Γενετικές θεραπείες και νανοσυσκευές mRNA: πώς η πανδημία έβγαλε τις δύο περισσότερο υποσχόμενες τεχνολογίες της γενετικής μηχανικής από το τέλμα
Κείμενο που μοιράστηκε κατα την παρουσίαση της Λέσχης Ανειδίκευτων στο διήμερο εκδηλώσεων / συζητήσεων ενάντια στο υγειονομικό απαρτχάιντ (26-27/11, ΑΚΝ)
Η τελευταία δεκαετία του εικοστού αιώνα έμοιαζε με έναν υπερσύγχρονο αυτοκινητόδρομο που οδηγούσε με πλήρη ασφάλεια και άνευ διοδίων στην πολυπόθητη παγκόσμια και καλοκάγαθη δικτατορία. Μεθυσμένο από την απώλεια του αντίπαλου δέους, το κεφάλαιο οραματίστηκε έναν κόσμο μονοκαλλιέργειας και ανεμπόδιστης ροής των εμπορευμάτων – έναν κόσμο όπου δεν θα χρειαζόταν να συνομιλεί παρά μόνο με τον εαυτό του. Έναν κόσμο χωρίς σύνορα -για τα εμπορεύματα- και χωρίς όρια -για την τεχνολογία. Ή όπως δηλώθηκε, με την περίσσια έπαρση και θριαμβολογία που χαρακτηρίζει τους διαφόρων ειδών κρετίνους, οδεύαμε προς το τέλος της ιστορίας.
Η βιοτεχνολογία, ενσωματώνοντας τα δυο κυρίαρχα παραδείγματα του τεχνικού συστήματος1, την βιολογία και την πληροφορική, είχε κάθε λόγο να φαντάζεται τον εαυτό της στο πλέον πολυτελές όχημα που θα οδηγούσε την αυτοκινητοπομπή προς την παγκόσμια διακυβέρνηση. Είχαν ήδη τεθεί τα πλαίσια εκκίνησης του Human Genome Project2, το οποίο θα αποκρυπτογραφούσε με ακρίβεια τη λειτουργία του συνόλου του ανθρώπινου γονιδιώματος και άρα θα μπορούσε να το ελέγχει απόλυτα. Ο θεός, άλλωστε, μπορεί να είχε επίσημα πεθάνει ενάμιση αιώνα πριν, αλλά το κόνσεπτ του θεού δεν έπαψε ποτέ να είναι ελκυστικό.
Οι μονοκαλλιέργειες της Monsanto, τα γενετικά τροποποιημένα φυτά της οποίας έστεκαν ζωντανά ενώ όλα τα υπόλοιπα είχαν καεί από το μεταλλαξιογόνο δηλητήριο της ίδιας εταιρείας, το Round Up, κατάπιναν όλο και μεγαλύτερο μέρος των καλλιεργήσιμων εδαφών και οι γενετιστές αντιλαμβάνονταν ολόκληρο τον κόσμο ως μηχανές, η γλώσσα προγραμματισμού των οποίων ήταν θέμα χρόνου να γίνει κατανοητή. Και άρα να μπορέσουν οι βιολογικές μηχανές αυτές να επαναπρογραμματιστούν από τη γενετική μηχανική, καθ΄εικόνα και ομοίωσή της. Κομβικό ρόλο στα σχέδια «αναπρογραμματισμού της ζωής» παίζουν οι νέες πιο ακριβείς τεχνολογίες «διόρθωσης» και τροποποίησης του γονιδιώματος, με κύρια την CRISPR/Cas93.
Ο έλεγχος της τροφής των υπηκόων μέσω της κλωνοποίησης, πατενταρίσματος και γενετικής τροποποίησης των καλλιεργούμενων ποικιλιών είναι κεντρικής σημασίας, αλλά ο τελικός στόχος είναι προφανώς ο έλεγχος των ίδιων των υπηκόων. Η γονιδιακή τεχνολογία υποσχόταν αυτό ακριβώς, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας δημιουργίας, νέων, βελτιωμένων υπηκόων. Και ξεκίνησε από το προφανές: τη θεραπεία4.
Γονιδιακές θεραπείες
Οι γονιδιακές θεραπείες είχαν αποτελέσει το αντικείμενο εργαστηριακών ερευνών ήδη από τη δεκαετία του ΄60 και το 1980 δοκιμάστηκε για πρώτη φορά η γονιδιακή «διόρθωση» κυττάρων μυελού και η επανεισαγωγή τους στο σώμα, σε δυο ασθενείς με βήτα-θαλασσαιμία. Καθώς το πείραμα, πέραν από το ότι απέτυχε, εκτελέστηκε κατά τα φαινόμενα και χωρίς την έγκριση των ρυθμιστικών αρχών, τελικά επέφερε μάλλον αρνητική δημοσιότητα στη γονιδιακή θεραπεία και ο Martin Cline που το εκτέλεσε έχασε τη θέση του στο πανεπιστήμιο UCLA και μαζί και μεγάλο μέρος των επιδοτήσεων.
Αλλά οι γονιδιακές έρευνες συνεχίστηκαν και πήραν εκ νέου ώθηση με την ευρεία χρήση ιικών φορέων (viral vectors) για γονιδιακή κοπτοραπτική. Οι ιοί τροποποιούνταν γενετικά στα εργαστήρια, με μέρος του γενετικού τους υλικού να αφαιρείται και καινούργια γονίδια να προστίθενται, και έπειτα εισάγονταν στον ανθρώπινο οργανισμό, χρησιμοποιώντας την ικανότητα διείσδυσης του ιού ώστε να μεταφερθούν τα «κατασκευασμένα» γονίδια στα ανθρώπινα κύτταρα, ή και στο ίδιο το ανθρώπινο γονιδίωμα.
Οι ιικοί φορείς απαρτίζονταν κυρίως από δυο οικογένειες ιών. Η πρώτη είναι αυτή των αδενοϊών. Πρόκειται για ιούς DNA που μολύνοντας τα ανθρώπινα κύτταρα μεταφέρουν το (διαγονιδιακό ή τροποποιημένο) γενετικό τους υλικό στο κυτταρόπλασμα -αλλά κατά κανόνα όχι και στο ανθρώπινο γονιδίωμα- και αντικαθιστούν έτσι την έλλειψη ή τη δυσλειτουργία κάποιων ανθρώπινων γονιδίων. Είναι η μέθοδος γονιδιακής θεραπείας που χρησιμοποιείται ευρέως σήμερα για τις γονιδιακές θεραπευτικές πλατφόρμες της AstraZeneca και της Johnson & Johnson, στον καθολικό εμβολιασμό του ανθρώπινου είδους. (Μια από τις πρώτες και πιο σοβαρές παρενέργειες, όπως φαίνεται σε πλήθος ερευνών ήδη από το 2001, ήταν η θρομβοκυτοπενία, κάτι που όπως δυστυχώς παρατηρούμε ισχύει ακόμα στις μέρες μας για τη συγκεκριμένη μέθοδο γονιδιακής θεραπείας).
Η δεύτερη οικογένεια είχε να κάνει με ρετροϊούς -ιούς RNA που εμπεριέχουν το ένζυμο της ανάστροφης τρανσκριπτάσης και άρα μπορούν να εγγράψουν τη γενετική τους πληροφορία στο ανθρώπινο γονιδίωμα- και πιο συγκεκριμένα με γάμμα ρετροϊούς και κυρίως με το πιο διάσημο μέλος των λεντιιών, τον ιό HIV. Ο ιός HIV τροποποιούταν γενετικά -και προφανώς αδρανοποιούταν- και εισχωρούσε στα ανθρώπινα κύτταρα εγγράφοντας το γενετικό του υλικό στο ανθρώπινο γονιδίωμα, προσθέτοντας ή αντικαθιστώντας τα όποια «προβληματικά» γονίδια.
Η γεμάτη λαμπερές υποσχέσεις πορεία των γενετικών θεραπειών ανακόπηκε απότομα το 1999. Σε μια πειραματική γενετική θεραπεία του πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια, σε ένα 18χρονο με μια σοβαρή γενετική έλλειψη, τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά. Μόλις 4 ημέρες μετά τη μόλυνση με τον αδενοϊό-φορέα των επιδιορθωτικών γονιδίων, ο 18χρονος ανέπτυξε μια αιφνίδια αλλεργική αντίδραση και κατέληξε.
Ο θάνατός του έφερε στο προσκήνιο τον πειραματικό χαρακτήρα της συγκεκριμένης τεχνολογίας. Όποιες και να ήταν οι υποσχέσεις της, η γενετική θεραπεία είχε προφανώς πολύ δρόμο ακόμη μέχρι να κατανοήσει τόσο το ανθρώπινο γονιδίωμα όσο και το ίδιο το ανθρώπινο σώμα. Και οι εγγενείς φόβοι για την τροποποίηση του ανθρώπινου γενετικού υλικού, επανήλθαν. Στην επιστημονική «κοινότητα» εκφράστηκαν απόψεις πως ίσως «προχωράμε πιο γρήγορα απ’ όσο πρέπει» και απαγορεύτηκε στο πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια και τον επικεφαλής ερευνητή της να κάνουν οποιαδήποτε έρευνα με ανθρώπινα υποκείμενα για τα επόμενα 5 χρόνια. Φυσικά υπήρξε μια συνολική μείωση ή και παύση χρηματοδότησης προγραμμάτων γενετικής θεραπείας.
Την ίδια περίπου εποχή διεξήχθη μια μεγάλη κλινική έρευνα από αγγλικά και γαλλικά πανεπιστημιακά ερευνητικά κέντρα πάνω στη γενετική θεραπεία μιας σπάνιας γενετικής έλλειψης που προκαλούσε SCID (severe combined immunodeficiency – βαριά συνδυασμένη ανοσοεπάρκεια), με χρήση γάμμα ρετροϊών ως vectors. Αν και στην αρχή η θεραπεία έδειχνε να λειτουργεί, καθώς τα περισσότερα από τα 10 παιδιά που συμμετείχαν στην έρευνα έδειξαν αύξηση στην παραγωγή Τ-λεμφοκυττάρων, στα επόμενα έξι χρόνια τα 5 από αυτά εμφάνισαν λευχαιμία και το ένα πέθανε. Αυτή η δεύτερη μεγάλης κλίμακας καταστροφή έφερε νέους κλυδωνισμούς στο αφήγημα της γενετικής μηχανικής. Αμφισβητούταν ουσιαστικά η ίδια η βασική παρομοίωση του γονιδιώματος με κώδικα. Σε ένα πρόγραμμα για υπολογιστή μπορείς να αντικαταστήσεις ένα τμήμα του κώδικα χωρίς αυτό να επιφέρει αλλαγές στο υπόλοιπο πρόγραμμα. Αλλά επειδή σε πείσμα του σύγχρονου επιστημονικού ιερατείου το σώμα δεν είναι μηχανή και τα γονίδια δεν είναι το software της, η γονιδιακή κοπτοραπτική προκαλούσε σοβαρές ανωμαλίες και μεταλλάξεις σε άλλα σημεία του γονιδιώματος με τραγικό αποτέλεσμα την εμφάνιση λευχαιμίας.
Η γενετική θεραπεία ήταν προφανώς πολύ κομβικός τομέας της βιοτεχνολογίας για να εγκαταλειφθεί, ωστόσο η πορεία της τα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα ήταν διστακτική και με έλλειψη χρηματοδοτήσεων. Η Κίνα ήταν η πρώτη χώρα που ενέκρινε μια γενετική θεραπεία, το 2003, αλλά η Ε.Ε. άργησε 9 χρόνια για να εγκρίνει κάποια γενετική θεραπεία για ανθρώπους. Το σκεύασμα που ενέκρινε το 2012, ονομαζόταν Glybera και στόχευε στη θεραπεία μιας εξαιρετικά σπάνιας λιποπρωτεϊνικής ανεπάρκειας. Μετά από πέντε χρόνια το σκεύασμα αποσύρθηκε, καθώς με κόστος θεραπείας ένα εκατομμύριο ευρώ, είχε σε αυτό το διάστημα εφαρμοσθεί μόνο σε έναν ασθενή.
Τη δεύτερη δεκαετία του αιώνα, οι χρηματοδοτήσεις αυξήθηκαν, ωστόσο τα αποτελέσματα των γονιδιακών θεραπειών παρέμεναν πολύ περιορισμένα. Υπήρχαν κάποιες επιτυχίες σε κλινικές δοκιμές θεραπειών, αλλά αυτές αφορούσαν κυρίως σπάνιες ή και πολύ σπάνιες γενετικές ελλείψεις και είχαν κατά κανόνα απαγορευτικό κόστος για μια ευρεία εφαρμογή. Και υπήρχαν και παταγώδεις αποτυχίες, όπως το 2016 με το Strimvelis, ένα σκεύασμα για τη θεραπεία ADA-SCID, όταν και πάλι ο ασθενής εμφάνισε λευχαιμία 4 χρόνια μετά.
Ο πυρήνας της γενετικής θεραπείας, η χρήση ιών-φορέων για γενετική τροποποίηση/χειρισμό, έβρισκε χρήση στα DNA εμβόλια στα ζώα – στην εκτροφή ζώων άλλωστε ο μέσος όρος ζωής σπάνια υπερβαίνει το έτος (ή τους λίγους μήνες στη βιομηχανία κοτόπουλων) οπότε οι οποιεσδήποτε παρενέργειες ήταν σχετικά αδιάφορες. Αλλά ο τομέας των εμβολίων για ζώα, δεν αρκούσε για να δικαιολογήσει τις χρηματοδοτήσεις για την έρευνα γενετικών θεραπειών.
Η βιοτεχνολογία ήδη στρεφόταν εδώ και δύο δεκαετίες στη γενετικά υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, με τις υποσχέσεις της για τη δυνατότητα καθορισμού φύλλου και γενετικών χαρακτηριστικών των απογόνων και φυσικά στις gain of function έρευνες και κατασκευή γενετικά τροποποιημένων («επαυξημένων», σύμφωνα με τη στρατιωτική ορολογία) στρατιωτών. Ο τομέας της γενετικής θεραπείας δεν ήταν ακριβώς σε τέλμα, αλλά ούτε και σε ερευνητικό οργασμό. Τέσσερις δεκαετίες μετά, δεν είχε καταφέρει να δώσει λύση σε καμία από τις μεγάλες ασθένειες της εποχής μας, ούτε, το κυριότερο, να προσφέρει κάποιο ευρέως χρησιμοποιούμενο και άρα κερδοφόρο σκεύασμα στις βιομηχανίες.
Γενετικές νανοσυσκευές
Περίπου το ίδιο διάστημα, στα μέσα με τέλη της προηγούμενης δεκαετίας, ένας άλλος σημαντικός βιοτεχνολογικός τομέας, παρουσίαζε παρόμοια προβλήματα. «Για την ώρα δεν έχουμε παρά εμβόλια, και τα εμβόλια είναι καθαρή χασούρα. Η Μoderna είναι αυτή την στιγμή μια εταιρεία πολλών δις που παράγει εμβόλια και δεν βλέπω πώς μπορεί να συνεχιστεί αυτό». Αυτά δήλωνε ένας πρώην μάνατζέρ της, το 2017.
Η Μoderna ξεκίνησε το 2012 με τους καλύτερους οιωνούς και πολύ ζεστό χρήμα. Η τεχνολογία των νανοσυσκευών mRNA ( mRNA που περιβάλλεται από λιπίδια και εισχωρώντας στο κύτταρο χρησιμοποιεί τους κυτταρικούς μηχανισμούς -τα ριβοσώματα- για να παραγάγει τις πρωτεΐνες που έχουν κωδικοποιηθεί στο mRNA) υποσχόταν διαρκείς δόσεις mRNA για τη θεραπεία μιας μεγάλης γκάμας ασθενειών. Πέντε χρόνια μετά, τα πράγματα έδειχναν ωστόσο να έχουν βαλτώσει. Οι νανοσυσκευές mRNA, παρά τις λαμπερές υποσχέσεις, δεν είχαν καταφέρει να θεραπεύσουν καμία ανθρώπινη ασθένεια και οι κλινικές δοκιμές δεν έφταναν καν στη φάση ΙΙ, καθώς παρουσιάζονταν μεγάλα προβλήματα παρενεργειών. Στην προσπάθειά της να φτιάξει κάτι που να θεραπεύει οτιδήποτε, έψαξε την ιατρική βιβλιογραφία για ασθένειες που οφείλονται αποκλειστικά σε μια έλλειψη ενός ενζύμου, για τις οποίες η τεχνολογία mRNA ήταν -υποτίθεται- κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους.
Η Crigler-Najjar ήταν μια τέτοια ασθένεια – υπερβολικά σπάνια μεν, αλλά μια επιτυχία, έστω και ισχνή, ήταν καλύτερη από το τίποτα, δε. Αλλά ακόμα και εκεί υπήρξαν προβλήματα – η τοξικότητα των νανοσυσκευών της δεν κατάφερε να διατηρηθεί εντός κανενός ορίου ασφαλείας.
Με πολλούς από τους επιστήμονές της να αποχωρούν, η Moderna στράφηκε μαζί με τον πιστό (από το 2013) συνέταιρό της, την αγγλική AstraZeneca, στην παραγωγή μιας μονοδοσικής (και άρα δευτερεύουσας σημασίας μια που δεν είχε το περιθώριο κέρδους που αποφέρουν οι θεραπείες πολλαπλών δόσεων) θεραπείας «γυμνού» mRNA (χωρίς δηλαδή το συχνά τοξικό κέλυφος λιπιδίων των νανοσυσκευών mRNA) για την τότε σχετικά σπάνια ασθένεια της μυοκαρδίτιδας. Οι έρευνες από το 2017 έως και το 2019, δεν απέφεραν παρά την ολοκλήρωση της φάσης Ι, σε 33 εθελοντές, χωρίς σοβαρές παρενέργειες. Με άλλα λόγια ήταν ακόμα μακρυά, πολλά χρόνια μακρυά, από την οποιαδήποτε έγκριση κυκλοφορίας ενός σκευάσματος.
Η Moderna δεν ήταν μόνη της στην αποκαρδιωτική ενατένιση του mRNA αδιεξόδου. Η χρηματοδοτούμενη αδρά από το ίδρυμα Gates, Curevac, μια γερμανική εταιρεία αξίας πολλών δις, είχε μόλις δει τη Φάση ΙΙ του σκευάσματός της για τον καρκίνο του προστάτη, να αποτυγχάνει.
Έως και το 2019, πέρα από δοκιμές στη Φάση Ι για εμβόλια σε ανθρώπους και πολλές υποσχέσεις για θεραπείες σε διάφορες μορφές καρκίνου και γενετικών ασθενειών, η τεχνολογία των νανοσυσκευών mRNA δεν έδειχνε σε καμία περίπτωση να δικαιολογεί τις τεράστιες επενδύσεις στις εταιρείες της. Το 2018 η πιθανότητα να φτάσει κάποια θεραπεία mRNA για μια νέα μολυσματική ασθένεια στη φάση II τα επόμενα χρόνια υπολογιζόταν από μια έρευνα5 στο 5% και η πιο γνωστή mRNA εταιρεία, η Moderna δεν είχε ακόμη καταφέρει να κυκλοφορήσει κανένα προϊόν της.
Η πανδημία ως από μηχανής (ή μηχανικός, δηλαδή κατασκευασμένος) θεός
Οι χρηματοδοτήσεις ωστόσο συνέχιζαν να ρέουν: η αξία της Moderna σε πείσμα των αποχωρήσεων και της έλλειψης αποτελεσμάτων ήταν κοντά στα 6 δις το 2019. Τόσο η γενετική θεραπεία όσο και οι mRNA νανοσυσκευές μπορεί να στερούνταν σοβαρών αποτελεσμάτων, αλλά παρέμεναν οι δυο περισσότερο υποσχόμενες, αν όχι και μοναδικές προσεγγίσεις, για την άλωση όχι μόνο της ιατρικής αλλά και των ανθρώπινων βιολογικών διεργασιών από τη βιοτεχνολογία.
Και καθώς οι θεραπείες δεν έδειχναν να προχωρούν, απ’ ό,τι φαίνεται διάφοροι ειδικοί, φαρμακευτικές και γενικά σημαίνοντα πρόσωπα της ιατροφαρμακευτικής ελίτ, στράφηκαν, ήδη εδώ και τουλάχιστον 3 χρόνια, σε κάτι που μέχρι τότε θεωρούταν δευτέρας προτεραιότητας, από την άποψη των βιοτεχνολογικών στοχεύσεων6: τα εμβόλια.
Μέχρι και το 2020 τα εμβόλια ήταν γενικά κάτι που οι περισσότεροι δυτικοί πολίτες έκαναν συνήθως άπαξ και σε μικρή ηλικία. Το εμβόλιο της γρίπης και η κληρονομιά της πανδημίας-φάρσας του 2009 άλλαξε λίγο τα πράγματα, αλλά και πάλι οι εμβολιασμοί αφορούσαν κατά κύριο λόγο τους άνω των 65 και ακόμα και εκεί σε ένα ποσοστό γύρω στο 45% για την Ε.Ε.. Και είναι βέβαιο, ειδικά για την Ε.Ε., όπου υπάρχει μια μακρυά ιστορία άρνησης της γενετικής μηχανικής7, πως ελάχιστοι απ’ τους πολίτες θα δέχονταν ένα εμβόλιο γενετικής μηχανικής για να μην κολλήσουν γρίπη.
Η εμβολιαστική εκστρατεία που ξεκίνησε γύρω στο 2018, όπου αίφνης ανακαλύφθηκε και το «αντιεμβολιαστικό κίνημα» έδειχνε να προσπαθεί να λειάνει το έδαφος για την μετατροπή του εμβολίου σε ένα σκεύασμα απολύτως απαραίτητου και υπεράνω κριτικής. Ήδη από το 2019, δημοσιογράφοι ανακάλυπταν με τρόμο πως υπάρχουν γονείς που δεν έχουν εμβολιάσει τα παιδιά τους και, τι όνειδος, ακόμα και γιατροί που δεν έχουν κάνει όλα τα εμβόλια, και αναρωτιούνταν πώς θα μπορούσε να μπει ένα τέλος σε αυτήν τη φρίκη, μα δεν θά΄ πρεπε με κάποιον τρόπο να είναι υποχρεωτικά τα εμβόλια;
Η έλευση της πανδημίας το 2020 έκανε βέβαια αυτήν την ξεκάθαρη εκστρατεία προώθησης του εμβολιασμού να μοιάζει με καλοκάγαθο χωρατό – η κατάσταση έκτακτης ανάγκης απαιτούσε και έκτακτες θεραπείες και τόσο οι γενετικές θεραπείες, όσο και οι νανοσυσκευές mRNA, βρέθηκαν για πρώτη φορά στην ιστορία να έχουν τον παγκόσμιο πληθυσμό για τη φάση ΙΙΙ των δοκιμών τους. Και αυτήν τη φορά καμία θανάσιμη παρενέργεια δεν θα σταματούσε την έρευνα.
- Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο -και ενώ η κυβερνητική προωθούταν και χρηματοδοτούταν από διάφορα ιδρύματα ευγονικής όπως το Mace Foundation- και πολύ πριν εμφανιστούν στο προσκήνιο τα «βιοπληροφορικά συστήματα» ή η «υπολογιστκή βιολογία», η βιολογία έπαψε σταδιακά να αναφέρεται στο αντικείμενό της με όρους ζωντανού οργανισμού και ενσωμάτωσε όρους δανεισμένους από τη θεωρία της πληροφορίας και την κυβερνητική. Οι γενετικές ακολουθίες, τα βιολογικά μοντέλα και συστήματα, η γενετική πληροφορία ή επαναπρογραμματισμός, υποδηλώνουν τη διογκούμενη τάση λογισμού της ζωής ως «πληροφοριακού συστήματος», ως μιας μηχανής.
- Το Human Genome Project ολοκληρώθηκε τελικά το 2003 – η ακριβής αναπαράσταση του 99% του ανθρώπινου γονιδιώματος ήταν διαθέσιμη πλέον στους γενετικούς ερευνητές. Αυτό βέβαια δεν βοήθησε και ιδιαίτερα στην κατανόηση της λειτουργίας του. Το 98% αρνείται να κάνει το αναμενόμενο, να εκφράσει δηλαδή τα γονίδιά του, παράγοντας RNA και εν τέλει πρωτεΐνες. Δείχνει σαν ξεχασμένο κομμάτι κώδικα που πλέον δεν παίζει κανένα ρόλο, απλά ξέχασε ο προγραμματιστής να το διαγράψει. Οι γενετιστές προφανώς και προσδοκούν τη στιγμή που οι διάφορες νομοθεσίες και διατάξεις θα τους επιτρέψουν να κάνουν το αυτονόητο: να πατήσουν ένα γενετικό delete και να απαλλαγούν από αυτά τα άχρηστα και παρωχημένα γονίδια, να μην τους μπερδεύουν. Τις προθέσεις τους (καθώς και το ποιόν τους γενικά ως όντα) τις έχουν άλλωστε δηλώσει ξεκάθαρα, βαφτίζοντας αυτό το 98% του ανθρώπινου γονιδιώματος σκουπίδι – junk dna.Ίσως η πιο ανατριχιαστική περιγραφή του βλέμματος της γενετικής μηχανικής για τον κόσμο προέρχεται από ένα πρότζεκτ κλωνοποίησης ζώων σε συνεργασία Κίνας και Νότιας Κορέας, από το μακρινό 2015. Με τα λόγια του επικεφαλής του, Xu Xiaochun, «Δείτε για παράδειγμα το σούπερ μάρκετ. Τα πάντα μέσα σε αυτό είναι λαμπερά, ωραία και ομοιόμορφα. Τώρα με το εργοστάσιο κλωνοποίησης μπορούμε να το πετύχουμε αυτό και με τα ζώα.»(Θα εμπιστευόσασταν έναν από αυτούς τους ξιπασμένους μαλάκες για να σας θεραπεύσει γενετικά;)
- Η ανακάλυψη και ανάπτυξη της τεχνικής CRISPR/Cas9 τα τελευταία 5 χρόνια, προσέδωσε πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια στις επεμβάσεις στο γονιδίωμα. Πρόκειται ουσιαστικά για την αντιγραφή της ανοσολογικής άμυνας των βακτηρίων έναντι ιών. Η πρωτεΐνη Cas9 εμπεριέχει ένα τμήμα RNA που είναι συμπληρωματικό με το τμήμα του DNA που πρόκειται να αλλαχθεί και την τεχνητή γενετική ακολουθία που πρόκειται να εισαχθεί στο γονιδίωμα. Η Cas9 προσκολλάται στο γονιδίωμα και ουσιαστικά λειτουργεί σαν ψαλίδι, κόβοντας το τμήμα του γενετικού κώδικα που αντιστοιχεί με το RNA που την εμπεριέχει. Ανάμεσα στα σημεία τομής προσκολλάται το τεχνητό τμήμα του DNA και η τομή επιδιορθώνεται με τους φυσικούς μηχανισμούς επιδιόρθωσης DNA.Πρόκειται προφανώς για μια διαδικασία στην πραγματικότητα αρκετά πιο περίπλοκη από αυτήν που περιγράφεται παραπάνω. Το γονιδίωμα δεν είναι κώδικας και η κοπτοραπτική σε ένα τμήμα του συχνά επιφέρει μη-προβλέψιμες αλλαγές σε ολόκληρο το γονιδίωμα.
- Προφανώς και οι διάφοροι γενετικοί ερευνητές δεν είναι μικροί παράφρονες ναζί που εργάζονται για την καθυπόταξη του ανθρώπινου είδους. Πολλοί από αυτούς -όλο και λιγότεροι δυστυχώς- θέλουν ειλικρινά να πολεμήσουν τις αρρώστιες και να προσφέρουν λύσεις στα διάφορα προβλήματα του κόσμου αυτού. Και οι περισσότεροι απλά υποκύπτουν στην έλξη της δύναμης (και των πολλαπλών μηδενικών στα δεξιά των τραπεζικών λογαριασμών τους) που απορρέει από την αυταπάτη πως μπορείς να ελέγξεις απόλυτα μια πτυχή του κόσμου αυτού. Κοντολογίς, οι γενετιστές στο σύνολό τους δεν έχουν κάποια ιδιαίτερα ολοκληρωτικά πλάνα για τον κόσμο αυτό (πολλοί από αυτούς άλλωστε ψηφίζουν αριστερά).Η βιοτεχνολογική τάση όμως, στην ορμητική ροή της οποίας παρασέρνονται μεθυσμένοι οι γενετικοί ερευνητές, έχει συγκεκριμένη κατεύθυνση.
- βλ. https://dpbh.nv.gov/uploadedFiles/dpbhnvgov/content/Boards/BOH/Meetings/2021/SENEFF~1.PDF
- Ενδεικτικό είναι αυτό το βίντεο από το 2019: https://archive.org/details/infomilkenOct2019cut-subs
- Αν και έγιναν προσπάθειες γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών σε ευρωπαικά εδάφη, υπήρξαν μεγάλες αντιδράσεις, τόσο κινηματικές όσο και θεσμικές, με αποτέλεσμα τις δυο τελευταίες δεκαετίες να απαγορεύονται οι γ.τ.ο.(γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί) σε όλη την ΕΕ. Η εισαγωγή γ.τ. τροφίμων επιτρέπεται κατά κύριο λόγο μόνο στις ζωοτροφές και σε περιορισμένο βαθμό και μόνο κατόπιν σχετικής σήμανσης στα ανθρώπινα τρόφιμα (προφανώς μεγάλο μέρος των τροφών που εισάγονται μαζικά αναμιγνύονται και με μεταλλαγμένες, υπάρχει οπότε ένα όριο -επι του παρόντος, 0,9%- κάτω από το οποίο δεν υπάρχει υποχρέωση σήμανσης ως γ.τ.ο. για τις εταιρείες). Η ΕΕ παρά την γκρίνια της αγγλίας κάθε τόσο για “παρεμπόδιση των τεχνολογικών καινοτομιών” ή τις προσπάθειες των μεγάλων αγροχημικών στη γαλλία, έπαιζε το ρόλο του θεματοφύλακα ηθικής και ασφάλειας. Μέχρι το 2020, όπου με μια βιαστικά ψηφισμένη οδηγία, δόθηκε εξαίρεση στην απαγόρευση κυκλοφορίας γ.τ.ο. στο ευρωπαϊκό έδαφος, για τους γ.τ.ο. των εμβολίων. Και οι ίδιοι υπήκοοι που δε θα δεχόντουσαν ποτέ μια μεταλλαγμένη ντομάτα στο πιάτο τους, δέχτηκαν με χαρά να εισάγουν τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς της astrazeneca στο ίδιο τους το σώμα.
Πηγή: athensindymedia