να είναι ψιλά γράμματα.
Για εμάς όμως είναι προφανές πως η αντίθεση μεταξύ του ατομικού δικαιώματος στην άρνηση επιβολής μιας ιατρικής πράξης και της συλλογικής ευθύνης της «προστασίας της κοινότητας και της δημόσιας υγείας» αναδύεται ιστορικά εντός της μίας και αυτής φιλελεύθερης πολιτικής παράδοσης και πρακτικής —ως διαμάχη στους κόλπους της φιλελεύθερης κομματικής φράξιας του κεφαλαίου μεταξύ των «παλιών-κλασσικών» φιλελεύθερων που υποστηρίζουν το πρώτο και των «νέων», υποστηρικτών του κρατικού παρεμβατισμού, που τάσσονται με τη διαφύλαξη της υγείας της κοινότητας (του κεφαλαίου).
Άρα, από προλεταριακή σκοπιά μιλώντας, πρόκειται για μια κατεξοχήν ψευδο-αντίθεση, σε αντίθεση με την πολύ υπαρκτή αντίθεση που βγάζει μάτι και έχει εξόχως βλαβερές συνέπειες για τα συμφέροντά μας, αυτήν της διαίρεσης του προλεταριάτου σε εμβολιασμένους-«κοινωνικά υπεύθυνους» και ανεμβολίαστες-«ατομίστριες».
Για τον σημαντικό ρόλο που έπαιξε το εργατικό αντι-εμβολιαστικό κίνημα στην εδραίωση της έννοιας και των δικαιωμάτων των αντιρρησιών συνείδησης, την κατάργηση των Νόμων για τους Φτωχούς και την εισαγωγή 40 χρόνια αργότερα ενός συμπεριληπτικού Εθνικού Συστήματος Υγείας (NHS) θα τα πούμε σε άλλη ευκαιρία πιο αναλυτικά.
Δεύτερο μέρος

Αφού δείξαμε στο προηγούμενο ομότιτλο ποστ ότι το αντιεμβολιαστικό κίνημα στον δυτικό κόσμο από τον 18ο αιώνα και μετά ΔΕΝ «προέκυψε από ακροδεξιούς, εθνικοφυλετικούς, αντισημιτικούς και συνωμοσιολογικούς κύκλους», όπως ψευδώς ισχυρίζεται η φανατισμένη φιλοεμβολιαστική-φιλοτομαριστική-φιλοκρατική αριστερά και «αντιεξουσία», θα περάσουμε σήμερα σε μια σύντομη παρουσίαση της μετεξέλιξης των θετικιστικών-εξελικτικών-επιστημονικίστικων αντιλήψεων του Hyndman και της σοσιαλδημοκρατίας.

Όλα ξεκίνησαν από την επίσημη δήλωση του Ένγκελς στην κηδεία του Μαρξ: «Όπως ο Δαρβίνος ανακάλυψε τον νόμο της ανάπτυξης της οργανικής φύσης, έτσι και ο Μαρξ ανακάλυψε τον νόμο της ανάπτυξης της ανθρώπινης ιστορίας». Αυτή η κατάφωρη παραποίηση της θεωρίας του συντρόφου του έγινε ένα από τα πιο διάσημα μότο μέσα στην αριστερά του τέλους του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου.

Ο «υλιστικός εξελικτισμός», η αντίληψη δηλαδή της νομοτελειακής «ανάπτυξης», της «εξέλιξης της ύλης», τόσο στη φύση όσο και στην κοινωνία, χρησιμοποιήθηκε αρχικά από δεξιούς σοσιαλδημοκράτες, όπως ο Hyndman και ο Bernstein, για να υποδηλωθεί η σταδιακή, μεταρρυθμιστική διαδικασία μετάβασης από τον καπιταλισμό στον σοσιαλισμό, και κατόπιν από αριστερούς σοσιαλδημοκράτες, όπως ο Λένιν, για να υποδηλωθεί η αλματώδης, ανατρεπτική «τομή» της «επαναστατικής» μετάβασης.

Αυτός ο δήθεν επιστημονικός εξελικτισμός συστηματοποιήθηκε και κωδικοποιήθηκε το 1938 από τον Στάλιν στο έργο του Διαλεκτικός και Ιστορικός Υλισμός. Σύμφωνα με αυτήν την αντίληψη, η «εξέλιξη» συνιστά την κεντρική, την πρώτη έννοια, από την οποία συνάγονται όλες οι άλλες έννοιες και προτάσεις της θεωρίας. Ως «εξέλιξη» νοείται το «νομοτελειακό» και «αναπόφευκτο» πέρασμα από το παλιό στο νέο, από το κατώτερο στο ανώτερο.

Όπως η επανάσταση, έτσι και η συνείδηση και η γνώση συλλαμβάνονται ως διαδικασίες συμφυείς με την «εξέλιξη» της «ύλης». Η εξέλιξη σε ανώτερες βαθμίδες, σε ανώτερα κοινωνικά καθεστώτα συντελείται και ως ανάπτυξη «ανώτερης γνώσης» (βλ. θετικιστική θεωρία της αντανάκλασης της κίνησης της ύλης στον νου). Η «κατάκτηση της επιστήμης», που δεν είναι παρά «γνώση των νόμων της εξέλιξης της κοινωνίας», καθιστά δυνατή τη χρησιμοποίηση των νόμων αυτών για «πρακτικές εφαρμογές» – τσιτάρουμε πάντα από το προαναφερθέν διαμάντι του Στάλιν. «Εφαρμογές» που αφορούν την πολιτικο-κοινωνική ανατροπή με φορέα το «προλεταριακό» Κόμμα. Το τελευταίο έχει την ικανότητα να συνοψίζει την ιστορική αλήθεια δια της «γνώσης» της νομοτέλειας της ιστορικής εξέλιξης (πχ ο Λένιν «ήξερε» το 1917 ότι η «αντικειμενική πορεία της ανάπτυξης» οδηγεί από τον κρατικο-μονοπωλιακό καπιταλισμό στον σοσιαλισμό, αρκεί το Κόμμα να έθετε το κρατικο-καπιταλιστικό μονοπώλιο «στην υπηρεσία του λαού» – όπως και οι απόγονοί του σήμερα «ξέρουν» ότι «αναπόφευκτα», χάρη στην «επιστημονική εξέλιξη», «έχουμε αυτή τη στιγμή σχεδόν 10 ενεργά εμβόλια [κατά του κορωνοϊού] που εμφανίζουν αντίστοιχα καλά αποτελέσματα»).

Το Κόμμα έχει επίσης την ικανότητα, σύμφωνα με την ίδια πάντα θετικιστική-εξελικτική-επιστημονικίστικη αντίληψη, να δρα υπερβαίνοντας τις κοινωνικο-οικονομικές «καθυστερήσεις» (πχ παραδοσιακές «δεισιδαιμονίες» και «καθυστερημένες» αντιλήψεις και πρακτικές των εργατών και των αγροτών, όπως η αυτοδιάθεση του σώματος και της εργασιακής ικανότητας, ας πούμε), έτσι ώστε να «ανοίγει ο δρόμος στις πρωτοπόρες δυνάμεις της κοινωνίας». Όποιος δεν αναγνωρίζει αυτή την ενεργητική δυνατότητα του «προλεταριακού» Κόμματος, υποκύπτει κατά τον Λένιν, τον Στάλιν και τους μαθητές του σε «χυδαίο υλισμό», ατομικισμό, μικροαστισμό ή «χυδαίο οικονομισμό» (πχ μισθολογικές διεκδικήσεις και διεκδικήσεις ατομικών δικαιωμάτων, όπως η αντίρρηση συνείδησης των αντιεμβολιαστών και των αντιμιλιταριστών).

Σύμφωνα με τον «ιστορικό υλισμό» αυτής της αντίληψης, η ιστορία εκλαμβάνεται ως «εξέλιξη των παραγωγικών δυνάμεων», οι οποίες ταυτίζονται με την «εξέλιξη» των εργαλείων και της ανθρώπινης μηχανής (εξού και ο θαυμασμός του Λένιν για την τεχνολογία, τον τεϊλορισμό, την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας υπό μια μονοπρόσωπη διεύθυνση και η, εκ μέρους του συνόλου του «εξελικτικού μαρξισμού», καταδίκη των κινημάτων που αντιτίθεντο στην παραγωγική και πειραματική χρήση των ζώων στα εργαστήρια ζωοτομίας ως «μικροαστικά»).

Η εξελικτική θεωρία των σταδίων δεν αναιρεί μόνο την ανάγνωση της ιστορίας ως ιστορίας της «πάλης των τάξεων»· ούτε συγκαλύπτει απλά την πολλαπλότητα των ιστορικών δυνατοτήτων που είναι εμμενείς στις κοινωνίες που υποτίθεται ότι μελετάει. Με το να τις εντάσσει εκβιαστικά σε μια προδιαγεγραμμένη πορεία-πρότυπο, με το να μετατρέπει το Κράτος σε αποφασιστικό όργανο της κοινωνικής αλλαγής, με το να ταυτίζει μυστικιστικά την ανάπτυξη της καπιταλιστικής οικονομίας με την κοινωνική επανάσταση της εργατικής τάξης και να διαιρεί την τελευταία τεχνητά σε δύο φάσεις, «αποσπά ταχυδακτυλουργικά από το σημερινό κίνημα την πραγματική χειραφέτηση της εργατικής τάξης και την απωθεί σ’ ένα άδηλο μέλλον» (Καρλ Κορς). Αν και πιο ακριβές θα ήταν να πούμε ότι την ακυρώνει και την καταστέλλει.

Σ’ αυτήν την πρώτη φάση της επανάστασης στη Ρωσία πριν από έναν αιώνα επανεμφανίστηκε ο υποχρεωτικός εμβολιασμός στην πιο βάρβαρη μορφή του. Σε διάταγμα που εκδόθηκε από το Συμβούλιο των Λαϊκών Κομισάριων της Ρώσικης Σοβιετικής Ομοσπονδιακής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας με την υπογραφή του προέδρου Λένιν και του Κομισάριου για την Υγεία Σεμάσκο στις 10/4/1919 και τίτλο «Σχετικά με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό για την ευλογιά» αναφέρεται ότι:

«Οι κάτωθι ομάδες υπόκεινται σε υποχρεωτικό εμβολιασμό:

α. Όλα τα νεογέννητα έως ενός έτους

β. Όλοι οι εισερχόμενοι στα εκπαιδευτικά ιδρύματα κάθε είδους, συμπεριλαμβανομένων των ασύλων και των οικοτροφείων

γ. Όλοι οι εισερχόμενοι στον στρατό ή το ναυτικό

δ. Οι εργάτες και οι υπάλληλοι σε όλα τα επαγγέλματα, τις υπηρεσίες και τα καταστήματα

ε. Όλοι οι εισερχόμενοι στις φυλακές ή άλλους χώρους κράτησης…

Όσοι αποφεύγουν τον υποχρεωτικό εμβολιασμό για την ευλογιά ή δεν φροντίζουν για τον έγκαιρο εμβολιασμό των παιδιών τους ή των ανήλικων που έχουν υπό την κηδεμονία τους, καθώς και τα ιδρύματα που είναι υπεύθυνα για τον εμβολιασμό του πληθυσμού, υπόκεινται στο κατηγορητήριο των Λαϊκών Δικαστηρίων».

Σύμφωνα με τον σοβιετικό επιδημιολόγο O.V. Baroian ελάχιστα αρχεία κρατήθηκαν σχετικά με τις ακριβείς μεθόδους και το μέγεθος του υποχρεωτικού εμβολιασμού τις δεκαετίες του 1920 και 1930, άρα και για την έκταση της συμμόρφωσης και της αντίδρασης των εργατών και των αγροτών σ’ αυτήν. Η εξήγηση που δίνει ο ίδιος επιδημιολόγος το 1967 είναι ότι αυτό έγινε «για να μην χρησιμοποιηθούν αυτά τα δεδομένα ως καπιταλιστική προπαγάνδα». Παρά την έλλειψη στοιχείων, δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε τι περίμενε τους «αρνητές του εμβολιασμού» στην «πατρίδα του σοσιαλισμού», αν σκεφτούμε τις δηλώσεις του Λένιν για τις χιλιάδες μορφές καταγραφής και ελέγχου των «παράσιτων» που πρότεινε να εφαρμοστούν ήδη από τον Δεκέμβρη του 1917:

«Σ’ ένα μέρος θα κλείσουν στη φυλακή καμιά δεκαριά πλούσιους, μια ντουζίνα κλέφτες, μισή ντουζίνα εργάτες που αποφεύγουν τη δουλειά (με τον ίδιο αλήτικο τρόπο, όπως πολλοί στοιχειοθέτες στην Πετρούπολη, ιδιαίτερα στα κομματικά τυπογραφεία). Αλλού θα τους βάλουν να καθαρίζουν τα αποχωρητήρια. Αλλού πάλι, αφού βγουν από το κρατητήριο, θα τους εφοδιάζουν με κίτρινες κάρτες για να τους παρακολουθεί όλος ο λαός, σαν βλαβερά στοιχεία, ώσπου να διορθωθούν. Αλλού θα τουφεκίσουν επιτόπου έναν από τους δέκα ενόχους για παρασιτισμό».

(Ας προσέξουν στις παραπάνω δηλώσεις τόσο οι αντιφασίστες αντιεμβολιαστές όσο και οι εμβολιολάτρες που σπεύδουν να στηλιτεύσουν τη σχετικοποίηση του ολοκαυτώματος ότι οι κίτρινες κάρτες, τα κίτρινα αστέρια, το κίτρινο σήμα στους ελέγχους πιστοποιητικών σήμερα δεν είναι έμπνευση και πρωτοτυπία του ναζισμού).

Το σημαντικότερο απ’ όλα είναι το οικονομικό και πολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εισήχθη ο υποχρεωτικός εμβολιασμός στη Σοβιετική Ρωσία. Σε μια χώρα που βρισκόταν σε εμφύλιο πόλεμο και το ΑΕΠ είχε μειωθεί κατά 60% σε σχέση με τα προπολεμικά δεδομένα, η νέα σοβιετική κυβέρνηση επέλεξε τα φτηνότερα μέσα βελτίωσης της υγείας του πληθυσμού: την προπαγάνδα της «ατομικής ευθύνης» (μέσω διαλέξεων, φυλλαδίων, εκθέσεων, εβδομαδιαίων εκστρατειών υγιεινής προφύλαξης, προσκοπικών διδαχών ενάντια στο κάπνισμα και το ποτό, με θεατρικά έργα όπως η κωμική «Δίκη του [9-14 ετών] Πιονέρου που καπνίζει» κλπ) και, από το 1919 και μετά, τα εμβόλια. Όπως γράφει η ιστορικός Tricia Starks:

«Από το 1920 και μετά, τα ελλείμματα στην αγροτική παραγωγή και τη βιομηχανία, σε συνδυασμό με την αντίσταση στη βίαιη επίταξη σιτηρών, είχε οδηγήσει στην εισαγωγή της Νέας Οικονομικής Πολιτικής (ΝΕΠ). Αυτή η πολιτική αντικατέστησε την επίταξη με έναν φόρο σε είδος για να ενθαρρύνει την αγροτική παραγωγή και επανεισήγαγε την μικρής κλίμακας καπιταλιστική βιομηχανία, ειδικά αυτήν του τομέα καταναλωτικών αγαθών. Στην περίπτωση του Κομισαριάτου για τη Δημόσια Υγεία, αυτή η πολιτική είχε ως επακόλουθο τη μεταφορά της χρηματοδότησης από την κεντρική κυβέρνηση στις τοπικές κυβερνήσεις, με αποτέλεσμα το κλείσιμο [νοσοκομείων]. Το μεγαλύτερο μέρος της ιατρικής φροντίδας και των υποδομών συγκεντρώθηκε στις αστικές περιοχές και απευθυνόταν στους εργάτες [αυτών των περιοχών].»

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο πρέπει να γίνει κατανοητή η τότε εστίαση στα φτηνά μέσα της «ατομικής ευθύνης» και των εμβολίων. Φυσικά, η σοβιετική κυβέρνηση αντιλαμβάνεται την ιατρική φροντίδα και το υγιές παραγωγικό σώμα ως κοινωνικό και πολιτικό κεφάλαιο, αλλά η διευρυμένη αναπαραγωγή του έπρεπε πρώτα να περάσει από φάσεις απαξίωσης κεφαλαίου και «σοσιαλιστικής» πρωταρχικής συσσώρευσης.

Γιατί τα λέμε όλα αυτά; Όχι μόνο γιατί η περίοδος του «πολεμικού κομμουνισμού» και της ΝΕΠ θυμίζει όψεις της δεκάχρονης πολιτικής των μνημονίων σήμερα, αλλά και για έναν άλλο λόγο. Για να γίνει κατανοητό το θεωρητικό, πολιτικό και ιστορικό υπόβαθρο των πράξεων των νεοσταλινικών που επί δύο χρόνια τώρα (πέρα από τα «Λαέ το χώμα που πατάς, λευτέρωσε ο Άρης και το ΕΑΜ – ΕΛΑΣ», «Ο λαός σώζει το λαό» και άλλες τέτοιες κνιτιές):

• στηρίζουν την υγειονομική κρατική διαχείριση τς πανδημίας (λοκντάουν, καραντίνες, κοινωνική αποστασιοποίηση, τηλεργασία, τηλεκπαίδευση, υποχρεωτικό, μαζικό και καθολικό εμβολιασμό, δηλαδή τα μέσα που χρησιμοποίησε το κράτος για να διαλύσει τις συλλογικές αντιστάσεις στη μείωση των μισθών και την υποβάθμιση των υπηρεσιών υγείας)

• προσκυνάνε την κυρίαρχη «επιστήμη» και τεχνολογία

• ξαναγράφουν την ιστορία εξαφανίζοντας τις αντιεξουσιαστικές συλλογικότητες που στο πρώτο λοκντάουν και τους δύο πρώτους μήνες (Νοέμβριος – Δεκέμβριος 2020) του δεύτερου λοκντάουν έσπαγαν τις υγειονομικές ζώνες

• συκοφαντούν όσες αντιστέκονται ακόμα στην υγειονομική αστυνομία ως «ανορθολογικές», «ψεκασμένες» και «ακροδεξιές»

• επικροτούν τις αναστολές – απολύσεις των ανεμβολίαστων υγειονομικών, οι οποίες συμβάλουν στη διάλυση του ΕΣΥ, καθώς και τα πιστοποιητικά υγειονομικών – κοινωνικών φρονημάτων και καλούν σε συγκεντρώσεις εναντίον όσων αντιστέκονται (δηλαδή «ενάντια στην ανορθολογική άρνηση [sic] της πανδημίας που επικαλείται ένα ανύπαρκτο [sic again] ταξικό αντιεμβολιαστικό υποκείμενο») και υπέρ της γενίκευσης του εμβολιασμού, προωθώντας μια πιο δημοκρατική βιοπολιτική διαχείριση της πανδημίας

ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗ ΒΙΟΕΞΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑ

Πηγή: https://againstbiopowerandconfinement.noblogs.org/post/2022/02/02/historical-struggle/